Υποψήφιος στις αυτοδιοίκητές εκλογές του Οκτωβρίου, διεκδικώντας το Δήμο της Αθήνας, ο Κώστας Ζαχαριάδης ανέλυσε τους στόχους και τις φιλοδοξίες του εφόσον εκλεγεί.
«Δεν πάμε για κομματική καταγραφή», διευκρίνισε αρχικά ο υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα Mega, θεωρώντας ότι ναι μεν ο Δήμος Αθηναίων έχει έναν πολιτικό συμβολισμό, αλλά την ίδια ώρα είναι ένα «πεδίο συνεργασιών και συνενέσεων» προκειμένου ν’ αλλάξει «προς το καλύτερο η καθημερινότητά μας».
Κατά τον Κώστα Ζαχαριάδη τρεις είναι οι βασικοί άξονες που απασχολούν τους Αθηναίους: «το κυκλοφοριακό» για όσους ταλαιπωρούνται καθημερινά από την κίνηση, «η ποιότητα ζωής της πόλης που βράζει για μήνες» και σε τρίτο επίπεδο η ασφάλεια.
Ιδίως δε εστίασε στο κομμάτι για την ποιότητα ζωής, κατηγορώντας τον Κώστα Μπακογιάννη πως δεν την φρόντισε όσο απαιτούσαν οι συνθήκες. Ναι μεν συμφώνησε τα πλατάνια, ευχόμενος να πιάσουν, αλλά την ίδια ώρα υποστήριξε πως «χρειάζεται μια συνολική μελέτη για το κέντρο, ένα συνολικό σχέδιο». Κάτι που δεν είδε να συμβαίνει επί τέσσερα χρόνια. Αντιθέτως διαπίστωσε το ράβε-ξήλωνε στην Πανεπιστημίου για το οποίο ο νυν δήμαρχος «δεν θα ξεμπερδέψει με μια συγγνώμη».
Ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ εξήγησε ότι έχει εντοπίσει τα προβλήματα, διότι η Αθήνα «είναι η πόλη που ζω όλα τα χρόνια της ζωής μου. Έλειψα μόνο όταν ήμουν στο στρατό και έκανα το μεταπτυχιακό στο Μάντσεστερ». «Σε αυτήν την πόλη εργάζομαι, σε αυτήν την πόλη διασκεδάζω και την ξέρω καλά», συμπλήρωσε.
Περί ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ο λόγος
Ο κ. Ζαχαριάδης ρωτήθηκε επίσης για τις εσωκομματικές διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ, οι συσχετισμοί των οποίων είναι πιθανό να μεταβληθούν μετά την κατάθεση της υποψηφιότητας του Στέφανου Κασσελάκη. Αφού αυξήθηκε καλή επιτυχία σε όλους, επισήμανε ότι «μ’ αρέσει η αύξηση του ενδιαφέροντος» και σημείωσε πως πλέον το ενδιαφέρον πρέπει να στραφεί στο πολιτικό περιεχόμενο.
Αρνήθηκε πάντως να στηρίξει κάποια εκ των υποψηφιοτήτων, διότι μια τέτοια επιλογή θα ήταν εύκολο να πληγώσει την προσπάθεια επικράτησης στον Δήμο Αθηναίων με δεδομένο ότι στόχος του είναι «συσπειρώσουμε ευρύτερες δυνάμεις» από τον κοινωνικό ιστό της πόλης.