Η Χρυσιάννα κοίταξε γύρω της. Χιόνια ανέγγιχτα, κάτασπρα σκέπαζαν τα επιβλητικά, κατάφυτα με έλατα βουνά. Τράβηξε ακόμα μια φωτογραφία, έκθαμβη, κι αναρωτήθηκε: «Ξέρει άραγε ο κόσμος ότι υπάρχουν τέτοια μέρη στην Ελλάδα;». Δίπλα της ο Στέργιος χαμογελούσε πλατιά. Ήθελε εδώ και καιρό να επισκεφθεί ξανά το χωριό του, να βρεθεί στην Τύρνα των παιδικών του χρόνων, στη φύση, στα βουνά. Δύο μέρες πριν, οι δυο τους είχαν βρεθεί στην Αθήνα για μια μπύρα λίγο τυπικά, σαν δυο γνωστοί Έλληνες, πρώην συμφοιτητές στο Harvard. Η Χρυσιάννα έλεγε και ξανάλεγε πόσο πολύ ήθελε να δει τα βουνά της Ελλάδας, πως δεν είχε πάει ποτέ. Την επόμενη κιόλας μέρα έλαβε ένα μήνυμα από τον Στέργιο: «άμα ψήνεσαι πάμε μεθαύριο, δουλεύω remote».
Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα – γρήγορα κι αυθόρμητα – για τους δημιουργούς της Αρκουδότρυπας που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Διόνυσο στο 64ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας. Δίχως να το γνωρίζουν, η Χρυσιάννα Παπαδάκη και ο Στέργιος Ντινόπουλος, για σχεδόν μια δεκαετία μέχρι εκείνη τη στιγμή, ακολουθούσαν παράλληλα μονοπάτια, είχαν παρόμοιες εμπειρίες και κοινές αναφορές, αλλά δεν ήταν «ακριβώς φίλοι» όπως εξηγεί η Χρυσιάννα.
«Νιώθω ότι τότε γνωριστήκαμε ουσιαστικά, σε εκείνο το ταξίδι» λέει ο Στέργιος, καθώς μου αφηγούνται πώς ξεκίνησαν όλα σε ένα νοσταλγικό, βγαλμένο από άλλη εποχή καφέ στην Κυψέλη. «Πήραμε το αμάξι κι ανεβήκαμε στην Τύρνα. Κάναμε πεζοπορίες και συζητούσαμε πολύ για την τέχνη, τον πολιτισμό, την κοινωνία. Και κάπως είπαμε να δοκιμάσουμε να γράψουμε κάτι μαζί, μιας και ήμασταν και οι δύο στο χώρο της σεναριογραφίας», προσθέτει.
Επέστρεψαν στην Αθήνα μετά από μία εβδομάδα, έχοντας παρατείνει τη διαμονή τους όσο τους επέτρεπαν οι υποχρεώσεις. Ο Στέργιος έπρεπε να επιστρέψει στο γραφείο∙ η Χρυσιάννα στο Λονδίνο όπου έμενε ακόμα τότε μόνιμα. Με την επάνοδο, ξεκίνησαν να γράφουν κάνοντας εβδομαδιαίες συναντήσεις μέσω Zoom. «Δοκιμάσαμε να το κάνουμε τακτικά, βάλαμε κάποιους στόχους, βρισκόμασταν, κάναμε brainstorming, γράφαμε εντατικά», θυμάται ο Στέργιος. «Δουλεύαμε βέβαια πάνω σε μια άλλη ιδέα για μεγάλου μήκους ταινία, όταν κάποια στιγμή συνειδητοποιήσαμε ότι, ενώ μας άρεσε το project, ήταν κάτι τεράστιο, κι εμείς είχαμε κι οι δύο την ανάγκη να γυρίσουμε ταινία, να δουλέψουμε με κάμερα, με ηθοποιούς. Τότε αποφασίσαμε να γράψουμε κάτι για την Τύρνα. Προσωπικά, ήταν κάτι που ήθελα καιρό: να κάνω ταινία εκεί. Αλλά δεν ήξερα τι και πώς».
