«Αθήνα και Λευκωσία, Λευκωσία και Αθήνα, συνεχίζουμε σε απόλυτο συντονισμό, και θέλω να το τονίσω αυτό, είτε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης -θα επανέλθω σε αυτό στη συνέχεια-, είτε σε επίπεδο ΟΗΕ, είτε σε επίπεδο των όποιων διμερών και πολυμερών επαφών μας, να διεκδικούμε μία δίκαιη και αμοιβαία αποδεκτή λύση, διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας, πάντα στο πλαίσιο των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις δηλώσεις του με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, μετά τη συνάντησή τους.
«Αυτές οι αποφάσεις και το διεθνές δίκαιο είναι ο οδηγός μας. Ήταν, είναι και θα παραμείνουν οδηγός μας. Θα επιμείνω ότι στον 21ο αιώνα δεν γίνεται να είναι ανοιχτή αυτή η ιστορική πληγή που εξακολουθεί να αιμορραγεί σε μία ανεξάρτητη χώρα. Δεν μπορεί να είναι ανεκτή ούτε η παρουσία κατοχικού στρατού σε ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε το ξεπερασμένο σύστημα των εγγυήσεων, του δικαιώματος επέμβασης τρίτων στις υποθέσεις του» πρόσθεσε.
Επίσης επισήμανε ότι έτσι τίθεται εκτός ατζέντας συζήτησης κάθε διχοτομική σκέψη περί δύο κρατών, είναι κάτι το οποίο θέλω να το τονίσω με απόλυτη σαφήνεια εδώ, από τη Λευκωσία.
«Είναι καιρός να ισχύσει σε ολόκληρο το νησί το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και ο μόνος τρόπος, όπως είπες [σ.σ. απευθυνόμενος στον Κύπριο Πρόεδρο], είναι να ξεκινήσουν και πάλι, υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, οι διαπραγματεύσεις» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
Επιπλέον ο πρωθυπουργός είπε ότι συμφώνησαν να συνεργαστούν ακόμα πιο στενά και για την εφαρμογή των συμπερασμάτων του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. «Ένα κείμενο το οποίο για πρώτη φορά εκφράζει την ετοιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβει ενεργό ρόλο, στηρίζοντας αυτή τη διαπραγματευτική διαδικασία σε όλα τα στάδια και με όλα τα κατάλληλα μέσα, όπως ρητά αναφέρει» είπε.
«Αυτή η διαφαινόμενη βελτίωση και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και στις ευρωτουρκικές σχέσεις είναι κάτι, μια ευκαιρία, την οποία θα πρέπει να την αγκαλιάσουμε. Υπό την προϋπόθεση -και θέλω να τονίσω αυτές τις δύο λέξεις τις οποίες ανέφερε ο Πρόεδρος- να είναι σταδιακή και αναστρέψιμη. Αυτές είναι δύο λέξεις οι οποίες πιστεύω ότι θα αποτελέσουν τον οδηγό σε αυτή τη νέα προσπάθεια, καθώς μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι αλλά δεν είμαστε ταυτόχρονα και αφελείς» συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.
Επιπλέον ανέφερε ότι το σημερινό θετικό κλίμα, δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει μεταβάλει ουσιαστικά την πολιτική της, ούτε και έπαψαν να υφίστανται οι ουσιαστικές διαφορές στις θέσεις μας. «Όμως η Ελλάδα έχει την αυτοπεποίθηση, θέλει να αξιοποιήσει τη συγκυρία, να εξαντλήσει κάθε περιθώριο στη βελτίωση των διμερών μας σχέσεων. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα θα επιμείνει ότι η ‘Αγκυρα οφείλει να εγκαταλείψει οριστικά την επιθετική και παραβατική της συμπεριφορά και μαζί να εγκαταλείψει και τις ανιστόρητες διεκδικήσεις σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου» τόνισε.
