Ο Γιάννης Ιωαννίδης πέθανε χθες Τετάρτη, 4 Οκτωβρίου.
Την 78χρονη διαδρομή του στη ζωή συνόδευσαν ορισμένες έννοιες και αξίες που για τον ίδιο προσωπικά ήταν αδιαπραγμάτευτες.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν ένας πολύ εύκολος και βολικός άνθρωπος. Αρκεί να πήγαινες με τα νερά του.
Εκ φύσεως ισχυρογνώμων, δυναμικός, παθιασμένος και ανυποχώρητος, σφράγισε με την προσωπικότητά του την μπασκετική Ελλάδα και θ’ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι ενός παζλ με τις θρυλικότερες φιγούρες των παρκέ.
Όσοι τον γνώρισαν, όσοι τον ήξεραν, όσοι κάπου, κάπως, κάποτε συνυπήρξαν μαζί του μπορούν με περίσσια ακρίβεια να σκιαγραφήσουν το προφίλ του, ν’ αναπολήσουν το παρελθόν και να συγκινηθούν με αναμνήσεις.
Τον Λευτέρη Σούμποτιτς τον εντοπίσαμε στη Μογγολία – λίγο πριν μπει στο γήπεδο για φιλικό παιχνίδι.
«Πώς να μην την θυμάμαι;» ήταν η άμεση απόκριση στην ερώτηση για την πρώτη επαφή που ο ίδιος είχε με τον Γιάννη Ιωαννίδη προτού αφήσει την Ολύμπια και τη Λιουμπλιάνα για χάρη του Άρη και της Θεσσαλονίκης.
«Πρώτη φορά με τον κόουτς συναντηθήκαμε στην Αθήνα», θυμήθηκε σχετικά και συνέχισε το ταξίδι στον χωροχρόνο.
«Ήταν ο τελικός του Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό και ήμουν μαζί με τη μητέρα μου. Είχα προτάσεις επίσης από Γαλλία και Ιταλία, αλλά αυτή ήταν που με έπεισε να υπογράψω στον Άρη. Το πράσινο φως τελικά το έδωσε ο κόουτς και θα τον ευγνωμονώ πάντα γι’ αυτό. Θα τον έχω μέσα στην καρδιά μου για ό,τι έκανε για μένα σε προσωπικό επίπεδο».
Για έναν παίκτη των mid-80s τέτοιες μετακινήσεις ήταν σπάνιες και η προσαρμογή σ’ ένα νέο περιβάλλον αρκετά περίπλοκη υπόθεση. Για τον «Πίξι» υπήρχε ο κόουτς.
«Ιδίως τις πρώτες δύο χρονιές μου στη Θεσσαλονίκη περάσαμε όλες τις γιορτές μαζί, Χριστούγεννα και Πάσχα. Με καλοδέχτηκε στο σπίτι του, είχαμε μια φανταστική σχέση και με αγαπούσε πολύ», ανέφερε στην κουβέντα μας.
Το γεγονός πως είχαν αρκετό καιρό να βρεθούν δεν αδυνάτιζε τη μεταξύ τους σύνδεση.
«Είχα μάθει πως ήταν άρρωστος, ότι πλησίαζε το τέλος, και ήθελα πολύ να του μιλήσω. Μου είπαν ότι δεν γίνεται, διότι δεν είναι σε κατάσταση να επικοινωνήσουμε. Από κοντά τον είχα δει τελευταία φορά όταν ήταν ακόμη Υπουργός».
Ήταν τόσο ισχυροί οι δεσμοί που η απόσταση και ο χρόνος δεν τους έφθειραν ποτέ. Ο Λευτέρης Σούμποτιτς εξήγησε το πώς και γιατί.
«Με σημάδεψε αρχικά ως παίκτη και αργότερα ως προπονητή»
«Προσωπικά με σημάδεψε αρχικά ως παίκτη και αργότερα ως προπονητή. Υπήρχε απεριόριστος σεβασμός προς εκείνον και πήρα πάρα πολλά από τα κοινά χρόνια μας στον Άρη.
Έτρεφα μια ιδιαίτερη εκτίμηση στο πρόσωπό του. Όσο σκληρός ήταν στην προπόνηση και στους αγώνες τόσο αγαθός ήταν εκτός γηπέδου. Ένας άνθρωπος με υπερβολικά μεγάλη καρδιά που τους χωρούσε όλους μέσα. Ήταν πάντα εκεί για να σε βοηθήσει, μπορούσες να του πεις τα πάντα και να σε ακούσει.
Τη νοοτροπία του νικητή αυτός μας την μετέδωσε στον Άρη. Αυτός δεν συμβιβαζόταν ποτέ με την ήττα και δεν ήθελε να συμβιβαζόμαστε κι εμείς με αυτήν».
Σε μια χρονική περίοδο πλημμυρισμένη από άπλετη χρυσόσκονη, τρανταχτές επιτυχίες και τίτλους, οι ξεχωριστές στιγμές είναι πολλές.
Ο βετεράνος προπονητής έχει διαλέξει να κρατά μέσα του «εκείνο το μίτινγκ της ομάδας πριν από το πρώτο παιχνίδι στο Final Four της Γάνδης».
«Μας απευθύνθηκε με τόσο πάθος που δεν θα το ξεχάσω πότε» διηγήθηκε και συνέχισε τη ζωντανή περιγραφή του. «Ήταν λίγο πριν φύγουμε για το γήπεδο, όταν μας μάζεψε όλους να μας μιλήσει. Άφησε τον καφέ του και μας ζήτησε να παίξουμε για την Ελλάδα. Πως εκείνη τη στιγμή εκπροσωπούσαμε όλη τη χώρα.
Δεν άντεξε ο ίδιος και βούρκωσε από συγκίνηση. Ήταν ένας περήφανος Έλληνας, πατριώτης Μακεδόνας, αυθεντικά και βαθιά πιστός στη θρησκεία κι ας έβριζε τα θεία πότε – πότε».
Συμπερασματικά για τον Λευτέρη Σούμποτιτς ο Γιάννης Ιωαννίδης «είχε τον ρόλο του πατέρα, είχε τον ρόλο του μέντορα που μου καθόρισε χωρίς αμφιβολία την πορεία μου. Αυτός κι ο προφέσορ Νίκολιτς με επηρέασαν τόσο πολύ στη ζωή μου ως προς τον τρόπο σκέψης και μου άνοιξαν τον δρόμο.
Τον αντιμετώπισα κι ως αντίπαλο προπονητή. Πέρα από τον ανταγωνισμό της στιγμής, η απεριόριστη εκτίμηση που έτρεφα γι’ αυτόν δεν έσβησε και φυσικά δεν θα σβήσει ποτέ».