Προϋπολογισμός: Στη Βουλή το προσχέδιο, τι προβλέπει

Κατατέθηκε στη Βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού - Οι στόχοι για ανάπτυξη και χρέος.

Στη σκιά του Daniel και του Elias και των καταστροφικών πυρκαγιών που έπληξαν τη χώρα κατατέθηκε στη Βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού.

«Ο προϋπολογισμός του 2024 είναι ο πρώτος μετά από δεκατρία έτη που καταρτίζεται με το αξιόχρεο της χώρας να έχει ανακτήσει την επενδυτική του βαθμίδα. Ένα επίτευγμα που οφείλεται πρωτίστως στη σκληρή προσπάθεια και στις θυσίες της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με τη συνετή και αποτελεσματική δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων ετών, την επιτυχή αντιμετώπιση αλλεπάλληλων εξωγενών κρίσεων και την πολιτική σταθερότητα που έχει επιτύχει η χώρα» αναφέρεται στο σχετικό δελτίο Τύπου που εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών.

Στην ανακοίνωση προστίθεται ότι, ο προϋπολογισμός του 2024 καταρτίζεται λίγες ημέρες μετά από διαδοχικές φυσικές καταστροφές που έπληξαν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο 2023 την επικράτεια, γεγονός που αναδεικνύει ότι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα είναι εδώ και απαιτείται αντιμετώπισή τους σε μόνιμη βάση. Για αυτόν τον σκοπό, αποτελεί προτεραιότητα η θωράκιση της χώρας απέναντι σε ακραία φυσικά φαινόμενα μέσω της δημιουργίας πιο ανθεκτικών υποδομών, της ενίσχυσης της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης.

Σε δημοσιονομικό επίπεδο είναι προφανές ότι απαιτείται πρόβλεψη σχετικών κονδυλίων κατ’ έτος στον προϋπολογισμό, ενίσχυση της ασφάλισης καθώς και ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της κρατικής αρωγής.

Παράλληλα, η διεθνής οικονομία παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι σε χώρες της Ευρώπης αυξάνονται, ο πληθωρισμός, αν και αποκλιμακώνεται, συνεχίζει να παραμένει υψηλός διεθνώς, ειδικά σε βασικά είδη διατροφής, ενώ η περιοριστική νομισματική πολιτική επιδρά αρνητικά στην πιστωτική επέκταση.

Οι προοπτικές για την ανάπτυξη

Σε αυτό το δυσμενές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται ανθεκτική.

Ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει στους στόχους που έχουν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2023 και αναμένεται να ανέλθει σε 2,3% το 2023 και 3% το 2024. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να αυξηθεί από 208 δισ. ευρώ το 2022 σε 224 δισ. ευρώ το 2023 και 235 δισ. ευρώ το 2024. Παράλληλα, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να κυμανθεί σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα και να διαμορφωθεί σε 4% έναντι 4,5% που προβλεπόταν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023 και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,4% για το 2024. Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 8,3% κατά το τρέχον έτος και ακόμη περισσότερο κατά 12,1% το 2024, ενώ η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 11,2% το 2023 σε 10,6% το 2024.

Ο προϋπολογισμός του 2024 καλείται να συγκεράσει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας που είναι θεμέλιο για κάθε προσπάθεια, με τις νέες ανάγκες που δημιουργούνται καθώς και με το βασικό πρόταγμα της κοινωνίας, μετά την πληθωριστική κρίση, την αύξηση δηλαδή του διαθέσιμου εισοδήματος και των μισθών.

Σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων

Στον προϋπολογισμό του 2023 έγινε κατορθωτό να υπάρχει σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 9,1% σε σχέση με το 2022 χωρίς να αυξηθούν οι φόροι, εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας παρουσιάζει αύξηση 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2022. Η αύξηση των μισθών, χωρίς να θίγεται η ανταγωνιστικότητα, ενίσχυσε τα έσοδα του προϋπολογισμού, συμβάλλοντας στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.