«Αυτή η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ίσως μπορεί να έχει ένα θετικό αντίκτυπο και στο Κυπριακό. Και αντίστοιχα, βέβαια, Αθήνα και Λευκωσία συντάσσονται, συνεργάζονται ολοένα και στενότερα σε όλα αυτά τα πεδία, έτσι ώστε τους επόμενους μήνες, όπως είπα, να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα σημαντικής προόδου, τόσο στο ζήτημα του Κυπριακού, όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις» τόνισε ο πρωθυπουργός.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας καλωσορίζοντας τον πρωθυπουργό ανακοίνωσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα αναλάβει το κόστος της αναδάσωσης των περιοχών που κάηκαν στη Ρόδο. Επίσης, αφού μίλησε, για μια πολύ εποικοδομητική συνάντηση η οποία είχε στο επίκεντρο την έναρξη των συζητήσεων για το Κυπριακό, υπογράμμισε ότι οι σχέσεις και οι επιδιώξεις των δύο χωρών είναι κοινές.
«Όσο κι αν κάποιοι είτε στην Αθήνα είτε στη Λευκωσία «βλέπουν» για δικούς τους λόγους διαφορές μεταξύ μας, οι στόχοι και οι επιδιώξεις μας είναι κοινοί, όπως και ο τρόπος και τα μέσα για να πετύχουμε τους στόχους. Παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Τουρκία μετά τις εκλογές και καλωσορίζουμε τις δημόσιες τοποθετήσεις της Άγκυρας για την επιθυμία ενίσχυσης των ευρωτουρκικών σχέσεων» ανέφερε υπογραμμίζοντας ότι είναι καθοριστικής σημασίας ο ρόλος του Έλληνα πρωθυπουργού στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Επιπλέον ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είπε ότι με τον Έλληνα πρωθυπουργό συζήτησαν τα θέματα της ενέργειας και του μεταναστευτικού. «Σχετικά με την ενέργεια, είναι κοινή πεποίθηση ότι οι δυο χώρες μπορούμε να συνδράμουμε καθοριστικά στην αξιοποίηση των ενεργειακών προοπτικών της Ανατολικής Μεσογείου για κάλυψη των αναγκών και της Ευρώπης, λαμβάνοντας υπόψη την προσπάθεια για απεξάρτηση από τον ρωσικό φυσικό αέριο» είπε.
«Σε σχέση με το μεταναστευτικό, είναι σημαντική η ανάγκη να βρεθούν ευρωπαϊκές λύσεις αφού τα κράτη της πρώτης γραμμής, όπως η Κύπρος, η Ελλάδα και κάποια άλλα μεσογειακά κράτη, δεν μπορούν να συνεχίσουν να επωμίζονται την ευθύνη» πρόσθεσε.
Ακολουθούν οι δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη μετά τη συνάντησή τους στη Λευκωσία:
Νίκος Χριστοδουλίδης: Σε καλωσορίζω σήμερα στην Κύπρο, στην πρώτη σου επίσκεψη μετά την επανεκλογή σου. Θέλω και δημοσίως να σε συγχαρώ και να σου ευχηθώ καλή επιτυχία και δύναμη στο έργο σου.
Πιστεύω ακράδαντα ότι τόσο η μεταξύ μας συνεργασία όσο και ο συνεχής συντονισμός Κύπρου και Ελλάδος -συντονισμός που μαρτυρά με τον πλέον γλαφυρό τρόπο το επίπεδο των σχέσεων και των αδελφικών μας δεσμών- θα ενισχυθούν ακόμα περισσότερο.
Επιτρέψτε μου, πριν όποιας άλλης αναφοράς, να εκφράσω και δημόσια τα ειλικρινή συλλυπητήρια του κυπριακού λαού για την απώλεια των δύο αξιωματικών της Πολεμικής Αεροπορίας. Όπως πολύ εύστοχα έχεις αναφέρει, Κυριάκο, υποκλινόμαστε στη θυσία τους, έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν ζωές.
Όπως ήδη γνωρίζετε, η Κυπριακή Δημοκρατία, όπως κατ’ επανάληψη το έχει πράξει η Ελλάδα, είναι έτοιμη σε τέτοιες περιπτώσεις να παράσχει την όποια βοήθεια χρειάζεται.
Όλες οι χώρες, ειδικότερα της Μεσογείου, όλο και πιο συχνά έχουμε να αντιμετωπίσουμε τέτοια φαινόμενα, λόγω και των γενικότερων επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή και ως εκ τούτου η μεταξύ μας η συνεργασία και ο συντονισμός είναι απαραίτητος.
Θέλω, αγαπητέ Κυριάκο, με την ευκαιρία να ανακοινώσω ότι λόγω και της εγγύτητας και των ιδιαίτερων δεσμών με τη Ρόδο, η Κυπριακή Δημοκρατία θα αναλάβει το κόστος αναδάσωσης των περιοχών που έχουν πληγεί από τις φωτιές στη Ρόδο.
