Από κρίση σε κρίση ακροβατεί η κυβέρνηση, καθώς οι κατ’ ουσίαν αναμενόμενες πυρκαγιές του Αυγούστου, εξελίσσονται σε μία νέα πολυδιάστατη τραγωδία, αυτή τη φορά και με πολλά ανθρώπινα θύματα.
Η μεγάλη πυρκαγιά στον εθνικό δρυμό της Δαδιάς, στο βορειοανατολικό άκρο της χώρας και σε μία περιοχή η οποία τα τελευταία χρόνια είχε αναδειχθεί σε σημείο με γεωστρατηγική σημασία για την Ελλάδα και την ΝΑ Μεσόγειο (λόγω και της ΝΑΤΟϊκής βάσης στην Αλεξανδρούπολη), ανέδειξε για μία ακόμη φορά την τεράστια πρόκληση της προσαρμογής στις συνθήκες της περιόδου. Είτε μιλά κανείς για την κλιματική κρίση, είτε για την ούτως ή άλλως αναγκαία δασοπροστασία, είτε και για την πολλαπλή επιχειρησιακή αναδιάρθωση, αναλόγως των προτεραιοτήτων και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε περιοχής.
Οι καιρικές συνθήκες ήταν και πάλι εξαιρετικά δυσμενείς λόγω των θυελλωδών ανέμων. Ωστόσο, έχει πλέον γίνει δεδομένη η δυσάρεστη διαπίστωση, ότι όποτε επικρατούν τέτοιες συνθήκες, οι πυρκαγιές προεξοφλούνται και το καταστροφικό τους πέρασμα θεωρείται επίσης δεδομένο.
Αίσθηση απελπισίας
Δεν είναι η πρώτη φορά που καίγεται το συγκεκριμένο δάσος, ωστόσο η αίσθηση που δημιουργείται σωρευτικά από τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια, έφερε και αυτή τη φορά τα επιτελεία στο Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη στα όρια του πανικού.
Το γεγονός δε ότι την Τρίτη βρέθηκαν απανθρακωμένες οι σωροί 18 ανθρώπων στο σημείο, καθιστά τη νέα καταστροφή ακόμη τραγικότερη.
Το υπόλοιπα μεγάλα μέτωπα των ημερών, αυτό στους πρόποδες της Πάρνηθας και την περιοχή του Ασπρόπυργου – Θριάσιου και το άλλο στη Βοιωτία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το νέφος από την πυρκαγιά του Έβρου απλώθηκε ουσιαστικά κατά μήκος ολόκληρου του άξονα της χώρας, από το βορειοανατολικό έως το νοτιοδυτικό της άκρο, έδωσαν μία αίσθηση απελπισίας σε πολίτες και κατά τόπους αρμοδίους.
Σε επιχειρησιακό και πολιτικό πεδίο, επί της ουσίας το καλοκαίρι τελειώνει όπως ξεκίνησε, δίχως να είναι μέχρι στιγμής σαφές και ξεκάθαρο, ποιες είναι οι δυνατότητες άμεσης και ουσιαστικής παρέμβασης στο επιχειρησιακό πεδίο και στην στρατηγική αντιμετώπισης των πυρκαγιών.
Οι απαντήσεις θα δοθούν εντός των προσεχών μηνών και οι διαπιστώσεις θα πρέπει να αναμένονται τον επόμενο χρόνο – εφόσον έως τότε δεν έχει συμβεί κάτι χειρότερο.