Για τη θαλάσσια ρύπανση και τις συνέπειες που έχει στο περιβάλλον μίλησε στο «Κοινωνία Ώρα MEGA» διευθυντής του Ινστιτούτου «Αρχιπέλαγος», Θεόδωρος Τσιμπίδης.
Αναφερόμενος στη ρύπανση της θάλασσας και στις έρευνες που κάνει το Ινστιτούτο εξήγησε πως έχει επικεντρωθεί στο συνδυασμό διεπιστημονικής έρευνας και αποτελεσματικών δράσεων προστασίας, στις οποίες συμμετέχουν ενεργά και οι τοπικές κοινωνίες.
Η συνεργασία αυτή δημιουργεί στρατηγικές βάσεις που επιτρέπουν και ενισχύουν τις δραστηριότητες του Αρχιπελάγους σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, με στόχο την προστασία των χερσαίων και θαλάσσιων ειδών απέναντι στις αυξανόμενες ανθρωπογενείς απειλές.
« Ψήνουμε τον πλανήτη και αναρωτιόμαστε γιατί ζεσταίνεται»
«Εύχομαι να ενδιαφερόμαστε και να συνεχίσουμε να ενδιαφερόμαστε για τις θάλασσές μας και μετά τις διακοπές. Κάθε χρόνο το ενδιαφέρον περιορίζεται όσο δεν αλληλοεπιδράμε με τη θάλασσα, γι’ αυτό και όταν γυρίσουμε βρίσκουμε αρκετά προβλήματα. Έχουμε προβλήματα λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας, αυτό έχει να κάνει συνολικά με τον πλανήτη. Συνεχίζουμε να «ψήνουμε» τον πλανήτη και ταυτόχρονα αναρωτιόμαστε γιατί ζεσταίνεται. Όσον αφορά στις θάλασσες, κανένας δεν «ίδρωσε» για τις θάλασσές μας, ούτε πολιτικά κανείς ασχολήθηκε με τη θάλασσα, με αποτέλεσμα ο κόσμος που επισκέπτεται τα νησιά να τρώει εισαγόμενα ψάρια, γιατί δεν έχουμε αλιεία», είπε αρχικά.
«Έχουμε κλείσει 25-26 χρόνια εδώ, είμαστε 100 άνθρωποι, μέρα – νύχτα. Έχουν περάσει 26.000 άνθρωποι όλον αυτόν τον καιρό, που πλέον στελεχώνουν άλλες υπηρεσίες. Δεν υπήρχε ποτέ πολιτικό ενδιαφέρον για τη θάλασσα και τίποτα δεν έχει γίνει στην πράξη. Μέσα σε 2 χρόνια αναγκαστικής διαχείρισης είδαμε αύξηση της βιομάζας της θάλασσας, είδαμε μία μικρή ανάσα. Αν το συνεχίζαμε αυτό με μία λογική διαχείριση, θα είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα έως τώρα. Δυστυχώς έγινε το αντίθετο», πρόσθεσε ο κ. Τσιμπίδης.
Τα ξενικά είδη στις ελληνικές θάλασσες
Για την μετανάστευση ξενιστών ο κ. Τσιμπίδης επεσήμανε κλείνοντας: «Όταν αδειάζεις τις θάλασσες τις διεκδικούν άλλοι. Αυτή τη στιγμή τη διεκδικούν τα ξενικά είδη. Έχουν πολλαπλασιαστεί, το λεοντόψαρο ήρθε για να μείνει, και είναι πολύ ωραίο ψάρι. Ο λαγοκέφαλος είναι επικίνδυνο ψάρι, δεν συμβιώνει με τα άλλα είδη, έχει και αυτή την τοξικότητα που σημαίνει ότι δεν συστήνεται προς κατανάλωση. Κανένα ψάρι δε μπορεί να τον ελέγξει. Και να θέλαμε, δεν υπάρχουν ψάρια για να ελέγξουν αυτούς τους πληθυσμούς. Η υπεραλίευση είναι μεγαλύτερο πρόβλημα από την άνοδο της θερμοκρασίας, χωρίς να υποβαθμίζω και αυτό το πρόβλημα».