Να αναφέρω, μάλιστα, ότι είχαμε και μεγάλο ενδιαφέρον και από Κύπριους πολίτες και κυπριακές επιχειρήσεις που θέλουν να εμπλακούν σε αυτή την προσπάθεια. ‘Αρα το ανακοινώνω σήμερα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα αναλάβει το κόστος αναδάσωσης όλων αυτών των περιοχών.
Η σημερινή σου επίσκεψη στην Κύπρο, το είπα και προηγουμένως, δεν αποτελεί γεγονός μόνο συμβολικής σημασίας, γίνεται σε μια κρίσιμη συγκυρία τόσο για τα μεγάλα εθνικά θέματα, το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, αλλά όσον αφορά και το ευρωπαϊκό και το περιφερειακό γίγνεσθαι.
Είναι μια περίοδος, που χαρακτηρίζεται από γεωπολιτική ρευστότητα, η οποία αδιαμφισβήτητα επηρεάζει και τις κοινές προκλήσεις που -Λευκωσία και Αθήνα- έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Φίλες και φίλοι, είχαμε σήμερα μια πολύ εποικοδομητική συζήτηση, κατά τη διάρκεια της οποίας ανταλλάξαμε απόψεις επί σωρείας σημαντικών θεμάτων, τα οποία άπτονται της διμερούς μας συνεργασίας, του Κυπριακού, των ελληνοτουρκικών, της ευρωτουρκικής ατζέντας, καθώς επίσης και τις εξελίξεις τόσο εντός της ευρωπαϊκής μας οικογένειας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής.
Οι διμερείς μας δεσμοί, η στενή μας συνεργασία, κρίνονται σε μία πλειάδα θεμάτων συμπεριλαμβανομένης, φυσικά, της στενής και παραγωγικής μας σχέσης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της ‘Αμυνας και της ασφάλειας όπου οι δύο χώρες, Ελλάδα και Κύπρος, δεν είμαστε μόνο στρατηγικοί εταίροι αλλά και αποτελούμε παράγοντες σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή, της ενεργειακής μας συνεργασίας που διευρύνεται συνεχώς και σε πολλούς άλλους τομείς, της ναυτιλίας, της εκπαίδευσης, των επιχειρήσεων και φυσικά του πολιτισμού.
Ήταν ακριβώς μέσα σε αυτό το πλαίσιο που, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στην Αθήνα τον περασμένο Μάρτιο, συμφωνήσαμε στην καθιέρωση ενός θεσμοθετημένου οργάνου διακυβερνητικής συνεργασίας την οποία προνοεί τη σύσταση Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Κύπρου και Ελλάδος.
Αυτή ήταν μία απόφαση ορόσημο στην προσπάθεια ενίσχυσης και διεύρυνσης της συνεργασίας μας και προσβλέπω στην πραγματοποίηση της πρώτης τέτοιας διακυβερνητικής συνάντησης -όπως έχουμε συμφωνήσει σήμερα με τον Έλληνα Πρωθυπουργό- στις 11 και 12 Οκτωβρίου στην Ελλάδα.
Κυρίες και κύριοι, όπως είναι αναμενόμενο, με τον Έλληνα πρωθυπουργό συζητήσαμε ενδελεχώς τις τελευταίες εξελίξεις σε ό,τι αφορά τις προσπάθειες για άρση του αδιεξόδου και επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό. Όσο και αν κάποιοι, το είπα χθες θέλω να το επαναλάβω και σήμερα, όσο και αν κάποιοι είτε στην Αθήνα είτε στη Λευκωσία συνεχίζουν για τους δικούς τους λόγους να βλέπουν διαφορές μεταξύ μας, οι στόχοι και οι επιδιώξεις μας είναι κοινές, όπως επίσης και ο τρόπος και τα μέσα για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους.
