Ο άνθρωπος που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον συνέδεσε το όνομά του με την κατασκευή, και εντέλει χρήση, της πρώτης ατομικής-πυρηνικής βόμβας, είναι βέβαια ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (1904-1967), γύρω από την προσωπικότητα του οποίου περιστρέφεται η πιο πρόσφατη ταινία του σκηνοθέτη Κρίστοφερ Νόλαν «Οπενχάιμερ». Είναι μια ευκαιρία, λοιπόν, να ξαναθυμηθούμε λίγα πράγματα από το περίπλοκο χρονικό της επιστημονικής του ζωής και της εμπλοκής του με την εξουσία σε μια ομολογουμένως κρίσιμη ιστορική στιγμή.
Ο Οπενχάιμερ γεννήθηκε το 1904 στη Νέα Υόρκη. Μετά τα σχολικά και κολεγιακά του χρόνια, μπήκε στο Harvard το 1922, όπου παράλληλα με την επιστήμη –φυσική, χημεία– παρακολούθησε φιλοσοφία, γαλλική λογοτεχνία, λατινικά και ελληνικά. Αποφοίτησε το 1925, και τα επόμενα τέσσερα χρόνια ταξίδεψε στα μεγάλα επιστημονικά κέντρα της Ευρώπης την εποχή της επανάστασης της κβαντικής μηχανικής.
Αρχικά έμεινε για ένα χρόνο στο Cambridge, και μετά προσκλήθηκε από τον Max Born, έναν από του θεμελιωτές της κβαντικής μηχανικής, για να εργαστεί μαζί του στο Göttingen. Εκεί πήρε το διδακτορικό του το 1927, και την ίδια χρονιά έγραψε μαζί με τον Born μια εργασία δημιουργώντας τη φημισμένη «προσέγγιση Born – Oppenheimer», που εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης των φασματικών ιδιοτήτων των μορίων.
Τα έτη 1928 με 1929 τον βρίσκουμε ξανά στο Cambridge, έπειτα στην Ολλανδία και τέλος στη Ζυρίχη, όπου επηρεάστηκε βαθιά από τον Wolfgang Pauli.
Επέστρεψε οριστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες το καλοκαίρι του 1929, και για τα επόμενα 13 χρόνια το Berkeley ήταν ο τόπος όπου με τη διδασκαλία του και το στυλ έρευνάς του ξεκίνησε τη δημιουργία μιας ολόκληρης σχολής θεωρητικής φυσικής.
Την περίοδο αυτή οι έρευνές του είχαν ένα εντυπωσιακό εύρος, που έδειχνε την ικανότητά του να καταλαβαίνει τα πάντα. Αρχικά οι αναλύσεις του περιλάμβαναν θέματα κβαντικής θεωρίας, ενώ προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 στράφηκε και σε προβλήματα αστροφυσικής και γενικής σχετικότητας. Ιστορική υπήρξε η εργασία του με τον Hartland Snyder για τη βαρυτική κατάρρευση πολύ μαζικών αστέρων, προβλέποντας έτσι αυτό που αργότερα ονομάστηκε μαύρη τρύπα.
Το ενδιαφέρον του για την πολιτική ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης στην εξεύρεση εργασίας από τους φοιτητές του, και τα νέα από την Ευρώπη, και ιδιαίτερα τη Γερμανία, τον αφύπνισαν. Γνωρίστηκε τότε με πρόσωπα που συνδέονταν με τοπικούς ριζοσπαστικούς κύκλους. Γεγονός παραμένει ότι στο ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Οπενχάιμερ ήταν πολιτικά δραστηριοποιημένος και έτοιμος να προσφέρει τις γνώσεις του στον αγώνα ενάντια στους ναζί.
