Βαθμολογία
5: εξαιρετική
4: πολύ καλή
3: καλή
2: ενδιαφέρουσα
1: μέτρια
0: απαράδεκτη
«Ανατομία μιας πτώσης» (Anatomie d’une chute, Γαλλία, 2023)
Ο βασικότερος των αρκετών λόγων για τους οποίους η ταινία της Ζιστίν Τριέ μπορεί να σε κερδίσει, είναι ότι με πολύ εύστοχο, καθαρό τρόπο, επισημαίνει κάτι που ενώ το ζούμε καθημερινά και μάλιστα το κατηγορούμε, το αφήνουμε πάντα να μας παρασύρει, πολλές φορές προς την λάθος κατεύθυνση: τον προσανατολισμό μας, όταν στην μέση υπάρχει μια τραγωδία, προς ένα χ – ψ συμπέρασμα, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν οι ενδείξεις, τα απτά στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτό το συμπέρασμα.
Συνήθως παρασυρόμαστε από τις επιφανειακές εντυπώσεις, είτε αυτές οφείλονται στο κοινωνικό προφίλ κάποιου που κατηγορείται για κάτι, είτε στον τρόπο ζωής του, είτε σε άλλου τύπου φήμες, κοινώς τα κουτσομπολιά. Ζούμε στην εποχή όπου όλοι κάνουν τις δικές τους «δίκες», όλοι γίνονται «εισαγγελείς», όλοι αποφασίζουν ποιοι είναι ένοχοι και ποιοι όχι και όλοι, με μια ανατριχιαστική ευκολία, «καταδικάζουν». Δεν είναι μόνον η τηλεόραση που έχει την ευθύνη σε όλο αυτό το κοινωνικό χάος αλλά και η κάκιστη χρήση των κοινωνικών δικτύων. Και για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, είναι κα λίγο θέμα της ανθρώπινης φύσης.
Ακριβώς σε μια τέτοια κατάσταση θα βρεθεί η Σάντρα Βόιτερ (Σάντρα Χούλερ), κεντρικό πρόσωπο της «Ανατομίας μιας πτώσης». Επιτυχημένη, νέα σχετικά συγγραφέας και μητέρα ενός ασθεικού παιδιού η Βόιτερ θα καθίσει στο ειδώλιο της κατηγορουμένης όταν η σορός του συζύγου της, βρεθεί στον εξωτερικό χώρο της απομονωμένης στα χιόνι έπαυλής τους. Η συγγραφέας ήταν μέσα στο σπίτι όταν έγινε το κακό, μάρτυρες δεν υπάρχουν, οπότε θα θεωρηθεί βασική ύποπτος για δολοφονία και θα της ασκηθεί κατηγορητήριο.
Ετσι αρχίζει η σχολαστική διαδικασία της δίκης, μέσω της οποίας, όμως, η ίδια η ανεύρεση της αλήθειας, το αν είναι πράγματι ένοχη ή όχι η Σάντρα Βόιτερ, δεν δείχνει να αφορά το σώμα της ταινίας όπως και την σκέψη της σκηνοθέτριας. Η Τριέ ενδιαφέρεται για την ψυχολογική εμβάθυνση του επίμαχου ζητήματος, αυτό που «ορίζει» κάποιον απριόρι ένοχο. Η Σάντρα Βόιτερ και ο συνήγορός της (Σουόν Αρνό) έχουν να παλέψουν κυρίως με τις φήμες που πλάθουν το προφίλ της κατηγορουμένης, την εύκολη «βιτρίνα» και όχι την ουσία των στοιχείων.