Παρακολουθούμε και αξιολογούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Τουρκία μετά τις εκλογές. Καλωσορίζουμε τις δημόσιες τοποθετήσεις από πλευράς ‘Αγκυρας για την επιθυμία ενίσχυσης των ευρωτουρκικών σχέσεων. ‘Αλλωστε η εξέταση υλοποίησης παραμέτρων της προοδευτικής ατζέντας σε απόλυτο συνδυασμό με συγκεκριμένες κινήσεις προς την κατεύθυνση επίλυσης του Κυπριακού αλλά και των επιδιώξεων της Τουρκίας στην περιοχή με πλήρη σεβασμό, θέλω να το αναφέρω, στην υφιστάμενη αιρεσιμότητα και με τρόπο σταδιακό και αναστρέψιμο, είναι κάτι που εντάσσεται και στο πλαίσιο της δικής μας προσέγγισης σε σχέση με το Κυπριακό, όπως κατ’ επανάληψη έχω αναφέρει.
Είναι σημαντικό -και εδώ ο ρόλος του Έλληνα πρωθυπουργού στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι καθοριστικής σημασίας- είναι σημαντικό ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι μας προσεγγίζουν το θέμα μέσα από την ίδια οπτική. Ότι δηλαδή τυχόν πρόοδος στις ευρωτουρκικές σχέσεις είναι συνυφασμένη με θετικές κινήσεις από πλευράς Τουρκίας. Εξάλλου τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου έστειλαν σαφή μηνύματα.
Το Κυπριακό είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα και ως εκ τούτου η επίλυση του στη βάση των σχετικών ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Να σημειώσω ότι στα ίδια συμπεράσματα -αποτέλεσμα της κοινής μας προσπάθειας- επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι απόλυτα δεσμευμένη και έτοιμη να συμβάλει ενεργά σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, ενώ εκφράζει την ετοιμότητα για επανεκκίνηση των σχέσεων με την Τουρκία, πάντα στη βάση του υφιστάμενου πλαισίου και της αιρεσιμότητας. Αυτό συμβαδίζει με την ανάγκη προόδου για μια σειρά θεμάτων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών.
Στο ίδιο πλαίσιο, θεωρούμε πολύ σημαντική και την πρόσφατη δήλωση του Συμβουλίου Ασφαλείας για το Κυπριακό, που μεταξύ άλλων επαναβεβαιώνεται με ξεκάθαρο τρόπο η βάση λύσης, η ανάγκη διορισμού απεσταλμένου, όπως επίσης η ανάγκη να αποφευχθούν προκλήσεις και περαιτέρω παραβιάσεις των ψηφισμάτων.
Με τον Έλληνα πρωθυπουργό συζητήσαμε σήμερα επίσης τα θέματα της ενέργειας και του μεταναστευτικού. Δύο θέματα που βρίσκονται ψηλά στην ημερήσια διάταξη και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σχετικά με την ενέργεια, είναι κοινή πεποίθηση ότι οι δυο χώρες μπορούμε να συνδράμουμε καθοριστικά στην αξιοποίηση των ενεργειακών προοπτικών της Ανατολικής Μεσογείου για κάλυψη των αναγκών και της Ευρώπης, λαμβάνοντας υπόψη την προσπάθεια για απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Σε σχέση με το μεταναστευτικό, είναι σημαντική η ανάγκη να βρεθούν ευρωπαϊκές λύσεις αφού τα κράτη της πρώτης γραμμής, όπως η Κύπρος, η Ελλάδα και κάποια άλλα μεσογειακά κράτη, δεν μπορούν να συνεχίσουν να επωμίζονται την ευθύνη.
Στη δική μας περίπτωση το δυσανάλογο βάρος που επωμίζεται η Κυπριακή Δημοκρατία λόγω των αυξημένων μεταναστευτικών ροών απαιτεί μιαν ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Οφείλουμε να συνεχίσουμε να επισημαίνουμε με κάθε ευκαιρία ότι το μεταναστευτικό δεν είναι αποκλειστική υπόθεση των παράκτιων κρατών.
Όσον αφορά τώρα τα περιφερειακά ζητήματα και ειδικότερα τις εξελίξεις στη γειτονιά μας, αποτέλεσαν επίσης μέρος των συζητήσεων μας. Να αναφέρουμε ότι είμαστε σε διαβουλεύσεις με την ισραηλινή πλευρά και περί τα τέλη Αυγούστου, αρχές Σεπτεμβρίου θα πραγματοποιηθεί η τριμερής συνάντηση με το Ισραήλ.