Όλα αυτά ήταν γνωστά όταν το 1942 ο στρατηγός Leslie Groves, υπεύθυνος της μυστικής προσπάθειας κατασκευής της ατομικής βόμβας, του «σχεδίου Manhattan» όπως αποκλήθηκε, διόρισε τον Οπενχάιμερ επιστημονικό διευθυντή για να οδηγήσει το πρόγραμμα στο εργαστήριο του Los Alamos. Το γιατί διάλεξε τον Οπενχάιμερ ήταν μια σχετική έκπληξη. Ασφαλώς είχε εντυπωσιαστεί από το εύρος των γνώσεών του, και μάλλον διέβλεψε κάποια ηγετικά χαρακτηριστικά και μια διάθεση συμβιβασμού με τον δικό του τρόπο διεύθυνσης των πραγμάτων. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Η πρώτη πυρηνική λάμψη που άναψε άνθρωπος ήταν αυτή στη δοκιμή στην έρημο του Alamogordo στο Νέο Μεξικό στις 16 Ιουλίου 1945 με το κωδικό όνομα «Trinity». Ο Οπενχάιμερ αργότερα, ενθυμούμενος τη σκηνή, θα πει ότι η σκέψη του πήγε στις λέξεις από το ινδουιστικό έπος Bhagavad Gita: «Έγινα ο θάνατος, ο καταστροφέας των κόσμων». Ακολούθησε το πραγματικό μέγεθος της καταστροφής: οι βόμβες ουρανίου της 6ης Αυγούστου και πλουτωνίου της 9ης Αυγούστου 1945 ερήμωσαν Χιροσίμα και Ναγκασάκι.
Το 1947 ο Οπενχάιμερ εγκατέλειψε πια το Berkeley και ανέλαβε διευθυντής του περίφημου Ινστιτούτου Προχωρημένων Σπουδών στο Princeton. Ήταν μια εποχή, όπου αυτό περιλάμβανε στους κόλπους του όχι μόνο τον Αϊνστάιν, αλλά και άλλους καθιερωμένους επιστήμονες. Με την έλευση του Οπενχάιμερ, το Ινστιτούτο άρχισε σιγά σιγά να ανοίγεται σε νέους επιστήμονες και να δραστηριοποιείται διεπιστημονικά.
Την ίδια περίοδο, ο Οπενχάιμερ, σύμβολο ήδη των ηθικών διλημμάτων, θα αντισταθεί στις προσπάθειες να αναπτυχθεί η νέα βόμβα υδρογόνου. Η μετριοπαθής στάση του, υπαγορευόμενη από πολιτικούς, αλλά και τεχνικούς λόγους, άρχισε γρήγορα να αποτελεί σημείο τριβής με τους υποστηρικτές της βόμβας υδρογόνου.
Το 1953 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την αμερικανική πολιτική. Ότι ο Οπενχάιμερ θα ήταν ένα από τα θύματα του κυνηγιού μαγισσών έπρεπε να είχε προβλεφθεί. Με βάση το γνωστό ήδη παρελθόν, αλλά στην πραγματικότητα λόγω της αντίθεσής του στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και στη βόμβα υδρογόνου, του αφαιρέθηκε η άδεια πρόσβασής σε διαβαθμισμένο υλικό. Ο ίδιος διάλεξε να ζητήσει η περίπτωσή του να κριθεί σε ακρόαση, αν και πρέπει να ήταν αρκετά πεπεισμένος ότι δεν επρόκειτο να δικαιωθεί. Η πλειοψηφία των επιστημόνων έσπευσε να τον υποστηρίξει, κάποιοι άλλοι στράφηκαν εναντίον του. Έπρεπε να φτάσει το 1961 για να ξεκινήσει μια διαδικασία μερικής αποκατάστασής του.
Παρέμεινε διευθυντής του Ινστιτούτου στο Princeton μέχρι την αποχώρησή του το 1965 . Θα πεθάνει δύο χρόνια μετά από καρκίνο του λάρυγγα. Αν και δεν επανήλθε στην ενεργό έρευνα, συνέχισε να παρακολουθεί καθετί που συνέβαινε στο μέτωπο της φυσικής. Ο σπουδαίος Steven Weinberg θυμάται: «Ο Οπενχάιμερ καθόταν [στα σεμινάρια] πάντα στην πρώτη σειρά, απευθύνοντας ερωτήσεις που έδειχναν ότι ήξερε τόσο πολλά για το θέμα της ομιλίας όσο ο ομιλητής. Ασφαλώς έκανε μια επίδειξη, αλλά κανένας άλλος δεν μπορούσε να το κάνει αυτό. Πραγματικά ήξερε τόσα όσο ο ομιλητής».
Μπορεί οι φυσικοί να «γνώρισαν την αμαρτία», όπως είχε πει ο ίδιος, αλλά η πυρηνική απειλή δεν είναι η μόνη. Βιώνουμε ήδη πολύπλευρες κρίσεις. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την τύχη που περιμένει το «πείραμα άνθρωπος».
Ο Κωνσταντίνος Ε. Βαγιονάκης είναι Ομότιμος καθηγητής θεωρητικής φυσικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.