Το γεγονός ότι κάποτε έγινε ένας καυγάς ανάμεσα στην κατηγορούμενη και το θύμα στρέφεται εναντίον της αλλά το σωστό ερώτημα, λέει η Τριέ (μέσω της ηρωίδας της) είναι «πως είναι δυνατόν να κρίνει κανείς μια ολόκληρη ζωή μέσα από ένα δεκάλεπτο έντασης;». Πάνω σε αυτήν την λογική κινείται ολόκληρη η ταινία στημένη άψογα κάτω από το αυστηρό σκηνοθετικό βλέμμα της Τριέ και με την Σ. Χούλερ σε μια εκπληκτική στιγμή ενώ παίζει μια γυναίκα που διατηρεί διαρκώς την ψυχραιμία της χωρίς ποτέ να ιδρώνει το αυτί της (κάτι που αυξάνει τις υποψίες εναντίον της).
Bαθμολογία: 4
ΑΘΗΝΑ: ΑΙΓΛΗ ΖΑΠΠΕΙΟΥ – ΔΕΞΑΜΕΝΗ – ΙΝΤΕΑΛ – ΑΝΕΣΙΣ – ΛΑΪΣ – ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ – ΣΙΝΕ ΨΥΧΙΚΟ – ΛΑΟΥΡΑ – ΛΙΛΑ – ΣΤΕΛΛΑ – ΚΑΡΜΕΝ – ΝΑΝΑ – ΧΛΟΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΝΑΤΑΛΙ – ΑΛΕΞ
«Equalizer 3: Το τελευταίο κεφάλαιο» (Equalizer 3, ΗΠΑ, 2023)
Ο υπότιτλος της ταινίας «Equalizer 3» δηλώνει ότι ο μυστηριώδης κύριος Ρόμπερτ Μακόλ, ο πρώην κυβερνητικός πράκτορας με το ταλέντο να φέρνει σε πέρας κάθε αποστολή αφήνοντας πίσω του δεκάδες νεκρούς τον οποίο υποδύεται και πάλι ο Ντενζέλ Ουάσινγκτον, είναι έτοιμος να κρεμάσει τα πιστόλια του και να πάρει (στ’ αλήθεια) σύνταξη. Είναι απορροφημένος από την ομορφιά του τοπίου αλλά και των κατοίκων του παραλιακού χωριού της Σικελίας όπου αναγκάστηκε να βρεθεί λαβωμένος μετά την τελευταία του αποστολή. Βεβαίως, Σικελία και Ιταλία σημαίνουν επίσης καμόρα, οργανωμένο έγκλημα και τρομοκρατία επομένως το τσάι που αρέσει στον Μακόλ να πίνει στα καφέ του χωριού όπως και οι ήσυχες βόλτες που κάνει με το μπαστούνι του, θα διακοπούν απότομα, όταν και πάλι θα αναλάβει ξανά δράση.
Ο σκηνοθέτης Αντουάν Φουκουά που έχει συνεργαστεί πολλές φορές με τον Ουάσινγκτον (είναι ο σκηνοθέτης της «Μέρας εκπαίδευσης» για την οποία ο ηθοποιός κέρδισε το Οσκαρ Α ρόλου) δίνει την ευκαιρία στον θεατή να μελετήσει λίγο περισσότερο τον εσωτερικό κόσμο του Μακόλ, να μπει στον ψυχισμό του και εν τέλει να καταλάβει την ανάγκη του να βρεθεί εκτός πεδίου δράσης, έστω και αν οι συνθήκες τον αναγκάζουν να επιστρέψει. Περιέργως, αυτή η ταινία έχει μια απροσδόκητη γλυκύτητα (παρά τις σκηνές βαρβαρότητας που δεν θα μπορούσαν να λείπουν). Σου δίνει την αίσθηση ότι ακόμα και ο ίδιος ο Ουάσινγκτον, στα 68 του πλέον είναι κάπως μεγάλος για όλα αυτά τα «επικίνδυνα παιχνίδια», ότι έχει φτάσει στ’ αλήθεια η ώρα να πει μια και καλή αντίο στον ήρωα του δικού του franchise
Bαθμολογία: 2 ½
ΑΘΗΝΑ: ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – ΒΑΡΚΙΖΑ – ΜΑΡΙΕΛ ΠΟΡΤΟ ΡΑΦΤΗ – ΜΙΜΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ – ΝΑΝΑ – TΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΣΙΝΕ ΓΑΛΑΤΣΙ – ΣΙΝΕ ΓΕΡΑΚΑΣ – ΣΙΝΕ ΠΑΝΘΕΟΝ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: CINEMA ONE – VILLAGE COSMOS κ.α.
