Μια εκτενής μελέτη αμερικανών επιδημιολόγων από το Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σεν Λιούις είχε στόχο να καταγράψει τις μακροχρόνιες συνέπειες της νόσου COVID-19. Για τον σκοπό αυτόν αναλύθηκαν δεδομένα αμερικανών βετεράνων στρατιωτικών.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη συνέχεια μιας μελέτης η οποία νωρίς κατά την πανδημία είχε καταδείξει ότι η νόσηση με τον ιό SARS-CoV-2 αύξανε για τους επόμενους τρεις μήνες τον κίνδυνο εμφράγματος και ψυχικών νόσων.
Αυτή τη φορά όμως η μελέτη, για την οποία χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από 140.000 άτομα που είχαν νοσήσει και 6 εκατομμύρια άτομα που δεν είχαν νοσήσει, αφορούσε 80 διαφορετικά προβλήματα υγείας, ενώ το διάστημα που ελέγχθηκε ήταν δύο χρόνια μετά τη μόλυνση από τον ιό. Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, τα οποία δημοσεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα στην επιθεώρηση Nature Medicine, ο κίνδυνος παρέμενε αυξημένος για το ένα τρίτο των ασθενειών που εξετάστηκαν.
Παραδείγματος χάριν, ο κίδυνος για εμφάνιση διαβήτη δύο χρόνια μετά τη νόσηση ήταν 13% αυξημένος σε σχέση με τον κίνδυνο που διέτρεχαν όσοι δεν είχαν μολυνθεί από τον ιό.
Παρά το γεγονός ότι δεν μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τον γενικό πληθυσμό από αυτή τη μελέτη, καθώς ο πληθυσμός στον οποίο έγινε ήταν 90% άνδρες, 70% λευκοί και με μέση ηλικία γύρω στα 60 έτη, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι γιατροί θα πρέπει να ακούνε προσεκτικά τα παράπονα των ασθενών τους που έχουν νοσήσει από COVID-19.