«Βγάλαμε ό,τι σημειώσεις είχαμε κρατήσει από εκείνο το ταξίδι. Παράλληλα, είδαμε ότι είχε deadline το Κέντρο Κινηματογράφου για αιτήσεις – λέμε, “τέλεια αυτό είναι που χρειαζόμαστε, ένα deadline” – και μας βγήκε πάρα πολύ γρήγορα, δηλαδή μέσα σε μια μέρα. Η βασική μας παραδοχή ήταν ότι θέλαμε να είναι πολύ δυνατό σεναριακά. Χαρακτήρες, ιστορία, δομή», τονίζει ο Στέργιος.
«Το βρήκαμε ωραίο δραματικά, το πώς δηλαδή ο φόβος της φύσης ως μια εξωτερική συνθήκη μπορεί να σε τσιτώσει εσωτερικά, να κάνει τα καταπιεσμένα συναισθήματα να ξεχειλίσουν.»
Ο στόχος επετεύχθη. Η Αρκουδότρυπα είναι μια ιστορία για την αγάπη, τη φιλία, την queer ταυτότητα αλλά και την σχέση με τη φύση και την παράδοση σε ένα μικρό ορεινό χωριό της ελληνικής επαρχίας. Στην καρδιά της αφήγησης βρίσκονται δύο νεαρές ηρωίδες – η Αργυρώ και η Αννέτα. «Και λόγω οικονομίας και λόγω προσέγγισης, θέλαμε να είναι αυτές το επίκεντρο», λέει η Χρυσιάννα. «Δεν υπάρχει κανένα πλάνο που δεν είναι κι αυτές μέσα. Άρα είσαι πάντα μαζί τους, ως θεατής είσαι μέσα στην πλοκή».
Την ίδια στιγμή, ένα επιβλητικό – γεμάτο θρύλους – φυσικό τοπίο φέρνει στην επιφάνεια μύχιες επιθυμίες και αρχέγονα συναισθήματα. Η Τύρνα γίνεται δραματουργικό όχημα και η ομώνυμη Αρκουδότρυπα του τίτλου γίνεται το εξωτερικό ερέθισμα που ταρακουνά εσωτερικά τις ηρωίδες. «Σε εκείνο το πρώτο ταξίδι που είχαμε κάνει μαζί με τον Στέργιο στην Τύρνα, εκείνο τον Φλεβάρη με τα χιόνια, είχαμε μια παρόμοια εμπειρία», θυμάται η Χρυσιάννα. «Είχαμε πάει για μια πεζοπορία. Μαζί μας ήταν κάποια φιλικά σκυλιά από το χωριό, μας ακολουθούσαν. Ήμασταν σε μια πολύ απότομη πλαγιά με το χιόνι να μας φτάνει στα γόνατα, όταν ξαφνικά ακούστηκε μια κραυγή. Τα σκυλιά αμέσως εξαφανίστηκαν× εμάς μας σηκώθηκε η τρίχα. Είναι αυτό που ξαφνικά συνειδητοποιείς πόσο ευάλωτος είσαι. Το βρήκαμε ωραίο δραματικά, το πώς δηλαδή ο φόβος της φύσης ως μια εξωτερική συνθήκη μπορεί να σε τσιτώσει εσωτερικά, να κάνει τα καταπιεσμένα συναισθήματα να ξεχειλίσουν. Αν έχεις ήδη απωθημένα, μια κραυγή από το πουθενά μπορεί να στα βγάλει. Και ανάμεσα στην Αννέτα και την Αργυρώ υπάρχουν πράγματα που δεν έχουν ειπωθεί».
Όταν πια το σενάριο ολοκληρώθηκε, η Χρυσιάννα και ο Στέργιος ήταν έτοιμοι για το επόμενο στάδιο. «Στην αρχή προσπαθήσαμε να το κάνουμε λίγο με τον παραδοσιακό τρόπο, να βρούμε έναν παραγωγό. Όμως η απάντηση πάντα ήταν “ωραίο σενάριο, καλά παιδιά φαίνεστε, άμα είναι να το πάρουμε, θα το γυρίσουμε σε 2 χρόνια”», αναφέρει η Χρυσιάννα. «Εμείς όμως νιώθαμε μια αμεσότητα και δεν θέλαμε να περιμένουμε», συμπληρώνει ο Στέργιος, «κι έτσι πήγαμε με αυτό το σκεπτικό».