Θα συνεχίσουμε και θα ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τις προσπάθειές μας, μέσα από μια θετική προσέγγιση και μέσα από μια συλλογική προσπάθεια με τα γειτονικά κράτη, να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις αλλά πολύ περισσότερο να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που υπάρχουν.
Αγαπητέ μου Κυριάκο, καλωσορίζοντάς σε, ακόμα μια φορά, στην Κύπρο επίτρεψέ μου να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες για την παρουσία σου εδώ, αλλά και εκ μέρους του κυπριακού λαού να σε ευχαριστήσω για τη διαχρονική, την αταλάντευτη και αμέριστη στήριξη της Ελλάδας και του ελληνικού λαού στον αγώνα μας για τερματισμό της κατοχής και επανένωσης της πατρίδας μας.
Θέλω να σε διαβεβαιώσω, θέλω να είσαι απόλυτα βέβαιος, ότι ο στενός μας συντονισμός θα συνεχιστεί σε όλα τα επίπεδα και τόσο η κυβέρνησή μου όσο κι εγώ προσωπικά θα εργαστούμε με μοναδικό γνώμονα την εξυπηρέτηση των κοινών μας στόχων και των κοινών μας επιδιώξεων. Σε ευχαριστώ πολύ και καλώς όρισες και πάλι στην Κύπρο.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, αγαπητέ μου Νίκο, δεν θα μπορούσα να μη βρίσκομαι και πάλι σήμερα στη Λευκωσία, στην πρώτη μου επίσημη διμερή επίσκεψη εκτός συνόρων μετά την επανεκλογή μου ως πρωθυπουργού της Ελλάδος, και αυτό παρά την μάχη με τις πυρκαγιές που δοκιμάζουν εδώ και εβδομάδες την Ελλάδα.
Μάχη στην οποία εξάλλου η Κύπρος υπήρξε εξ αρχής συμπαραστάτης μας και θέλω να μεταφέρω και πάλι τις θερμές μου ευχαριστίες αλλά και ολόκληρου του ελληνικού λαού για την προθυμία με την οποία στέκεστε πάντα στο πλευρό της Ελλάδος όταν αντιμετωπίζει τέτοιου είδους φυσικές δοκιμασίες. Εξάλλου το ίδιο κάνουμε και κάναμε κι εμείς και θα κάνουμε κι εμείς στο μέλλον σε αντίστοιχες περιπτώσεις.
Ακριβώς αυτή η πολύ στενή επιχειρησιακή και κυβερνητική συνεργασία μεταξύ των δύο κυβερνήσεών μας θα έρθει να επιστεγαστεί μέσα από τη δημιουργία, την οποία έχουμε ανακοινώσει, του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδος και Κύπρου.
Μία δυνατότητα δηλαδή να μπορούμε ουσιαστικά να βρισκόμαστε μαζί με πολλά μέλη των Υπουργικών μας Συμβουλίων σε μία πιο αναλυτική συζήτηση που θα προωθεί συνολικά τη διμερή μας ατζέντα, πέραν των μεγάλων και σημαντικών γεωπολιτικών ζητημάτων στα οποία θα αναφερθώ και στη συνέχεια.
Θα έχουμε, πράγματι, την ευκαιρία να συμμετέχουμε και οι δύο στο πρώτο τέτοιο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, στις 11 και 12 Οκτωβρίου, και μάλιστα αποφασίσαμε από κοινού ότι θα ήταν μία πολύ καλή ιδέα εάν αυτό το διοργανώναμε στη Ρόδο. Καθώς με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει και η Κυπριακή Δημοκρατία έμπρακτα να μεταφέρει τη δέσμευσή της, για την οποία σε ευχαριστώ και πάλι, να συμμετέχει στην προσπάθεια αναδάσωσης της Ρόδου μετά από τις πολύ δύσκολες πυρκαγιές που αντιμετωπίσαμε.
Φυσικά ένα από τα θέματα τα οποία θα συζητήσουμε είναι και η καλύτερη συνεργασία μας στον τομέα της πολιτικής προστασίας, καθώς είναι απολύτως σαφές ότι η Μεσόγειος βρίσκεται πια στο επίκεντρο της κλιματικής αλλαγής. Τα πράγματα θα γίνονται πιο δύσκολα και όχι πιο εύκολα και η συνεργασία, θα έλεγα, όχι μόνο Ελλάδος και Κύπρου αλλά των μεσογειακών χωρών συνολικά, θα είναι ολοένα και πιο απαραίτητη.
