Τα 25 του χρόνια κλείνει σήμερα, όχι απλώς ένα από τα πιο επιτυχημένα εγχειρήματα του παγκόσμιου διαδικτύου αλλά αυτό που άλλαξε για πάντα τις ζωές μας, η διαδικτυακή μηχανή αναζήτησης, Google.
Η Google ιδρύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1998, αλλά προτιμά να σβήνει τα κεράκια της στις 27 Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Statista τον μήνα Ιούνιο 2023 ήταν η πρώτη ανάμεσα στις ψηφιακές πλατφόρμες με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στις ΗΠΑ, συγκεντρώνοντας 276.04 εκατομμύρια μοναδικούς επισκέπτες.
Πώς γεννήθηκε
Είκοσι πέντε χρόνια πριν τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Η Google είχε δύο μόνο επισκέπτες, τους δημιουργούς της, τους φοιτητές Λάρι Πέιτζ και Ντέιβ Πάκαρντ, που κλεισμένοι σε ένα γκαράζ ετοιμάζονταν να βγάλουν στον διαδικτυακό «αέρα» τη μηχανή αναζήτησης που έμελλε να αλλάξει τον τρόπο ζωής ενός ολόκληρου πλανήτη.
To 2003, με αφορμή τα 5α γενέθλια της Google, «ΤΟ ΒΗΜΑ» και ο Σπύρος Φράγκος γράφουν για το πώς ο Πέιτζ και ο Πάκαρντ έφτασαν στο φοβερό τους επίτευγμα.
«Η συναρπαστικότερη ιντερνετική περιπέτεια των τελευταίων ετών ξεκίνησε από έναν καλιφορνέζικο χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων. Εκεί μέσα δύο συμφοιτητές και φίλοι έστησαν το Google, τη μεγαλύτερη αυτή τη στιγμή μηχανή αναζήτησης στο Internet, με 200 εκατομμύρια ερωτήματα την ημέρα.
»Το φαινόμενο Google δεν σταματά όμως εδώ, αφού με τη σχεδιαζόμενη είσοδό του στο χρηματιστήριο ετοιμάζεται να αναταράξει και τα νερά της Γουόλ Στριτ, που περιμένει ως “μάννα εξ ουρανου” τη διάθεση μετοχών της εταιρείας για να σπάσει έτσι η γκίνια των “ντότκομ” εταιρειών, οι οποίες έχουν πολύ καιρό να δουν άσπρη μέρα.
»H λέξη Google, κατ’ αρχήν, έχει γίνει συνώνυμη με το ρήμα “ψάχνω στο Internet” – τουλάχιστον στα αγγλικά. Προέρχεται από το “googol”, μια λέξη που επινόησε ο Μίλτον Σιρότα, ανιψιός του περίφημου μαθηματικού Εντουαρντ Κάσνερ, για να αναφερθεί σε έναν αριθμό που αποτελείται από τον αριθμό ένα ακολουθούμενο από 100 μηδενικά. Ο τεράστιος αυτός αριθμός στάθηκε πηγή έμπνευσης για τους δύο φοιτητές του Στάνφορντ, τον Λάρι Πέιτζ και τον Σέρτζι Μπριν, που έψαχναν έναν τρόπο για να οργανώσουν τον απίστευτο όγκο πληροφοριών που περιέχει το Διαδίκτυο. Οσο απέραντος είναι αυτός ο αριθμός τόσο απέραντες θα είναι και οι πληροφορίες που θα παρέχει η μηχανή μας, σκέφτηκαν οι δύο φίλοι, και γι’ αυτό αποφάσισαν να βαφτίσουν το προϊόν τους με μια παραφθορά της λέξης “googol”.
H «μοιραία» γνωριμία
»Βρισκόμαστε στο 1995. Ο Λάρι Πέιτζ ήταν τότε 24 ετών και μόλις είχε αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Πατέρας του είναι ένας επιφανής καθηγητής Μαθηματικών, ο Καρλ Πέιτζ, ο οποίος δίδασκε στο αντίπαλο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (Michigan State University).
»H αγάπη τού Λάρι για τους υπολογιστές ξεκίνησε από την ηλικία των έξι ετών και σίγουρα η επίδραση του πατέρα του έπαιξε ρόλο σε αυτό. Τελειώνοντας τις σπουδές του στο Μίσιγκαν, από όπου πήρε πτυχίο μηχανικού ηλεκτρονικών υπολογιστών, ο Πέιτζ δέχτηκε μια υποτροφία από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, η οποία στάθηκε μοιραία για τη μετέπειτα εξέλιξή του.
»Στο Στάνφορντ ο Πέιτζ γνώρισε τον Σέρτζι Μπριν, έναν άλλο “κομπιουτερά”, που σπούδαζε εκεί. Ο Μπριν, έναν χρόνο μικρότερος σε ηλικία από τον Πέιτζ, γεννήθηκε στη Μόσχα και σε ηλικία 6 ετών πήγε με τους γονείς του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πατέρας του δίδασκε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ (άλλη σύμπτωση με τον Πέιτζ) και στο ίδιο πανεπιστήμιο σπούδασε ο Σέρτζι (αμερικανική προφορά του ρωσικού Σεργκέι) μαθηματικά και ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
»H πρώτη γνωριμία των δύο συμφοιτητών δεν ήταν ενθαρρυντική για τη μετέπειτα συνεργασία τους. Ο Σέρτζι είχε αναλάβει να δείξει το κάμπους του Στάνφορντ στον Λάρι και ως ισχυρές προσωπικότητες και οι δύο συγκρούστηκαν από την πρώτη στιγμή. Σημείο επαφής απέκτησαν μόλις διαπίστωσαν ότι αυτό που τους έλειπε ήταν ένας τρόπος για να παίρνουν τις πληροφορίες που ήθελαν μέσα από το Internet, το οποίο έκανε τότε τα πρώτα βήματά του.