Οι δυο τους έλειπαν πολλά χρόνια από την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να μην έχουν «ιδιαίτερα πατήματα στην πιάτσα», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Στέργιος. Έτσι, ξεκίνησαν να ρωτούν γνωστούς και φίλους. «Πήγε κάπως έτσι: βγήκαμε για κάτι τσίπουρα και κάτι καφέδες, κάναμε τηλέφωνα – όπως γίνεται συνήθως στην Ελλάδα. Κι αυτό έχει κάτι ωραίο, γίνεται πολύ εύκολα, πολύ άτυπα, πολύ φιλικά», συμπληρώνει. Η πρώτη και πολύ κομβική συνεργάτις που βρήκαν ήταν η φωτογράφος Αρσινόη Πηλού, ο άνθρωπος που, όπως λένε ξανά και ξανά και οι δύο, υποστήριξε το project από το πρώτο λεπτό απόλυτα.
Μη έχοντας υποστήριξη από κάποια εταιρία παραγωγής, το Κέντρο Κινηματογράφου ή κάποιον άλλο φορέα, η ομάδα στράφηκε στη λύση του crowdfunding προκειμένου να χρηματοδοτήσει την παραγωγή της Αρκουδότρυπας. Πολλές φορές, όταν ακούμε τον όρο, υποθέτουμε ότι πρόκειται για κάτι πολύ απλό, κάτι που του δίνεις λίγο χρόνο και μετά με έναν μαγικό τρόπο αποδίδει καρπούς μόνο του. Ο Στέργιος σπεύδει να διαψεύσει αυτή την εντύπωση: «Σαν λύση, το crowdfunding έχει κάτι ωραίο, είναι πολύ κοινοτικό. Αλλά ταυτόχρονα έχει πολλή επικοινωνιακή δουλειά. Είναι μια επιλογή που μπορεί να σου λύσει τα χέρια μεν, γιατί εμείς χωρίς την crowdfunding καμπάνια δεν θα κάναμε την ταινία ή θα περιμέναμε πολύ. Αλλά, ενώ μας πήγε πάρα πολύ καλά για πρώτη φορά, δεν είναι βιώσιμο για περισσότερα από ένα project και δεν θα το πρότεινα και εύκολα».
«Ήταν συγκινητικό το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι έδωσαν χρήματα για να γίνει η ταινία και μετά έδειχναν ενδιαφέρον να μάθουν πώς πήγε. Ένιωθαν λίγο μέρος του project. Αυτό είναι το ωραίο του crowdfunding. Είχε ήδη ένα fanbase η ταινία πριν βγει καν», προσθέτει η Χρυσιάννα τονίζοντας πόσο ευγνώμονες είναι σε όλους αυτούς τους ανθρώπους.
Την ίδια ευγνωμοσύνη νιώθουν και για τους ανθρώπους στο χωριό – από τη γιαγιά του Στέργιου που φιλοξένησε όλη την ομάδα, μέχρι κατοίκους της περιοχής, μικρούς και μεγάλους, που συνέτρεξαν τα γυρίσματα με κάθε δυνατό τρόπο. «Η ταινία δεν θα έβγαινε αν δεν είχαμε υποστήριξη από τους ανθρώπους στο χωριό. Για να φτάσουμε σε αυτή τη σπηλιά χρειαστήκαν τρία οχήματα αγροτικά. Μας φορτώνανε στην καρότσα και μας πηγαίνανε στο βουνό».
Εκτός από χρήμα, δεν υπήρχε και χρόνος. Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν σε έξι μόλις μέρες. Και μιλάμε για μια ταινία μικρού μήκους μεν, 38 λεπτών δε. «Για να γυρίσεις με πολύ λίγους πόρους και πολύ λίγο χρόνο πρέπει να είσαι πάρα πολύ έτοιμος. Ακόμα και για να δώσεις περιθώριο στον πειραματισμό πρέπει να τα έχεις όλα έτοιμα. Γι’ αυτό κι εμείς είχαμε φροντίσει να κάνουμε πάρα πολλά ρεπεράζ πολύ πριν πάμε για γύρισμα», επισημαίνει η Χρυσιάννα.