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ
«Ο δράκος» (Ελλάδα, 1956) του Νίκου Κούνδουρου.
Μόλις απελευθερώθηκε από την Μακρόνησο, ο Νίκος Κούνδουρος άρχισε να ασχολείται με τον κινηματογράφο υπογράφοντας την πρώτη ταινία του, «Μαγική πόλη», το 1955. Ένα χρόνο αργότερα καθιερώθηκε με τον «Δράκο», σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη και μουσική Μάνου Χατζιδάκι ,μια ταινία η οποία συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες δημιουργίες του ελληνικού κινηματογράφου όλων των εποχών. Σε μια υποδειγματική ερμηνεία και πλαισιωμένος από ένα υπέροχο καστ (Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Γιάννης Αργύρης, Θανάσης Βέγγος, Μαρίκα Λεκάκη, Ανέστης Βλάχος, Φρίξος Νάσου), ο Ντίνος Ηλιόπουλος είναι συγκλονιστικός στον ρόλο του ανθρωπάκου που λόγω φυσιογνωμικής ομοιότητας παρεξηγείται ως «Δράκος», που είναι το παρατσούκλι του φόβητρου της περιοχής.
Βαθμολογία: 4
ΑΘΗΝΑ: ΡΙΒΙΕΡΑ
«Weekend», Γαλλία, 1967) του Ζαν Λικ Γκοντάρ.
Σουρεαλιστική δραματική σάτιρα του μεγάλου Ελβετού κινηματογραφικού ριζοσπάστη Ζαν Λικ Γκοντάρ, ο οποίος με δραματουργικό χρόνο ένα Σαββατοκύριακο και κεντρικά πρόσωπα ένα ζευγάρι πλήρως αλλοτριωμένων αστών, ακολουθεί μια εφιαλτική διαδρομή από το Παρίσι στην γαλλική επαρχία, επισημαίνοντας, με διάφορους συμβολικούς τρόπους, την κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού. Εξαιρετικά απαιτητικό στην παρακολουθηση του, θεωρείται το φιλμ που μαζί με την γυρισμένη την ίδια χρονιά «Κινεζα» προέβλεψε τα γεγονότα του Μάη του 1968. Παίζουν: Μιρέιγ Νταρκ, Ζαν Γιάν, Ζαν Πιέρ Καλφόν, Ζαν Πιέρ Λεό.
Βαθμολογία: 3
ΑΘΗΝΑ: ΑΤΕΝΕ
«Το Χέρι που Σκοτώνει» (Shadow of a Doubt, 1943) του Αλφρεντ Χίτσκοκ.
Με φόντο μια μικρή πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών και με σενάριο γραμμένο αρχικά από τον βραβευμένο με τρία Πούλιτζερ Θόρντον Ουάιλντερ, ο Αλφρεντ Χίτσκοκ δηλώνει ότι το κακό μπορεί να μπει παντού – και μπαίνει. Με κάθε μάσκα. Ακόμα και με εκείνην ενός αξιολάτρευτου συγγενούς, του θείου Τσάρλι (Τζόζεφ Κότεν) που κυνηγημένος από την αστυνομία καταφεύγει στην οικογένειά του αναπτύσσοντας μια έντονη σχέση με την συνονόματή του ανιψιά (Τερέζα Ράιτ). Εκείνη τον θαυμάζει μεν (υπάρχει η υπόνοια ότι είναι ερωτευμένη μαζί του) αλλά την ίδια ώρα αντιλαμβάνεται ότι ο θείος (ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς ψυχοπαθείς αντιήρωες του σκηνοθέτη) κρύβει κάτι ύποπτο. Βαθύτατα ψυχαναλυτική ταινία στην οποία ο Χίτσκοκ με έναν αρμονικό τρόπο φέρνει σε αντιπαράθεση την αγάπη, την κατανόηση και την τάξη με την απόλυτη παράνοια.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: ΖΕΦΥΡΟΣ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ – ΟΑΣΙΣ κ.α.