Για αυτόν τον σκοπό, στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και όλα τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Καταλυτικά προς την κατεύθυνση της αύξησης του εισοδήματος αναμένεται να δράσουν πολιτικές όπως η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η άρση του παγώματος των τριετιών στους μισθωτούς, η αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, η αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η εκ νέου αύξηση των συντάξεων, αλλά και επενδυτικοί πόροι ύψους 12,1 δισ. ευρώ μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (8,5 δισ. ευρώ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (3,6 δισ. ευρώ), που αναμένεται να εισρεύσουν στην οικονομία εντός του 2024. Επιπλέον, ενισχύεται ο τομέας της υγείας με αύξηση της επιχορήγησης των νοσοκομείων κατά περίπου 15%.

Καταπολέμηση φοροδιαφυγής

Παράλληλα, προτεραιοποιούνται οι μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα με σειρά μέτρων που έχουν ανακοινωθεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Μετά την ήδη σημαντική μείωση του κενού ΦΠΑ τα προηγούμενα έτη μέσω της ενίσχυσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, στόχος είναι να μειωθεί περαιτέρω στο μέσο επίπεδο των χωρών της ΕΕ έως το 2026, που σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες μετρήσεις ανέρχεται σε περίπου 9%.

Όλα τα ανωτέρω πραγματοποιούνται χωρίς να αποκλίνει η χώρα από τους δημοσιονομικούς της στόχους. Παρά τις διαδοχικές κρίσεις το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2022 διαμορφώθηκε σε οριακό πλεόνασμα ύψους 0,1% του ΑΕΠ. Στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2023 το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 είχε προβλεφθεί σε ύψος 0,7% του ΑΕΠ, ενώ στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2023 το πρωτογενές αποτέλεσμα είχε εκτιμηθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,1% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το 2023 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 2.560 εκατ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ, πλησίον των προβλέψεων του Προγράμματος Σταθερότητας. Το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται πλησίον των προβλέψεων της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού 2023, λόγω της αύξησης των τόκων Γενικής Κυβέρνησης και διαμορφώνεται σε συνολικό έλλειμμα 2,1% του ΑΕΠ, έναντι 2,0% που ήταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού 2023.

Πρωτογενές πλεόνασμα

Αντίστοιχα, το πρωτογενές αποτέλεσμα για το έτος 2024 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,1% του ΑΕΠ σύμφωνα με τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας. Το γεγονός ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα των ετών 2023 και 2024 παραμένει εντός των εκτιμήσεων που είχαν αποτυπωθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, ενισχύει την αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας ενόψει των επικείμενων αξιολογήσεων.

Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να αποκλιμακωθεί εντυπωσιακά από 171,4% του ΑΕΠ το 2022 σε 159,3% το 2023 και σε 152,2% το 2024.

Τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι η χώρα έχει εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο μείωσης του χρέους και οικονομικής ανάπτυξης. Ασφαλώς η οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και τις ενδεχόμενες εξωγενείς κρίσεις. Η οικονομική σταθερότητα και πρόοδος διασφαλίζονται μόνο εάν τηρηθούν απαρέγκλιτα οι τιθέμενοι δημοσιονομικοί στόχοι, διοχετεύοντας παράλληλα τους πεπερασμένους δημοσιονομικούς πόρους στοχευμένα, με τη μέγιστη δυνατή οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα.

Μακροοικονομικές εξελίξεις

Το έτος 2022 o ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας διαμορφώθηκε στο 5,9% σε ετήσια βάση. Παρά την ενεργειακή κρίση και τις συναφείς πληθωριστικές πιέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η σημαντική επενδυτική δραστηριότητα και η ώθηση που προήλθε από την ανάκαμψη του τουρισμού κατά τη θερινή περίοδο συνέβαλαν στην ισχυρή αυτή επίδοση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας κατά το δεύτερο τρίμηνο 2023, εμφάνισε σαφώς καλύτερη δυναμική, σε σύγκριση με τα άλλα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η υψηλή αυτή απόδοση (2,7%) κατέταξε την Ελλάδα στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, ακολουθώντας τη Μάλτα (3,9%), και σε σημαντικά υψηλότερο επίπεδο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (0,5%).

Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2023 εκτιμάται σε 2,3%. Σε αυτή την εξέλιξη συμβάλλει τόσο η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 2,5% σε σταθερές τιμές όσο και η αύξηση των επενδύσεων κατά 8,3%, αλλά και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών που αναμένεται να αυξηθούν κατά 2,7% σε σταθερές τιμές και με υψηλότερο ρυθμό σε σχέση με τις εισαγωγές (2,2%).

