Στις 10 Αυγούστου του 1793, στο Παρίσι, ανοίγει για πρώτη φορά τις πύλες του, ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα μουσεία στον κόσμο, το Μουσείο του Λούβρου. Mία από τις πιο διάσημες «κατοίκους» του εμβληματικού αυτού μουσείου, αναμέσα σε 36.000 εκθέματα, είναι η Αφροδίτη της Μήλου.
Το μαρμάρινο άγαλμα της θέας Αφροδίτης, που υπολογίζεται ότι κατασκευάστηκε περίπου στα 150 – 50 π.Χ., ανακαλύφθηκε από τον Γεώργιο ή Θεόδωρο Κεντρωτά, χωρικό της Μήλου, το 1820 και έναν χρόνο περίπου αργότερα μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα.
Πώς ανακαλύφθηκε
Το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 25ης Απριλίου 1929 αφηγείται πώς η Αφροδίτη της Μήλου ξαναείδε το φώς του ήλιου, χάρις στον Κεντρωτά.
«Περί τας αρχάς του έτους 1820 ο Έλλην χωρικός, ο οποίος προητοίμαζε τον αγρόν του διά την σποράν, εξέχωνε κάποιον κορμόν δένδρου. Παρετήρησεν ότι τα κτυπήματα της αξίνης του επάνω εις τας ρίζας τους κορμού παρήγον ένα κούφιον ήχον, αλλά δεν ενόησε περί τίνος επρόκειτο μέχρις ότου ο κορμός εχάθη και άφησε μίαν χάσκουσαν οπήν.
»Εκύτταξε μέσα εις την οπήν και διέκρινε ένα τεχνητόν σπήλαιον και εις το άκρον του σπηλαίου ένα ογκώδες άγαλμα εξ ποδών. Με την βοήθειαν άλλων γειτόνων εξηρευνήθη το σπήλαιον, αλλά δεν ευρέθησαν άλλοι θησαυροί εκτός του αγάλματος, του οποίου η αξία εις χρυσόν είνε όσον και το βάρος του.
»Το σπήλαιον δεν ήτο προφανώς τόπος λατρείας, αλλά κρύπτη εις την οποίαν κάποιος πλούσιος προ 2.000 ετών έκρυψε την Αφροδίτην του, όταν είδε τα πανιά των βαρβάρων πειρατών να προβάλλουν εις τον ορίζοντα.
»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η βίλλα του πλουσίου θα ελεηλατήθη, αυτός δε και οι οικείοι του θα εσφάγησαν ή θα απήχθησαν αιχμάλωτοι. Υπό το έδαφος απέμεινεν ασφαλές και λησμονημένον διά μέσου των αιώνων το κόσμημα της αρχαίας τέχνης.
»Αλλά δεν ήταν εντελώς λησμονημένον προφανώς, διότι κάποιος εγνώριζε πώς ήτο δυνατόν να εισέλθη εις την κρύπτην εκείνην δι’ άλλης εισόδου, η οποία εχάθη προ πολλού και εγεμίσθη με χώματα. Ίσως κανείς από τους υπηρέτας ή τους δούλους που διέφυγαν την σφαγήν εισήλθεν έρπων εντός του σπηλαίου διά να κλέψη τα περίφημα σκουλαρίκια από τ’ αυτιά της θεάς του έρωτος».
Οι Γάλλοι έρχονται
Τον Απρίλιο του 1820 φτάνει στη Μήλο ένα γαλλικό καράβι. Η άφιξη αυτή θα φέρει τα πάνω κάτω αναφορίκα με το μέλλον της Αφροδίτης της Μήλου.
