Η επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη στην Άγκυρα συνέβαλε στις προσπάθειες να οικοδομηθεί μια θετική ατζέντα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που ξεκίνησε αμέσως μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους. Στο κοινό δελτίο Τύπου, οι υπουργοί τονίζουν την ισχυρή πολιτική βούληση της ελληνικής και της τουρκικής κυβέρνησης για έναν διάλογο «μεταξύ δύο γειτόνων και συμμάχων που θα επενδύει σε αμοιβαία κατανόηση, σεβασμό και ειλικρίνεια».

Αν και οι δύο νέοι υπουργοί στις ομιλίες τους δεν επεκτάθηκαν στις εθνικές πολιτικές της θετικής ατζέντας, τα προσωπικά χαρακτηριστικά και των δύο είναι σημαντικά. Αμφότεροι είναι πολύ σοβαροί και μιλούν λιγότερο και πιο προσεκτικά για την πρόοδο του διαλόγου. Οι φράσεις τους είναι σαφείς και συμπυκνωμένες, μακριά από πολεμικές. Παρουσίασαν ακροθιγώς τις εθνικές θέσεις και υπογράμμισαν περισσότερο την σημασία της αναζήτησης νέων προοπτικών για να περιοριστούν οι διαφωνίες. Δήλωσαν σαφώς ότι ρόλος τους είναι να ηγηθούν των πολιτικών διαπραγματεύσεων έχοντας συνείδηση της ιστορικής ευθύνης για την περιφερειακή βιώσιμη ειρήνη και ευημερία των λαών.

Η ατζέντα των δύο υπουργών σχετιζόταν κυρίως με την προετοιμασία της συνάντησης του έλληνα πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 20 Σεπτεμβρίου καθώς και με τις προετοιμασίες για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας τον Οκτώβριο στη Θεσσαλονίκη. Συναντήσεις των υφυπουργών Εξωτερικών στην Ελλάδα επίσης θεωρούνται σημαντικές προκειμένου να προχωρήσει το «Κοινό Σχέδιο Δράσης».

Βρισκόμαστε, άλλωστε, σε μια ευαίσθητη διαδικασία οικοδόμησης του διαλόγου στις διμερείς σχέσεις και πρέπει να υπάρξει ενθάρρυνση από τους ηγέτες της κοινής γνώμης για να επιτευχθεί η προσέγγιση. Συνεπώς οι ομιλίες και των δύο υπουργών, ο καθένας στη γλώσσα του, μπορούν να θεωρηθούν ως έκκληση προς την κοινή γνώμη και ως σύμβολο ειλικρίνειας.

Ο διάλογος από μόνος του δεν μπορεί να θεωρηθεί μια γρήγορη διαδικασία επίλυσης βαθιά ριζωμένων προβλημάτων, αλλά χωρίς διάλογο δεν έχουμε άλλα μέσα επικοινωνίας ή αμοιβαίας κατανόησης στη διεθνή πολιτική. Με άλλα λόγια, ο διάλογος μπορεί να χρησιμεύσει για να συζητηθεί μια ατζέντα παρόμοια με εκείνες που έχουν συζητηθεί αρκετές φορές τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά όπως είπε και ο Ηράκλειτος, «κανένας δεν περπατά στο ίδιο ποτάμι δύο φορές». Σήμερα, το νέο όραμα των ισχυρών κυβερνήσεων της Ελλάδας και της Τουρκίας μπορεί να συνυπάρξει με την κατάλληλη διεθνή ατμόσφαιρα που προάγει την σταθερότητα και τον διάλογο. Οι πετυχημένες διπλωματικές ικανότητες του Γιώργου Γεραπετρίτη και του Χακάν Φιντάν μπορεί να παράξουν περισσότερα από ευχολόγια και όμορφα λόγια για τους λαούς των δύο χωρών.

*Η κα Ζουχάλ Μερτ Ουζουνέρ διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Μαρμαρά.