Από τα ελληνικά και τα λατινικά μέχρι τα αγγλικά και τα ισπανικά, σχεδόν ο μισοί άνθρωποι του κόσμου μιλούν γλώσσες της λεγόμενης ινδοευρωπαϊκής οικογένειας, η οποία εκτιμάται ότι εμφανίστηκε κάπου στην Ευρασία κατά τη Νεολιθική Εποχή και σταδιακά γέννησε παραλλαγές που εξαπλώθηκαν μέσω μαζικών μεταναστεύσεων.
Αυτή είναι τουλάχιστον η γενική εικόνα, καθώς οι λεπτομέρειες της υπόθεσης παραμένουν αντικείμενο διαμάχης εδώ και δεκαετίες. Μεγάλη γλωσσολογική μελέτη που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Science» επιχειρεί τώρα να συμφιλιώσει τις δύο επικρατέστερες θεωρίες για την προέλευση των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
Η μία θεωρία θέλει την αρχαία μητρική γλώσσα να εμφανίστηκε πριν από περίπου 9.000 χρόνια σε αγροτικές κοινωνίες της Εύφορης Ημισελήνου, κατά μήκος των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, και να διαδόθηκε με μεταναστευτικές εξόδους.
Σύμφωνα με την αντίπαλη θεωρία, η μητρική γλώσσα εμφανίστηκε βόρεια του Καυκάσου πολύ αργότερα, πριν από περίπου 5.000 χρόνια, και διαδόθηκε από νομάδες που διέθεταν άλογα και άμαξες. Στη νέα μελέτη, δεκάδες γλωσσολόγοι συνεργάστηκαν για να δημιουργήσουν έναν κατάλογο ινδοευρωπαϊκών λέξεων κοινής ρίζας, ο οποίος καλύπτει 100 σύγχρονες γλώσσες και 50 που δεν ομιλούνται πλέον, όπως τα αρχαία ελληνικά. Η βάση δεδομένων επέτρεψε στους ερευνητές να ιχνηλατήσουν τα εξελικτικά παρακλάδια της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας.
Η εικόνα που προκύπτει είναι ένα υβριδικό μοντέλο που συνδυάζει στοιχεία και των δύο θεωριών: η μητρική γλώσσα γεννήθηκε σε κοινωνίες γεωργών στην Εύφορη Ημισέληνο πριν από 8.300 χρόνια και υιοθετήθηκε από νομάδες που τη διέδωσαν σε άλλες περιοχές. Η ανάλυση βασίστηκε σε εντυπωσιακά μεγάλο σετ δεδομένων, δεν επιλύει όμως οριστικά τη διαμάχη, εν μέρει επειδή μερικά παρακλάδια δείχνουν να βρίσκονται σε διαφωνία με προηγούμενα αρχαιολογικά και γενετικά ευρήματα. Τουλάχιστον όμως η μελέτη επιβεβαιώνει ότι και οι δύο επικρατέστερες θεωρίες πέφτουν μέσα σε κάποια στοιχεία. Είναι μια πρόοδος.