Είμαι εδώ, αγαπητέ Νίκο, λίγες εβδομάδες μετά τις εκλογές του Ιουνίου οι οποίες ανανέωσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών στην οικονομικά και γεωπολιτικά ισχυρή Ελλάδα, τη χώρα που από τη μία πλευρά -και πιστεύω πολύ σύντομα- πλησιάζει πια στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας υλοποιώντας ήδη ένα φιλόδοξο οικονομικό – κοινωνικό σχέδιο.
Έχουμε ήδη ψηφίσει τα δύο πρώτα μας νομοθετήματα, ένα εκ των οποίων νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό και τον ελληνισμό της Κύπρου καθώς δίνεται πια η δυνατότητα στους συμπολίτες μας, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους της Ελλάδας, να ψηφίζουν από το μόνιμο τόπο διαμονής τους, χωρίς κανένα εμπόδιο, χωρίς καμία γραφειοκρατική δυσκολία. Είναι πιστεύω και αυτή μια ακόμα σημαντική παρέμβαση για τη σύσφιξη των σχέσεων του παγκόσμιου ελληνισμού.
Από την άλλη, βέβαια, η πατρίδα μας εξακολουθεί να θωρακίζεται αμυντικά, ενισχύεται διπλωματικά, αναβαθμίζεται γεωπολιτικά. Και βέβαια με κορυφαίο και σταθερό της μέλημα, κοινό μας μέλημα, τον τερματισμό της κατοχής στην Κύπρο, την οριστική, δίκαιη, βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού, γεγονός το οποίο ακριβώς υπογραμμίζει και η σημερινή μου παρουσία στη Μεγαλόνησο.
Όπως είπες, αγαπητέ μου Νίκο, Αθήνα και Λευκωσία, Λευκωσία και Αθήνα, συνεχίζουμε σε απόλυτο συντονισμό, και θέλω να το τονίσω αυτό, είτε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης -θα επανέλθω σε αυτό στη συνέχεια-, είτε σε επίπεδο ΟΗΕ, είτε σε επίπεδο των όποιων διμερών και πολυμερών επαφών μας, να διεκδικούμε μία δίκαιη και αμοιβαία αποδεκτή λύση, διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας, πάντα στο πλαίσιο των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Αυτές οι αποφάσεις και το Διεθνές Δίκαιο είναι ο οδηγός μας. Ήταν, είναι και θα παραμείνουν οδηγός μας. Θα επιμείνω ότι στον 21ο αιώνα δεν γίνεται να είναι ανοιχτή αυτή η ιστορική πληγή που εξακολουθεί να αιμορραγεί σε μία ανεξάρτητη χώρα. Δεν μπορεί να είναι ανεκτή ούτε η παρουσία κατοχικού στρατού σε ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε το ξεπερασμένο σύστημα των εγγυήσεων, του δικαιώματος επέμβασης τρίτων στις υποθέσεις του.
Γι’ αυτό και αυτομάτως, νομίζω το έχουμε πει πολλές φορές, τίθεται εκτός ατζέντας συζήτησης κάθε διχοτομική σκέψη περί δύο κρατών, είναι κάτι το οποίο θέλω να το τονίσω με απόλυτη σαφήνεια εδώ, από τη Λευκωσία.
Είναι καιρός να ισχύσει σε ολόκληρο το νησί το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και ο μόνος τρόπος, όπως είπες, είναι να ξεκινήσουν και πάλι, υπό την αιγίδα του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, οι διαπραγματεύσεις.
Επανεπιβεβαίωσα σήμερα στον πρόεδρο την ακλόνητη προσήλωσή μας σε αυτόν τον δρόμο. Συμφωνήσαμε επίσης να συνεργαστούμε ακόμα πιο στενά και για την εφαρμογή των συμπερασμάτων του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ένα κείμενο το οποίο για πρώτη φορά εκφράζει την ετοιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβει ενεργό ρόλο, στηρίζοντας αυτή τη διαπραγματευτική διαδικασία σε όλα τα στάδια και με όλα τα κατάλληλα μέσα, όπως ρητά αναφέρει.
