Οι επιδείξεις ισχύος στις οποίες αναλωνόταν τα τελευταία χρόνια ο Ταγίπ Ερντογάν έχουν δυο βασικά χαρακτηριστικά.
Ηταν κατά το μάλλον άγαρμπες ενώ φαίνεται να κρίθηκαν από τον ίδιο τον τούρκο Πρόεδρο αντιπαραγωγικές.
Πέρα από τον αντιαισθητικό τους βερμπαλισμό, τα «θα έρθουμε ένα βράδυ» δεν εκλαμβάνονται ως απειλή ούτε από τους γείτονες που τσακώνονται για τα κοινόχρηστα.
Αλλά ούτε και από τα «Μητσοτάκης γιοκ» θα μπορούσε να προσδοκά η τουρκική πλευρά οποιοδήποτε κέρδος – κανένας δεν έγραψε ιστορία στις διεθνείς σχέσεις κρατώντας απλώς «μούτρα».
Ακόμη και το γεγονός ότι η συνάντηση της Νέας Υόρκης πραγματοποιήθηκε στο «Σπίτι της Τουρκίας», έναν ουρανοξύστη κοντά στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, εντάσσεται λιγότερο στο πεδίο των επιδείξεων ισχύος και περισσότερο σε εκείνο της φιγούρας.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, η συνάντηση ανάμεσα στον έλληνα Πρωθυπουργό και τον τούρκο Πρόεδρο πραγματοποιήθηκε με δεδομένες τη διερευνητική διάθεση ως προς τις δυνατότητες ενός διαλόγου από τον πρώτο και τη στροφή του δεύτερου σε ένα λιγότερο άγαρμπο και αντιπαραγωγικό μοντέλο διεθνούς παρουσίας.
Το αποτέλεσμα ήταν η διατήρηση ενός κλίματος «ήρεμων νερών» που η Αθήνα έχει κάθε λόγο να συντηρήσει. Αλλά και με τη γνώση πως, αν στη δική της περίπτωση τα «ήρεμα νερά» είναι προϊόν διπλωματικής στάσης, σε εκείνη της Αγκυρας έχουν στοιχεία μετεωρολογικού φαινομένου.
Τα οποία μέχρι ενός σημείου μπορούν να προβλεφθούν. Αλλά όπως γνωρίζουμε από τη μετεωρολογία, ο καιρός μπορεί ανά πάσα στιγμή να «τρελαθεί».