Το προσχέδιο του προϋπολογισμού σε πίνακες

Αγορά εργασίας

Η αγορά εργασίας συνεχίζει να εξελίσσεται ικανοποιητικά και τους πρώτους μήνες του 2023, με τη συνολική απασχόληση να αυξάνεται κατά 1,7% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του έτους 2022. Σύμφωνα με το ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2023 δημιουργήθηκαν 296.624 νέες θέσεις εργασίας έναντι 270.191 το 2022, γεγονός που αποτελεί την υψηλότερη επίδοση από το 2001.

Η αύξηση των προσλήψεων πραγματοποιήθηκε παράλληλα με την αύξηση του κατώτατου μισθού, υποδηλώνοντας ότι οι αυξήσεις συνοδεύονται και από αύξηση των αμοιβών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας αναμένεται να αυξηθούν το 2023 σε ετήσια βάση κατά 6,5% έναντι 5,4% που αυξήθηκαν το 2022. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών της ΕΛΣΤΑΤ, το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας παρουσιάζει αύξηση 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2022.

Το ποσοστό ανεργίας στο δεύτερο τρίμηνο του 2023 ανήλθε σε 11,2%, υποχωρώντας τόσο σε σχέση με το ποσοστό 11,8% του 1ου τριμήνου όσο και με το ποσοστό 12,4% του αντίστοιχου τριμήνου του προηγούμενου έτους. Σημειώνεται ότι το ανωτέρω ποσοστό 11,2% συνιστά το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας από το 4ο τρίμηνο του 2009. Σε αυτό το αποτέλεσμα συνέβαλαν τα μέτρα πολιτικής που εφαρμόστηκαν τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά την πανδημία, τα οποία είχαν ως στόχο τη θωράκιση των θέσεων εργασίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα πολιτικών περιλαμβάνουν τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους μέσω της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, τις αναστολές εργαζομένων με αποζημίωση ειδικού σκοπού κατά τη διάρκεια της πανδημίας, «το πρώτο ένσημο» και την επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών για μετατροπή θέσεων από μερικής σε πλήρους απασχόλησης.

Πληθωρισμός

Η μεταβολή του Εν.ΔΤΚ (Eurostat) στην Ελλάδα την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023 υποχώρησε σε 4,7%, από 9,2% την αντίστοιχη περίοδο 2022. Ο μέσος όρος μεταβολής του Εν.ΔΤΚ στην Ευρωζώνη ανήλθε την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023 στο 6,7%, από 7,6% ένα έτος πριν. Η ανωτέρω μεταβολή του Εν.ΔΤΚ στην Ελλάδα στο χρονικό διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023 κατατάσσει τη χώρα στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης ως προς τον ρυθμό μεταβολής.

Η μεταβολή του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (Εν.ΔΤΚ), συνυπολογίζοντας τα απολογιστικά στοιχεία του σχετικού δείκτη κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023, εκτιμάται σε 4,0% για το σύνολο του τρέχοντος έτους έναντι ετήσιας πρόβλεψης 4,5% του Προγράμματος Σταθερότητας που καταρτίστηκε τον Απρίλιο του 2023. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του Εθνικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή εκτιμάται ελαφρώς μικρότερος και ίσος με 3,8%.

Όσον αφορά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, βάσει των στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), σε τρέχουσες τιμές, το 2022 επιδεινώθηκε καταγράφοντας έλλειμμα ύψους 9,7% του ΑΕΠ, ενώ στους επτά μήνες του 2023 παρουσιάζει βελτίωση, περιορίζοντας το έλλειμμα κατά 3,6 δισ. ευρώ έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2022.

Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, κομβικής σημασίας επίτευγμα για την ελληνική οικονομία είναι η αναβάθμιση του αξιόχρεού της στην επενδυτική βαθμίδα κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης R&I, Scope Ratings και DBRS Morningstar καθώς επίσης και η διπλή αναβάθμιση, ένα μόλις επίπεδο πριν την επενδυτική βαθμίδα, από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s, σε συνέχεια της ενίσχυσης του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας, με τις δώδεκα διαδοχικές αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας, παρά τις αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Η παγκόσμια ανάκαμψη που ενισχύθηκε μετά την πανδημία του Covid-19 εμφανίζει σημάδια επιβράδυνσης εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων, γεωπολιτικής αβεβαιότητας και ασυμμετριών μεταξύ των οικονομιών, ενώ η αυστηρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών με στόχο τη συγκράτηση του πληθωρισμού οδήγησε σε αύξηση του κόστους δανεισμού περιορίζοντας την οικονομική δραστηριότητα διεθνώς.

Παραγωγική  δραστηριότητα

Σημαντική παράμετρος για την επίτευξη των ανωτέρω μακροοικονομικών στόχων είναι η γρήγορη αποκατάσταση της παραγωγικής δραστηριότητας, με έμφαση στην αγροτική παραγωγή, αλλά και των υποδομών, των περιοχών που επλήγησαν από τις πρόσφατες πλημμύρες.

Για αυτόν τον σκοπό έχουν προβλεφθεί οι απαραίτητοι δημοσιονομικοί πόροι, χρησιμοποιώντας παράλληλα κατά το βέλτιστο βαθμό τις διαθέσιμες ευρωπαϊκές πηγές χρηματοδότησης. Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο. Για αυτόν τον σκοπό η Κυβέρνηση λαμβάνει επιπρόσθετα μέτρα και πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις, μέσω εθνικών και συγχρηματοδοτούμενων πόρων, σε τέσσερα επίπεδα: (α) στην κλιματική μετάβαση και απανθρακοποίηση, (β) στην ανάπτυξη υποδομών ανθεκτικών σε επιδεινούμενα καιρικά φαινόμενα, (γ) στη σημαντική ενίσχυση της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης και (δ) στη θωράκιση της εθνικής οικονομίας από τις συνέπειες φυσικών καταστροφών, μέσω της πρόβλεψης σχετικών μόνιμων κονδυλίων στον προϋπολογισμό, την ενίσχυση της ασφάλισης καθώς και της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της κρατικής αρωγής.

Δημοσιονομικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση του εισοδήματος και την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων

Βασικό στόχο της κυβερνητικής πολιτικής από τις αρχές του 2023 αποτελεί η αύξηση των μισθών, η τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και η μείωση των ανισοτήτων. Για αυτόν τον σκοπό, ήδη από το πρώτο εξάμηνο του 2023, υιοθετήθηκαν νέα μέτρα όπως:

• η αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των ιατρών του ΕΣΥ με μεσοσταθμική αύξηση 10% και κόστος 92 εκατ. ευρώ για το 2023 και 65 εκατ. ευρώ για το 2024 και εφεξής,
• σε συνέχεια της μονιμοποίησης της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα, η κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους με κόστος 202 εκατ. ευρώ ετησίως και στους συνταξιούχους με κόστος 274 εκατ. ευρώ ετησίως,
• η διευθέτηση μισθολογικών αιτημάτων των Ενόπλων Δυνάμεων με κόστος 58,5 εκατ. ευρώ ετησίως,
• η κατάργηση ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ) με ετήσιο κόστος 80 εκατ. ευρώ,
• η καταβολή τον Μάρτιο 2023 εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης από 200 έως 300 ευρώ σε συνταξιούχους που δεν έλαβαν αύξηση στις συντάξεις τους το 2023 λόγω προσωπικής διαφοράς με κόστος 280 εκατ. ευρώ,
• η αύξηση της διάρκειας του επιδόματος μητρότητας σε εννέα μήνες για γυναίκες απασχολούμενες στον ιδιωτικό τομέα με κόστος 64 εκατ. ευρώ ετησίως και
• η αύξηση των επιδομάτων αναπηρίας του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) κατά 8% από 1ης Μαΐου 2023 με κόστος 63 εκατ. ευρώ για το 2023 και 95 εκατ. ευρώ για το 2024 και εφεξής.
Επιπλέον, κατά τον Απρίλιο 2023 αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός στα 780 ευρώ από το ποσό των 713 ευρώ.
Μετά τις διπλές εκλογές του Μαΐου – Ιουνίου 2023, τον σχηματισμό κυβέρνησης τον Ιούνιο 2023 και τις προγραμματικές δηλώσεις, εξαγγέλθηκε πλέγμα παρεμβάσεων που αφορούσε στο δεύτερο εξάμηνο του έτους 2023 και το 2024, για την τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος και τη μείωση των ανισοτήτων.
Ειδικότερα, προβλέφθηκαν τα παρακάτω μέτρα:
• για την ενίσχυση των εισοδημάτων στον δημόσιο τομέα, τη στήριξη σε μεγαλύτερο βαθμό των χαμηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων, των οικογενειών με παιδιά και όσων κατέχουν θέση ευθύνης στο δημόσιο, αναμορφώνεται το μισθολόγιο του δημόσιου τομέα (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 50 εκατ. ευρώ για το 2023 και 906 εκατ. ευρώ για το 2024). Οι βασικές παρεμβάσεις αφορούν στην οριζόντια αύξηση κατά 70 ευρώ στον βασικό μισθό, στην αύξηση της οικογενειακής παροχής από 20 έως 50 ευρώ μηνιαίως, στην αύξηση των επιδομάτων θέσης ευθύνης κατά 30% και στην αύξηση του επιδόματος παραμεθορίου και ειδικών συνθηκών εργασίας στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Παράλληλα, αυξάνεται το μισθολόγιο των μελών ΔΕΠ καθώς και τα έξοδα διανυκτέρευσης του πολιτικού και ένστολου προσωπικού,
• για την αναπροσαρμογή των συντάξεων ειδικών κατηγοριών οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών – ΓΛΚ, θεσμοθετήθηκαν αυξήσεις με ετήσιο κόστος 7 εκατ. ευρώ. Λόγω της αναδρομικής ισχύος της ρύθμισης, ανάλογα με την κατηγορία των συνταξιούχων, το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται σε 5 εκατ. ευρώ για το 2023 και 56 εκατ. ευρώ το 2024,
• για την οικονομική ενίσχυση περίπου 200.000 νέων ηλικίας 18 και 19 ετών, θεσμοθετείται μόνιμη παροχή ύψους 150 ευρώ για την πραγματοποίηση αγορών από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς του πολιτισμού, του τουρισμού και των μεταφορών (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 30 εκατ. ευρώ για καθένα από τα έτη 2023 και 2024),
• για την οικονομική στήριξη περίπου 750.000 συνταξιούχων με συντάξεις έως 1.600 ευρώ που έχουν προσωπική διαφορά άνω των 10 ευρώ, παρέχεται τον Δεκέμβριο 2023 έκτακτη ενίσχυση από 100 έως 200 ευρώ, με δημοσιονομικό κόστος 107 εκατ. ευρώ,
• μονιμοποιείται η πλήρης απαλλαγή περίπου 200.000 πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη (δημοσιονομικό κόστος 38 εκατ. ευρώ κατ’ έτος),
• για την εισοδηματική ενίσχυση περίπου 225.000 ευάλωτων νοικοκυριών αυξάνεται από τον Δεκέμβριο 2023 κατά 8% το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (δημοσιονομικό κόστος 4 εκατ. ευρώ για το 2023 και 43 εκατ. ευρώ για το 2024),
• για την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας και τη στήριξη της οικογένειας, το επίδομα μητρότητας από το 2024 επεκτείνεται στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες στους εννέα μήνες, σε συνέχεια και της ήδη θεσμοθετημένης αύξησης σε εννέα μήνες για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα (δημοσιονομικό κόστος 40 εκατ. ευρώ για το 2024),
• αυξάνεται αναδρομικά από την 1η Ιουλίου 2023 το πτητικό επίδομα για τους πιλότους και τα πληρώματα των πυροσβεστικών αεροσκαφών, με δημοσιονομικό κόστος 700 χιλ. ευρώ ετησίως.
Επιπλέον των ανωτέρω δημοσιονομικών μέτρων εφαρμόζονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας και στο συνταξιοδοτικό σύστημα:
• από τον Ιανουάριο 2024 αίρεται το πάγωμα των τριετιών στους μισθωτούς,
• καταργείται η μείωση 30% επί των συντάξεων για τους απασχολούμενους συνταξιούχους και αντικαθίσταται με εισφορά 10% επί των πρόσθετων αμοιβών που λαμβάνουν από την εργασία τους και
• αυξάνονται εκ νέου από την 1η Ιανουαρίου 2024 οι συντάξεις κατά τον μέσο όρο της αύξησης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού 2023, με υπολογιζόμενο κόστος 410 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, οι παρεμβάσεις φορολογικής φύσης αφορούν:
• στην αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ στους φορολογούμενους με ένα ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα (δημοσιονομικό κόστος 135 εκατ. ευρώ για το 2024),
• στη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές,
• στην αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς με σημαντικά επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα:
α) μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2% (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 22 εκατ. ευρώ),
β) μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 21 εκατ. ευρώ) και
γ) κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων σε κρατικά ομόλογα (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 7 εκατ. ευρώ).
Επιπροσθέτως, με στόχο τη ρύθμιση της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων και την αντιμετώπιση των δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεων στην κτηματαγορά και τα ενοίκια, επιβάλλεται ΦΠΑ 13% και τέλος παρεπιδημούντων στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων (τύπου airbnb) στα νομικά πρόσωπα και στα φυσικά πρόσωπα με τρία ή περισσότερα εκμισθωμένα διαμερίσματα. Ο φόρος διαμονής επιβάλλεται και στις βραχυχρόνιες μισθώσεις φυσικών προσώπων, ενώ τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν τρία ή περισσότερα εκμισθωμένα διαμερίσματα υποχρεούνται σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας. Τέλος, αυστηροποιείται ο ορισμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης και εντείνονται οι έλεγχοι δήλωσης εισοδημάτων.