«Τον Απρίλιον του 1820», συνεχίζει το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» του 1929, «ακριβώς επί τα ίχνη της ανακαλύψεως αυτής, κατέπλευσεν εις τον λιμένα της Μήλου ένα μικρόν γαλλικόν πλοίον. Μαζί με τους άλλους αξιωματικούς, οι οποίοι εξήλθον εις την ξηράν, ευρίσκετο και ο Ντουμόν ντ’ Ουρβίλ, όστις προωρίζετο να γίνει περίφημος θαλασσοπόρος και εξερευνητής, αλλά τότε ήτο ένας άγνωστος σημαιοφόρος, έχων κλίσιν εις την ελληνικήν και την λατινικήν γλώσσαν και εις την βοτανολογίαν.
»Όταν ο Γάλλος προξενικός πράκτωρ του είπεν ότι ευρέθη ένα άγαλμα εντός σπηλαίου, εξέτεινε τας ερεύνας του δια την ανακάλυψιν σπανίων φυτών και μετέβη επί τόπου με τον υποπλοίαρχον Ματτερέρ.
»Όταν είδε το λαμπρόν εκείνο καλλιτέχνημα έμεινε έκθαμβος και εσκέφθη αμέσως ότι το άγαλμα έπρεπε να περιέλθη εις την κατοχήν του βασιλέως του και της χώρας του.
Πωλείται
»Ο χωρικός εζήτει 1200 φράγκα, αλλ’ ο σημαιοφόρος δεν διέθετεν ολόκληρον το ποσόν αυτό και εζήτησεν από τον κυβερνήτην του πλοίου να συμπληρώση το υπόλοιπον, είτε εξ’ ιδίων, είτε εκ του ταμείου του πλοίου. Ο κυβερνήτης ήτο άνθρωπος ευθύς με στρατιωτικήν αντίληψιν. Είχε σταλή διά να συντάξη υδρογραφικούς χάρτας του Ευξείνου Πόντου και όχι διά να αγοράση παλαιά αγάλματα. Το μικρόν πλοίον επίσης ήτο υπερφορτωμένον και ο πλοίαρχος δεν ήθελε να προσθέση ακόμη το βάρος του μαρμαρίνου αγάλματος.
»Εν τούτοις, εδέχθη να επιτρέψη εις τον ενθουσιώδη νέον να μεταβή εις την Κωνσταντινούπολιν και να αναφέρη την υπόθεσιν εις τον εκεί Γάλλον πρεσβευτήν, τον μαρκήσιον ντε Ριβιέρ. Η Ελλάς και αι νήσοι της ήσαν τότε μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι δε Έλληνες υποτελείς εις τον σουλτάνον.
»Ο Ντυμόν ντ’ Ουρβίλ έπεισεν ευκόλως τον πρέσβυν περί της σπουδαιότητος του ευρήματος και ο μαρκήσιος έστειλε τον γραμματέα του κόμητα Ερρίκον ντε Μαρσελλύς με την φρεγάταν “Εσταφέτ” διά να παραλάβη το άγαλμα.
»Ο σημαιοφόρος ηθέλησε να μεταβή και αυτός, αλλα ο κυβερνήτης του δεν του έδωσε νέαν άδειαν. Ο ντε Μαρσελλύς έφθασεν εις την Μήλον εις κρίσιμον στιγμήν. Ο χωρικός είχε δεχθή από τον Ντυμόν ντ’ Ουρβίλ χρηματικόν ποσόν ως αρραβώνα αγοράς. Εν τω μεταξύ όμως ένας Αρμένιος ιερεύς της νήσου είδε την Αφροδίτην και ανεκοίνωσε το πράγμα εις ένα ανώτερον κληρικόν της ελληνοκαθολικής εκκλησίας, όστις είχε μεγαλειτέραν αντίληψιν από τον Γάλλον κυβερνήτην.
»Το αποτέλεσμα ήτο ότι ο χωρικός εδέχθη μεγαλείτερον ποσόν από τον ιερέα.
Συμπλοκή, αρπαγή και ακρωτηριασμός
»Όταν αι λέμβοι της “Εσταφέτ” προσήγγισαν εις την παραλίαν, ο κόμης είδεν ότι το κάτω ήμισυ του αγάλματος είχε ήδη φορτωθή εις ένα πλοίον, το οποίον είχε στείλη ο Έλλην κληρικός. Το άλλο ήμισυ με τους βραχίονας αθίκτους ακόμη ευρίσκετο εις την παραλίαν.
