Εφόσον η τελευταία ταινία του Γούντι Άλεν, «Γυρίσματα της τύχης» άνοιξε Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου και το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας (που επίσης σήκωσε αυλαία την Τετάρτη) βρίσκεται σε εξέλιξη, μια μόνο πρεμιέρα θα βρούμε από σήμερα στις αίθουσες.
Μοιρασμένο σε πέντε αίθουσες της Αθήνας (Δαναός 1 ,2 στους Αμπελοκήπους, Αστορ, Ιντεάλ και Αστυ στο κέντρο), οι 29ες Νύχτες Πρεμιέρας, έχει αυτή την περίοδο τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική ψυχαγωγία της Αθήνας, δίνοντας την ευκαιρία σε πολλούς θεατές να δουν πρώτοι ταινίες που αργότερα θα ανοίξουν εμπορικά στις αίθουσες, ή που δεν έχουν καν αγοραστεί από την ελληνική διανομή. Ωστόσο, δυο επανεκδόσεις.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική
4: πολύ καλή
3: καλή
2: ενδιαφέρουσα
1: μέτρια
0: απαράδεκτη
«Ο δημιουργός» (The creator, ΗΠΑ, 2023)
Η νέα τάξη πραγμάτων που έχει επιβληθεί από την απειλή της Τεχνητής Νοημοσύνης στην παγκόσμια κοινότητα, βρίσκεται στην σκέψη των σεναριογράφων της τελευταίας ταινίας του Γκάρετ Έντουαρντς (Rogue one). Πολλές δεκαετίες από σήμερα (η ταινία αρχίζει το 2065) και μετά από την καταστροφή του Λος Αντζελες εξαιτίας της Τεχνητής Νοημοσύνης που είναι το πανίσχυρο όπλο της (διόλου τυχαία) Ασίας (η οποία πλέον ονομάζεται Νέα Ασία), οι Αμερικανοί περνούν στην αντεπίθεση σε μια προσπάθεια να καταστρέψουν το μυστηριώδη όπλο που απειλεί την ασφάλεια του πλανήτη.
Αλλά το όπλο είναι ένα μικρό παιδί, κατασκευή του «Δημιουργού» που θέλει να γίνει κυρίαρχος του κόσμου. Οπότε τα πράγματα σκουραίνουν για τον πρώην στρατιωτικό των ειδικών επιχειρήσεων (Τζον Γουόσινγκτον) που είναι ο οδηγός της αποστολής και συγχρόνως έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με το περιβάλλον της Τεχνητής Νοημοσύνης στην καρδιά του οποίου, πριν από χρόνια είχε σταλεί από την κυβέρνησή του ως μυστικός πράκτορας. Από σκέψη λοιπόν η ταινία δεν πάσχει, η Τεχνητή Νοημοσύνη στην θέση του απόλυτου εχθρού του ανθρώπου είναι κάτι που απασχολεί πολλούς στις μέρες μας.
Ομως αυτό τελικά δεν είναι παρά το πρόσχημα για την δημιουργία μιας ακόμα φασαριόζικης και σεναριακά μπερδεμενης ταινίας, η οποία δραματουργικά δεν μοιάζει να διαφέρει και τόσο από παλαιότερες περιπέτειες επιστημονικής φαντασίας που πάνω -κάτω, είχαν τον ίδιο στόχο, την σωτηρία του πλανήτη από κάτι πολύ κακό. Οι ασταμάτητες μάχες ανάμεσα στους ανθρώπους και τα «πλάσματα» Τεχνητής Νοημοσύνης (που δεν διαφέρουν από τις μάχες ανάμεσα στους ανθρώπους και τα Αλιεν στο «Αλιενς: Η επιστροφή» του Τζέιμς Κάμερον, ή εκείνες ανάμεσα στους στρατιώτες και τον αόρατο «Κυνηγό» του Τζον Μακ Τίρναν), είναι το στοιχείο που φαίνεται ότι κυριαρχεί στις προθέσεις των δημιουργών και αυτής της ταινίας.
Κάτι ενδιαφέρον εδώ είναι ότι πολλές από τις μάχες στην ταινία δεν φαίνεται να έχουν ιδιαίτερες διαφορές από τις μάχες που έχουμε δει σε ταινίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ και αυτό λέει κάτι για τον πόλεμο γενικότερα. Όμως το παντοτινό «πρόβλημα» στο είδος της επιστημονικής φαντασίας είναι ότι εφόσον μιλάμε για το μέλλον που ουδείς γνωρίζει, υπάρχει μια ελευθερία να κάνουμε ότι θέλουμε, αδιαφορώντας για τις πολλές εξηγήσεις. Σε μια τέτοια κατάσταση μπορεί να σε βάλει ο «Δημιουργός», ταινία που δύσκολα θαυμάζεις αλλά δεν απορρίπτεις.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: ΑΘΗΝΑΙΟΝ – VILLAGE MALL – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΑΕΛΛΩ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΝΑΝΑ
ΣΠΟΡΤΙΓΚ – ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ – ΡΕΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ – ΦΟΙΒΟΣ – ΒΑΡΚΙΖΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – BAKOYPA κ.α.
Επανεκδόσεις
«Μια αιωνιότητα και μια μέρα» (Γαλλία/ Ελλάδα/ Γερμανία/ Ιταλία, 1998).