Και πράγματι, αυτή η διαφαινόμενη βελτίωση και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και στις ευρωτουρκικές σχέσεις είναι κάτι, μια ευκαιρία, την οποία θα πρέπει να την αγκαλιάσουμε. Υπό την προϋπόθεση -και θέλω να τονίσω αυτές τις δύο λέξεις τις οποίες ανέφερε ο Πρόεδρος- να είναι σταδιακή και αναστρέψιμη. Αυτές είναι δύο λέξεις οι οποίες πιστεύω ότι θα αποτελέσουν τον οδηγό σε αυτή τη νέα προσπάθεια, καθώς μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι αλλά δεν είμαστε ταυτόχρονα και αφελείς.
Ο Πρόεδρος με ενημέρωσε επίσης για τα επόμενα βήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας ενόψει και της 78ης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο.
Τώρα, στα ελληνοτουρκικά να πω δυο κουβέντες, γιατί πιστεύω ότι σε ένα βαθμό σχετίζονται και με αυτά τα οποία συζητήσαμε. Στο Βίλνιους επιδιώξαμε και εγώ και ο πρόεδρος Erdogan την εκ νέου έναρξη μιας περιόδου καλών σχέσεων, τη σταδιακή προώθηση μιας θετικής ατζέντας.
Συμφωνήσαμε στην ενεργοποίηση διμερών διαύλων επικοινωνίας. Διατήρηση αυτού του κλίματος ηρεμίας και στη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Θεσσαλονίκη, προς το τέλος του έτους.
Το σημερινό, αυτό το θετικό κλίμα, δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει μεταβάλει ουσιαστικά την πολιτική της, ούτε και έπαψαν να υφίστανται οι ουσιαστικές διαφορές στις θέσεις μας. Όμως η Ελλάδα έχει την αυτοπεποίθηση, θέλει να αξιοποιήσει τη συγκυρία, να εξαντλήσει κάθε περιθώριο στη βελτίωση των διμερών μας σχέσεων.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα θα επιμείνει ότι η ‘Αγκυρα οφείλει να εγκαταλείψει οριστικά την επιθετική και παραβατική της συμπεριφορά και μαζί να εγκαταλείψει και τις ανιστόρητες διεκδικήσεις σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου.
Θέλω να ελπίζω πάντως, όπως συζητήσαμε, ότι αυτή η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ίσως μπορεί να έχει ένα θετικό αντίκτυπο και στο Κυπριακό. Και αντίστοιχα, βέβαια, Αθήνα και Λευκωσία συντάσσονται, συνεργάζονται ολοένα και στενότερα σε όλα αυτά τα πεδία, έτσι ώστε τους επόμενους μήνες, όπως είπα, να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα σημαντικής προόδου, τόσο στο ζήτημα του Κυπριακού, όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Είχαμε την ευκαιρία, όπως είπε ο κ. Πρόεδρος, να συζητήσουμε και για μια σειρά από άλλα θέματα. Το μεταναστευτικό, στο οποίο μάλιστα και ο κ. Πρόεδρος συμμετείχε και σε μία Συνάντηση Κορυφής που διοργάνωσε η Ιταλίδα Πρωθυπουργός, δυστυχώς εγώ δεν μπόρεσα να είμαι μαζί σας λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στην Ελλάδα.
Είναι πάρα πολύ σημαντικό να μεταφέρουμε το μήνυμα εμείς που είμαστε χώρες στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο εμάς ως χώρες πρώτης υποδοχής, αφορά ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και δεν θα λυθεί το ζήτημα αυτό εάν δεν καταφέρουμε να εξαρθρώσουμε τα άθλια δίκτυα των διακινητών, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τον ανθρώπινο πόνο θέτουν σε άμεσο κίνδυνο κατατρεγμένους ανθρώπους που ξεκινούν σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο ταξίδι στη Μεσόγειο.
Συζητήσαμε βέβαια και τα ζητήματα που αφορούν την ενεργειακή μας συνεργασία, τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που οδήγησε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μία πλήρη αναδιάταξη των ενεργειακών της προτεραιοτήτων.
Γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρειαστεί φυσικό αέριο για δεκαετίες ακόμα και προφανώς είναι πολύ καλύτερο το φυσικό αέριο να το προμηθεύεται με σταθερό και προβλέψιμο τρόπο από χώρες είτε ευρωπαϊκές, είτε χώρες που είναι φυσικοί σύμμαχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως το Ισραήλ, και θα έχουμε την ευκαιρία και στη συνέχεια να συζητήσουμε σε ακόμα μεγαλύτερη λεπτομέρεια το πλαίσιο αυτής της ενεργειακής συμμαχίας.