»(…) Οι Γάλλοι έσπευσαν και επλήρωσαν εις τον χωρικόν το υπόλοιπον της τιμής και εζήτησαν από τους Έλληνας το άγαλμα, επειδή όμως και αυτοί είχαν πληρώση, ηρνούντο φυσικά να το παραδώσουν.
»Η παραλία της Μήλου έγινε τότε σκηνή μιας από τας πρώτας μάχας της απελευθερώσεως. Ίσως έσπασαν μερικά κεφάλια και μύτες, αλλά ατυχώς! Η Αφροδίτη έχασε τους βραχίονάς της μέσα εις τον θόρυβον και την συμπλοκήν.
»Φαίνεται ότι, μολονότι το γεγονός δεν ανεγράφη εις το ημερολόγιον του πλοίου, οι Γάλλοι ναύται, αφού ήρπασαν το άνω ήμισυ, ώρμησαν κατόπιν επί του ελληνικού πλοίου και έλαβαν βιαίως και το κάτω ήμισυ. Αφού εφορτώθη το άγαλμα μαζί με τα τεμάχια των βραχιόνων του επί της “Εσταφέτ”, το γαλλικόν πλοίον απέπλευσεν αμέσως διά την Κωνσταντινούπολιν».
Η Αφροδίτη στη Γαλλία
Η ιστορία λέει πώς ο γάλλος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη ανέβηκε στο πλοίο, νύχτα, για να δει με τα ίδια του τα μάτια το αρχαίο γλυπτό. Όταν, λοιπόν, το φώτισε με το φανάρι του και το είδε, έκθαμβος έδωσε εντολή το πλοίο να αναχωρήσει αμέσως για Γαλλία, χωρίς να ζητηθεί προηγούμενως άδεια, για τη μεταφορά του γλυπτού, από τις οθωμανικές αρχές.
Έτσι η Αφροδίτη της Μήλου έφτασε στη Γαλλία και εν τέλει στην κατοχή του Βασιλιά Λουδοβίκου 18ου. Ο νεαρός γάλλος ναυτικός, Ντυμόν ντ’ Ουρβίλ, ο «ηθικός αυτουργός» όλης αυτής της περιπέτειας της Αφροδίτης, «εκαλείτο ενώπιον του μονάρχου, όστις του απένειμε το παράσημον του ιππότου του αγίου Λουδοβίκου και του εδώρησεν ένα καλλιτεχνικώς τυπωμένον και χρυσόδετον βιβλίον περί αιγυπτιακής τέχνης.
»Ο βασιλεύς συνέστησε την ταχείαν προαγωγήν του νεαρού σημαιοφόρου, όστις κατά το μετέπειτα στάδιόν του ανεδείχθη εις ιστορικόν πρόσωπον».
Ο Λουδοβίκος και τα χέρια
«Από την περιστροφικήν πολυθρόναν του ο Λουδοβίκος 18ος εξήταζε το θαυμάσιον καλλιτέχνημα επί ώρας ολοκλήρους. Ο αριστερός βραχίων του αγάλματος είχε υποστή βλάβας κατά την μεταφοράν, συμφώνως προς τα επίσημα χρονικά του Λούβρου.
»Η αυτού μεγαλειότης διέταξε την αποκοπήν ολοκλήρου του βραχίονος από τον ώμον, όταν το μουσείον απέκτησε το άγαλμα. Ο ίδιος ο βασιλεύς απεφάνθη ότι το άγαλμα θα ήτο ωραιότερον χωρίς βραχίονας παρά με πρόσθετα μέλη».
Κι έτσι για πάνω από 200 χρόνια, η Αφροδίτη της Μήλου αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή εκθέματα ενός από τα πιο δημοφιλή μουσεία.