Ο στόχος και το γκαράζ
»Στόχος τους ήταν να φτιάξουν μια τεχνολογικά ανώτερη μηχανή αναζήτησης που θα διέφερε από τα γνωστά προϊόντα της εποχής εκείνης, όπως το Yahoo! και το AltaVista. Με 15.000 δολάρια που δανείστηκαν από πιστωτικές κάρτες αγόρασαν τον εξοπλισμό τους και τον έστησαν στον κοιτώνα τους μέσα στο πανεπιστήμιο. Σιγά σιγά τα μηχανήματα άρχισαν να κλείνουν τον χώρο και γι’ αυτόν τον λόγο έγινε αναγκαία η μετακόμισή τους στο γκαράζ ενός φίλου.
»Οι πρώτοι άνθρωποι που ήρθαν σε επαφή με το προϊόν τους έμειναν έκπληκτοι από την ταχύτητα και την ποιότητα του αποτελέσματος. Χωρίς να αποκαλύψουν ποτέ σε κανέναν το μυστικό της δουλειάς τους, δηλαδή τους αλγόριθμους που χρησιμοποίησαν για να ελέγξουν την ορθότητα και την πληρότητα κάθε αποτελέσματος, οι δύο συμφοιτητές άρχισαν να αναζητούν χρηματοδότες για να μπορέσουν να κυκλοφορήσουν ευρέως το προϊόν τους.
Ανεύρεση κεφαλαίων
»H επιχείρηση ανεύρεσης κεφαλαίων δεν θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, αφού το προϊόν τους ήταν εξαιρετικό και η εποχή εκείνη «σήκωνε» ακόμη τέτοιες επενδύσεις. Λέγεται ότι ο Αντι Μπέχτολσχαΐμ, εκ των ιδρυτών της Sun Microsystems, τους έδωσε μονομιάς μια επιταγή 100.000 δολαρίων εις διαταγήν Google Inc. προτού καν συσταθεί η εταιρεία!
»Με 1 εκατ. δολάρια, που βρήκαν από ‘δώ και από ‘κεί, ο Πέιτζ και ο Μπριν έστησαν την εταιρεία τους τον Σεπτέμβριο του 1998 και είχαν την εξυπνάδα να μην ασχοληθούν από την πρώτη στιγμή με το πώς θα τη βάλουν στο χρηματιστήριο, όπως έκαναν οι ανταγωνιστές τους. Μέσα σε έναν χρόνο έκαναν αύξηση του κεφαλαίου τους σε 25 εκατ. δολάρια και μπήκαν στην κατηγορία των «μεγάλων:. Εχοντας τραβήξει κοντά τους τους καλύτερους προγραμματιστές και μηχανικούς υπολογιστών, οι Πέιτζ και Μπριν προχωρούσαν ακάθεκτοι προς την κορυφή την εποχή όπου οι ντότκομ εταιρείες ξεφούσκωναν η μία μετά την άλλη. Οταν άρχισαν να δέχονται διαφημίσεις, τίποτε πια δεν μπορούσε να τους σταματήσει».
Tα πρώτα βήματα στην Ελλάδα
Μία από τις πρώτες αναφορές της Google στις σελίδες της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» συναντάται, έναν περίπου χρόνο μετά ίδρυσή της.
Σε άρθρο του Bloomberg για τη χρηματιστηριακή αξίων των τεχνολογικών μετοχών, που αναδημοσιεύει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 6ης Οκτωβρίου 1999, αναφέρεται: «Μερικούς μήνες πριν κάποιοι απόφοιτοι του Στάνφορντ που ήθελαν να φτιάξουν μια εταιρεία software, ονόματι Google.com πούλησαν την ιδέα τους 75 εκατομμύρια δολάρια».
Ένα χρόνο αργότερα, «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 26ης Απριλίου 2000 και ο Ηρακλής Μπογδάνος γράφουν για τις «πέντε πιο χρήσιμες μηχανές αναζήτησης αυτήν τη στιγμή». Στη λίστα είναι οι: Google, Altavista, Hotbot, Infoseek, Excite.
Για την Google αναφέρεται:
«Απλή στη χρήση, λιτή στην εμφάνιση, γρήγορη στα αποτελέσματα, σπουδαία στην αξιολόγηση των URL (χάρη στην αποτίμηση συνδέσμων και την αναγνώριση ταυτότητας ή σχετικής επισκεψιμότητας)».
Βρισκόμαστε στο 2000, οπότε εντοπίζονται και οι εξής αδυναμίες:
«Χειρίζεται καλά και τα ελληνικά, αν και δεν τα περιλαμβάνει επισήμως στις γλώσσες που εξυπηρετεί. Δύο μόνο αδύνατα σημεία: α. μάλλον μικρή βάση δεδομένων, β. δεν επιτρέπει στον χρήστη advanced search.
»Συνίσταται για καθημερινή χρήση από βιαστικούς και απαιτητικούς surfer».