«Το βλέμμα του Οδυσσέα» (1995) του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ενώ αναζητά τις χαμένες κόπιες του πρώτου κινηματογραφικού «βλέμματος» στα Βαλκάνια, ένας σκηνοθέτης (Χάρβεϊ Καϊτέλ) έρχεται αντιμέτωπος με το χάος της σκληρής πραγματικότητας του πολέμου σ’ έναν κόσμο κουρασμένο από συμφορές, καταραμένο. Κινηματογραφική ποίηση και την ίδια ώρα επίκαιρο ντοκουμέντο, σε μια ταινία που θα έπρεπε να μας κάνει περήφανους που τη γύρισε Ελληνας. Ισως σε αυτή θα έπρεπε να δοθεί ο Χρυσός Φοίνικας στο φεστιβάλ Καννών του 1994, όπου τελικά βραβεύτηκε το «Underground» του Εμίρ Κουστουρίτσα με το «Βλέμμα να κερδίζει το μεγάλο βραβείο της επιτροπής. Οι Μάγια Μοργκενσεν, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Ερλαντ Γιόζεφσον και Θανάσης Βέγγος συμπληρώνουν το βασικό επιτελείο των ηθοποιών και λίγο ότι και αν πει κανείς για την φωτογραφία του Γιώργου Αρβανίτη.
Βαθμολογία:
ΑΘΗΝΑ: ΣΤΟΥΝΤΙΟ
ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ
«Λέιντι Μπαγκ και Κατ Νουάρ το ξεκίνημα» (Miraculous – Le film, Γαλλία ,2023).
Κινούμενα σχέδια σε σκηνοθεσία Ζερεμί Ζαγκ που μεταφέρουν για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη μία από τις πιο επιτυχημένες σειρές κινουμένων σχεδίων με πρωταγωνιστές τη Λέιντι Μπαγκ και τον Κατ Νουάρ. Ο Ζαγκ, που έχει συνθέσει τη μουσική και συνυπογράψει τα τραγούδια της ταινίας, εξακρίβωσε ότι τηλεοπτική σειρά είχε τα ιδανικά συστατικά για να γίνει ταινία όταν άρχισε να δουλεύει πάνω σε ένα θεατρικό μιούζικαλ βασισμένο πάνω της. Στην ελληνική μεταγλώττιση ακούγονται οι Θεοδώρα Παπαϊωάννου, Ανδρέας Κωνσταντινίδης, Χίλντα Ηλιοπούλου, Ανδρέας Ευαγγελάτος κ.α.
Βαθμολογία: 2
(σε παραπάνω από 50 αίθουσες της Ελλάδας)
«Χελωνονιντζάκια: Μεταλλαγμένος χαμός» (Teenage mutant Ninja turtles: Mutant mayhem, ΗΠΑ, 2023).
Εδώ τα σχόλια περιττεύουν καθώς τα μεταλλαγμένα πλάσματα που έχουν αναδυθεί από τους υπονόμους και προσπαθούν να βρουν μια θέση ανάμεσα στον κόσμο, έχουν ήδη μεγάλο κινηματογραφικό παρελθόν πίσω τους από την δεκαετία του 1980 όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά και έκαναν θραύση. Ο Τζεφ Ρόου αποπειράθηκε να ανανεώσει την εφηβική αισθητική του franchise και το αποτέλεσμα πιθανόν να ενδιαφέρει όσους ακολουθούν την πορεία αυτών των πλασμάτων.
Βαθμολογία: 2
(σε παραπάνω από 80 αίθουσες της Ελλάδας)