View this post on Instagram
Εξίσου πολλή δουλειά είχαν ρίξει και οι δύο πρωταγωνίστριες, Χαρά Κυριαζή και Πάμελα Οικονομάκη, κι αυτό φάνηκε στα γυρίσματα, τονίζει ο Στέργιος. «Μας εξέπληξαν πάρα πολύ και η Πάμελα και η Χαρά. Ήταν πολύ προετοιμασμένες και συνεχώς προσέθεταν συναισθηματικά επίπεδα, ακόμα και καινούρια πράγματα πολλές φορές. Από τις ερμηνείες τους έβλεπες ότι είχαν κάνει δουλειά και πέρα από τις πρόβες που είχαμε κάνει όλοι μαζί. Έκαναν deliver κάθε φορά κι αυτό ήταν πολύ εντυπωσιακό».
Πλέον, η Χρυσιάννα και ο Στέργιος δουλεύουν ήδη στη μεγάλου μήκους Αρκουδότρυπα. Η συμμετοχή τους στο φεστιβάλ της Δράμας τους ανατροφοδότησε, όπως λένε, τρομερά. «Για ’μας ήταν ένα τεστ γιατί δεν την είχε δει πολύς κόσμος την ταινία, ήμασταν ένα μικρό συνεργείο, δεν έχουμε εταιρία, δεν έχουμε ομάδα μάρκετινγκ, ήταν καλό να δούμε κι εμείς τι πιστεύει ο κόσμος για την ταινία μας. Μας έδωσε πολύ ενέργεια». Όσο για τη βράβευση, τους χαροποίησε πολύ φυσικά, αλλά δεν ήταν το ζητούμενο αρχικά όταν έστελναν την ταινία στο φεστιβάλ.
«Ένα φεστιβάλ ως θεσμός κριτικής δεν μας ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και είχαμε στείλει μόνο στο φεστιβάλ της Δράμας και της Αθήνας. Γιατί αυτά ήταν τα φεστιβάλ στα οποία θα μπορούσαμε να πάμε» λέει επ’ αυτού η Χρυσιάννα κι ο Στέργιος συμπληρώνει: « Για εμάς, τα φεστιβάλ είναι τρόπος να δει ο κόσμος την ταινία σου, να κυκλοφορήσει, να συζητηθεί, να πάρεις feedback, να γνωρίσεις κι άλλους δημιουργούς. Αυτό είναι το point των φεστιβάλ. Μας ενδιαφέρει να βρούμε αυτή την ισορροπία του να συμμετάσχεις σε πράγματα που έχουν αξία, αλλά και να μην δίνεις πολύ βάρος σε κάποιες πτυχές τους, όπως τα βραβεία για παράδειγμα».
«Σε κάθε περίπτωση, όμως, μας έδωσε ωραία ώθηση η βράβευση για να συνεχίσουμε» καταλήγει η Χρυσιάννα. «Θα μου άρεσε πάρα πολύ όλο αυτό να μας βοηθήσει να ολοκληρώσουμε την μεγάλου μήκους γιατί ουσιαστικά τα κάνουμε όλα μόνοι μας».
Αρκουδότρυπα / Bearcave
Σκηνοθεσία: Χρυσιάννα Παπαδάκη & Στέργιος Ντινόπουλος (Insta: @krysianna_bp & @sterbear8)
Ηθοποιοί: Χαρά Κυριαζή, Πάμελα Οικονομάκη
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Αρσινόη Πηλού
Παραγωγή: Χρυσιάννα Παπαδάκη, Στέργιος Ντινόπουλος, Αρσινόη Πηλού, Θάνος Μιχαλόπουλος
Η ταινία απέσπασε το πρώτο βραβείο στο 46ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, καθώς και το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας για την ερμηνεία της Χαράς Κυριαζή.
Η Αρκουδότρυπα (Insta: @bearcavefilm) θα προβληθεί ξανά στις φετινές «Νύχτες Πρεμιέρας» του Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.