Φέτος, συμπληρώνονται 100 χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης. Τα τελευταία χρόνια, οι συζητήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο κείμενο είναι διαρκείς. Γιατί μια διεθνής συνθήκη που υπεγράφη έναν αιώνα πριν αποτελεί σήμερα αντικείμενο καθημερινής συζήτησης;
Ο μεγάλος Ελευθέριος Βενιζέλος, με τη διορατικότητά του και τη διεθνή του αναγνώριση, ήταν ο πολιτικός που πρωταγωνίστησε σε εκείνη τη συνδιάσκεψη στην ελβετική πόλη, όπου διαμορφώθηκε αυτή η σημαντική συνθήκη ειρήνης που υπεγράφη μεταξύ της Τουρκίας και χωρών που νίκησαν στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η σημασία του κειμένου έγκειται πρωτίστως στο γεγονός ότι ρυθμίζει το Ανατολικό Ζήτημα και εξακολουθεί να ορίζει μέχρι σήμερα τα σύνορα της Τουρκίας με τους γείτονές της (εξαιρουμένης της Αλεξανδρέττας που παραχωρήθηκε αργότερα από τους Γάλλους στους Τούρκους). Επομένως, είναι ξεκάθαρο ότι οποιαδήποτε αλλαγή της Συνθήκης της Λωζάνης θα ανέτρεπε τη γεωπολιτική ισορροπία από τα Βαλκάνια μέχρι τον Αραβικό κόσμο.
Ταυτόχρονα, η Συνθήκη αποτελεί την προμετωπίδα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ρύθμισε συνοριακά ζητήματα και επικύρωσε την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου (συμπεριλαμβανομένων όλων των νησιών του βορείου Αιγαίου που βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 3 μιλίων από τα μικρασιατικά παράλια, με εξαίρεση την Ίμβρο και την Τένεδο). Επιπλέον, λίγους μήνες πριν από τη Συνδιάσκεψη της Λωζάνης, συμφωνήθηκε η ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στις δύο χώρες, με εξαίρεση τους Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, καθώς και τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης.
Για την ίδια την Τουρκία, η Συνθήκη αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο για την ίδρυση της σύγχρονης Δημοκρατίας της. Αποτελεί ιερό κείμενο της κεμαλικής παράδοσης, το οποίο έχει μπει προσφάτως στο στόχαστρο της σημερινής πολιτικής ελίτ της Άγκυρας που συχνά αμφισβητεί την πολιτική κληρονομιά του Ατατούρκ. Τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνώντες του AKP στην Άγκυρα αναφέρθηκαν πολλές φορές στη Συνθήκη με αναθεωρητική προσέγγιση, έχοντας διπλό στόχο: να ρίξουν το ρητορικό σπόρο της «αλλαγής», δίνοντας υπόσταση στην έωλη θεωρία της Γαλάζιας Πατρίδας, καθώς και να
αποδομήσουν την κεμαλική ιδεολογία και να την εκθρονίσουν σταδιακά από την τουρκική συλλογική συνείδηση.
Η Συνθήκη της Λωζάνης ισχύει και θα ισχύει απαρέγκλιτα. Δεν έχει ημερομηνία λήξης, ούτε ημερομηνία αναθεώρησης. Πρόκειται για ένα κείμενο που πάνω απ’ όλα ρυθμίζει σύνορα και παράγει διεθνή νομιμότητα. Και αυτή η νομιμότητα συνεπάγεται την ιστορική μονιμότητα. Άλλωστε, η Σύμβαση της Βιέννης του 1969 που καθορίζει το Δίκαιο των Συνθηκών, καθιστά σταθερές και αμετάβλητες τις συνοριακές ρυθμίσεις. Η οποιαδήποτε μεταβολή στο κείμενο της Λωζάνης θα χρειαζόταν θεωρητικά τη συγκατάθεση όλων των συμβαλλόμενων μερών, πράγμα εντελώς αδύνατο.
Το πνεύμα της συνάντησης Κυριάκου Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους κινείται εντός των αντικειμενικών συνθηκών που δημιούργησε η Συνθήκη της Λωζάνης. Δύο γειτονικά κράτη καλούνται να λύσουν τη διμερή τους διαφορά, δηλαδή τον καθορισμό ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου. Αυτή είναι και η σταθερή επιδίωξη της Ελλάδας το τελευταίο διάστημα. Το ζήτημα είναι να αποτελέσει επιδίωξη και της Τουρκίας. Έναν αιώνα μετά τη συνδιάσκεψη ειρήνης στην ελβετική πόλη, ο αναθεωρητισμός, ο εθνικισμός και η παρεμβατική συμπεριφορά κάνουν δυσοίωνη εμφάνιση στον ευρωπαϊκό χώρο. Η κληρονομιά λειτουργικής διευθέτησης των ζητημάτων που άφησε η Λωζάνη πρέπει να αποτελέσει οδηγό για την προάσπιση της σταθερότητας στο παρόν και το μέλλον. Η γειτονιά μας δεν έχει την πολυτέλεια να ξαναγράψει μαύρες σελίδες στο βιβλίο της Ιστορίας της.
O Τάσος Χατζηβασιλείου, Βουλευτής Σερρών, Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων και Ε.Ε. της Νέας Δημοκρατίας, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Hellenic American University