Στην επιστολή τους προς τους βουλευτές – μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης και ο υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς επισημαίνουν τα εξής:

«Ο προϋπολογισμός του 2024 είναι ο πρώτος μετά από δεκατρία έτη που καταρτίζεται με το αξιόχρεο της χώρας να έχει ανακτήσει την επενδυτική του βαθμίδα. Ένα επίτευγμα που οφείλεται πρωτίστως στη σκληρή προσπάθεια και στις θυσίες της ελληνικής κοινωνίας, σε συνδυασμό με τη συνετή και αποτελεσματική δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων ετών, την επιτυχή αντιμετώπιση αλλεπάλληλων εξωγενών κρίσεων και την πολιτική σταθερότητα που έχει επιτύχει η χώρα.

Ωστόσο, ο προϋπολογισμός του 2024 καταρτίζεται λίγες ημέρες μετά από διαδοχικές φυσικές καταστροφές που έπληξαν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο 2023 την επικράτεια, γεγονός που αναδεικνύει ότι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα είναι εδώ και απαιτείται αντιμετώπισή τους σε μόνιμη βάση. Για αυτόν τον σκοπό, αποτελεί προτεραιότητα η θωράκιση της χώρας απέναντι σε ακραία φυσικά φαινόμενα μέσω της δημιουργίας πιο ανθεκτικών υποδομών, της ενίσχυσης της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης. Σε δημοσιονομικό επίπεδο είναι προφανές ότι απαιτείται πρόβλεψη σχετικών κονδυλίων κατ’ έτος στον προϋπολογισμό, ενίσχυση της ασφάλισης, καθώς και ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της κρατικής αρωγής.

Παράλληλα, η διεθνής οικονομία παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι σε χώρες της Ευρώπης αυξάνονται, ο πληθωρισμός, αν και αποκλιμακώνεται, συνεχίζει να παραμένει υψηλός διεθνώς, ειδικά σε βασικά είδη διατροφής, ενώ η περιοριστική νομισματική πολιτική επιδρά αρνητικά στην πιστωτική επέκταση.

Σε αυτό το δυσμενές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον, η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται ανθεκτική. Ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει στους στόχους που έχουν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2023 και αναμένεται να ανέλθει σε 2,3% το 2023 και 3% το 2024. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να αυξηθεί από 208 δισ. ευρώ το 2022 σε 224 δισ. ευρώ το 2023 και 235 δισ. ευρώ το 2024. Παράλληλα, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να κυμανθεί σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα και να διαμορφωθεί σε 4% έναντι 4,5% που προβλεπόταν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023 και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,4% για το 2024. Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 8,3% κατά το τρέχον έτος και ακόμη περισσότερο κατά 12,1% το 2024, ενώ η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 11,2% το 2023 σε 10,6% το 2024.