Οπως στις περισσότερες ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου, έτσι και αυτή, έχει τη μορφή ενός «ρόουντ μούβι», η περιπλάνηση του μοναχικού συγγραφέα Aλέξανδρου (Μπρούνο Γκαντς) στο τελευταίο στάδιο της ζωής του, γίνεται μέσα στην απεραντοσύνη του χωροχρόνου, με συνοδοιπόρους τη μνήμη ,το στοχασμό, τα ερωτηματικά. Το «γιατί» πάνω απ’ όλα. Στον ελάχιστο που του απομένει ο συγγραφέας θα πρέπει να σκαλίσει το μνημονικό του, να ξεδιπλώσει τα πεπραγμένα, να τα εξετάσει και να τα κρίνει. Κάπου ανάμεσα προκύπτει η γνωριμία του με έναν πιτσιρίκο από την Αλβανία (Αχιλλέας Σκεύης) με τον οποίο ξεκινά ένα χαριτωμένο παιχνίδι αγοροπωλησίας λέξεων. Και όχι μόνον…
Όπως περίπου στον «Μελισσοκόμο», έτσι και εδώ, ο Αγγελόπουλος χειρίζεται έναν μόνον άνθρωπο και αποπειράται να αφηγηθεί την ιστορία του μέσα από ένα ταξίδι ονείρου και εφιάλτη μαζί. Τα καταφέρνει; Μας αφορά η ιστορία του συγγραφέα; Περίπου… Αφήνοντας κατά μέρος τις ολοφάνερες ατέλειες της ταινίας – την «συνάντηση» του ήρωα με τον Διονύσιο Σολωμό, την αδικαιολόγητα γραφική και μακρόχρονη σκηνή χορού σε κάποια πλατεία της Θεσσαλονίκης και μια εντελώς εκτός πραγματικότητας έφοδο της αστυνομίας στους δρόμους της ίδιας πόλης – θα δούμε ότι η ουσία της ταινίας βρίσκεται στη σχέση του ήρωα με τη ζωή, με τον εαυτό του αλλά και με εμάς.
O ήρωας αυτής της ιστορίας δεν έμαθε ποτέ να αγαπά • το λέει άλλωστε ο ίδιος σε μια σκηνή: «Μάνα γιατί δεν μάθαμε ποτέ ν’ αγαπάμε;». Και δεν θέλησε ούτε να αγαπηθεί. Του έχει απομείνει μια μέρα για να «επανορθώσει» και ένας σκηνοθέτης για να τον βοηθήσει. Και όμως, ο σκηνοθέτης δεν τον βοηθά, ο γέροντας δεν κερδίζει ποτέ ούτε τη συμπάθεια, ούτε την αγάπη μας. Ενώ η «Αιωνιότητα και μία μέρα» που θριάμβευσε στις Κάννες το 1998 αποσπώντας τον Χρυσό Φοίνικα είναι μια ταινία που εύκολα μπορείς να αγαπήσεις για τις προθέσεις της, η ψυχή της, ο Ανθρωπος, παραμένει, από την αρχή μέχρι το τέλος μια σκοτεινή, μελαγχολική, γκρίζα φιγούρα, ασφυχτικά κλεισμένη στον εαυτό της. Ο συγγραφέας παρατηρεί, ακούει και σκέφτεται από απόσταση. Από απόσταση τον «κοντρολάρει» ο σκηνοθέτης, από απόσταση τον παρακολουθούμε κι εμείς.
Βαθμολογία: 4
ΑΘΗΝΑ: ΣΤΟΥΝΤΙΟ
«Αμλετ» (Hamlet. Σοβιετική Ένωση, 1964).
Στην εποχή της, το 1964, η σοβιετική εκδοχή του διάσημου θεατρικού έργου «Αμλετ» υπήρξε η εθνική συμμετοχή της Σοβιετικής Ένωσης στον εορτασμό των 400 χρόνων από τη γέννηση του Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Και όχι μόνο. Ακόμη και σήμερα, μετά τους αρκετούς «Αμλετ» που έχουμε δει στο σινεμά, η εκδοχή του Γκριγκόρι Κόζιντσεφ παραμένει η καλύτερη και ο βασικότερος λόγος είναι η ελίτ του δημιουργικού επιτελείου της. Ο νομπελίστας Μπορίς Πάστερνακ έκανε τη μετάφραση και την προσαρμογή του σεναρίου, ο Κόζιντσεφ τη σκηνοθέτησε, ο σπουδαίος φωτογράφος Τζόνας Γκρίτσους έφτιαξε την υποβλητική ατμόσφαιρά της, ο κορυφαίος Ρώσος ηθοποιός Ινοκέντι Σμοκτουνόφσκι ανέλαβε τον ρόλο του Αμλετ (ο πιο ρομαντικός και με καθαρή καρδιά Αμλετ που έχει παρουσιαστεί ποτέ) και, τέλος, ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς συνέθεσε το μουσικό σκορ. Τι το καλύτερο, με άλλα λόγια. Μάλιστα, ‘όταν ο «Αμλετ» διανεμήθηκε για πρώτη φορά, οι Άγγλοι κριτικοί έμειναν έκθαμβοι από τη δουλειά του Σμοκτουνόφσκι βλέποντας έναν ηθοποιό που έβγαλε έναν πολύ πιο ανθρώπινο και άμεσο Αμλετ απ’ ό,τι ο «οσκαρικός» του δικού τους Λόρενς Ολίβιε!
Βαθμολογία: 5
ΑΘΗΝΑ: ΣΤΟΥΝΤΙΟ – ΑΤΕΝΕ