Ο προϋπολογισμός του 2024 καλείται να συγκεράσει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας που είναι θεμέλιο για κάθε προσπάθεια, με τις νέες ανάγκες που δημιουργούνται, καθώς και με το βασικό πρόταγμα της κοινωνίας, μετά την πληθωριστική κρίση, την αύξηση δηλαδή του διαθέσιμου εισοδήματος και των μισθών.

Στον προϋπολογισμό του 2023 έγινε κατορθωτό να υπάρχει σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 9,1% σε σχέση με το 2022 χωρίς να αυξηθούν οι φόροι, εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας παρουσιάζει αύξηση 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2022. Η αύξηση των μισθών, χωρίς να θίγεται η ανταγωνιστικότητα, ενίσχυσε τα έσοδα του προϋπολογισμού, συμβάλλοντας στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.

Για αυτόν τον σκοπό, στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και όλα τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Καταλυτικά προς την κατεύθυνση της αύξησης του εισοδήματος αναμένεται να δράσουν πολιτικές, όπως η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η άρση του παγώματος των τριετιών στους μισθωτούς, η αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, η αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η εκ νέου αύξηση των συντάξεων, αλλά και επενδυτικοί πόροι ύψους 12,1 δισ. ευρώ μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (8,5 δισ. ευρώ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (3,6 δισ. ευρώ), που αναμένεται να εισρεύσουν στην οικονομία εντός του 2024. Επιπλέον, ενισχύεται ο τομέας της υγείας με αύξηση της επιχορήγησης των νοσοκομείων κατά περίπου 15%.

Παράλληλα, προτεραιοποιούνται οι μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα με σειρά μέτρων που έχουν ανακοινωθεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Μετά την ήδη σημαντική μείωση του κενού ΦΠΑ τα προηγούμενα έτη μέσω της ενίσχυσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, στόχος είναι να μειωθεί περαιτέρω στο μέσο επίπεδο των χωρών της ΕΕ έως το 2026, που σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες μετρήσεις ανέρχεται σε περίπου 9%.

Όλα τα ανωτέρω πραγματοποιούνται χωρίς να αποκλίνει η χώρα από τους δημοσιονομικούς της στόχους. Παρά τις διαδοχικές κρίσεις το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2022 διαμορφώθηκε σε οριακό πλεόνασμα ύψους 0,1% του ΑΕΠ. Στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2023 το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 είχε προβλεφθεί σε ύψος 0,7% του ΑΕΠ, ενώ στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2023 το πρωτογενές αποτέλεσμα είχε εκτιμηθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,1% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το 2023 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 2.560 εκατ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ, πλησίον των προβλέψεων του Προγράμματος Σταθερότητας. Το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται πλησίον των προβλέψεων της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού 2023, λόγω της αύξησης των τόκων Γενικής Κυβέρνησης και διαμορφώνεται σε συνολικό έλλειμμα 2,1% του ΑΕΠ, έναντι 2,0% που ήταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού 2023.

Αντίστοιχα, το πρωτογενές αποτέλεσμα για το έτος 2024 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,1% του ΑΕΠ σύμφωνα με τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας. Το γεγονός ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα των ετών 2023 και 2024 παραμένει εντός των εκτιμήσεων που είχαν αποτυπωθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, ενισχύει την αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας ενόψει των επικείμενων αξιολογήσεων.

Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να αποκλιμακωθεί εντυπωσιακά από 171,4% του ΑΕΠ το 2022 σε 159,3% το 2023 και σε 152,2% το 2024.

Τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι η χώρα έχει εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο μείωσης του χρέους και οικονομικής ανάπτυξης. Ασφαλώς η οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και τις ενδεχόμενες εξωγενείς κρίσεις. Η οικονομική σταθερότητα και πρόοδος διασφαλίζονται μόνο εάν τηρηθούν απαρέγκλιτα οι τιθέμενοι δημοσιονομικοί στόχοι, διοχετεύοντας παράλληλα τους πεπερασμένους δημοσιονομικούς πόρους στοχευμένα, με τη μέγιστη δυνατή οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα».

Πηγή: ot.gr

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.