Τέλος, να πω ότι αυτό το οποίο πιστώνεται πιστεύω στην Ελλάδα και στην Κύπρο, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, είναι ότι, σε αυτήν την πολύ δύσκολη εποχή την οποία διανύουμε, είμαστε παράγοντες γεωπολιτικής σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή και θα εξακολουθούμε να αγωνιζόμαστε, να ενισχύουμε το γεωπολιτικό μας αποτύπωμα προς όφελος των δύο λαών μας.
Οπότε και πάλι, αγαπητέ μου Νίκο, σε ευχαριστώ για αυτή την πολύ ζεστή υποδοχή στη Λευκωσία και προσβλέπω να ανταποδώσω τη φιλοξενία στην όμορφη Ρόδο στις αρχές Οκτωβρίου.
Νίκος Χριστοδουλίδης: Ευχαριστώ πολύ.
Συντονίστρια: Έχουμε δύο ερωτήσεις. Η πρώτη από την ΕΡΤ και τον κ. Δημήτρη Γκάτσο.
Δημήτρης Γκάτσος (ΕΡΤ): Καλή σας ημέρα, η ερώτησή μου απευθύνεται τόσο στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Θα ήθελα να ρωτήσω, λοιπόν, πώς μπορούν Αθήνα και Λευκωσία να αναβαθμίσουν τον ρόλο τους αλλά και τη μεταξύ τους συνεργασία, σε θέματα που κατέχουν σημαντική θέση και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και των ευρωπαϊκών προτεραιοτήτων. Και αναφέρομαι, αναφερθήκατε και εσείς, τόσο στο μεταναστευτικό όσο και στην ενεργειακή ατζέντα, όπως επίσης στην πολιτική προστασία αλλά και στα θέματα που σχετίζονται με την κλιματική κρίση. Σας ευχαριστώ.
Νίκος Χριστοδουλίδης: Ακριβώς ήταν ένα από τα θέματα που συζητήσαμε στους τομείς που προαναφέρατε, αλλά και σε άλλα θέματα που απασχολούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για παράδειγμα, η Κύπρος και η Ελλάδα είναι οι χώρες που γειτνιάζουν με την περιοχή, μία περιοχή ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας και έχουμε υποχρέωση ως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως εκπρόσωποι, αν θέλετε, της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή, να αναδείξουμε από την μια τη σημασία της ανατολικής Μεσογείου, της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, αλλά και την ίδια στιγμή την ανάγκη όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση ενισχύσει την παρουσία της στην περιοχή.
Το ίδιο και για τα θέματα μετανάστευσης, τα θέματα ενέργειας. Και είναι ακριβώς για αυτό το λόγο που αποφασίστηκε, ένας από τους πολλούς λόγους που αποφασίστηκε και η σύσταση αυτών των κοινών συναντήσεων με μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, όπου θα συζητούμε και θέματα που ξεφεύγουν, αν μπορώ να τα χαρακτηρίσω ως τέτοια, από τα αυστηρά εθνικά θέματα, τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Ακριβώς μέσα από την ενίσχυση της συνεργασίας μας σε αυτά τα θέματα να αναδείξουμε ακόμη περισσότερο και το ρόλο μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Έχει δίκιο ο φίλος Νίκος να επισημαίνει ένα παράδοξο. Το παράδοξο είναι ότι ενώ οι χώρες μας συμμετέχουν σε τριμερή σχήματα, έχουν σχήματα ανώτατου συμβουλίου συνεργασίας με άλλες χώρες, Ελλάδα και Κύπρος δεν είχαν ποτέ ένα τέτοιο εργαλείο. Και αυτό νομίζω ότι είναι σημαντικό και κάπου καταδεικνύει το γεγονός ότι το μεγάλο εθνικό θέμα μονοπωλούσε σε τέτοιο βαθμό τις επαφές μας ώστε ενδεχομένως να παραμελήσαμε άλλους τομείς συνεργασίας, οι οποίοι είναι πολύ σημαντικοί.
Και βέβαια να πω επίσης ότι η αξιοπιστία μας και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επίλυση των μεγάλων γεωπολιτικών μας ζητημάτων περνάει και μέσα από μια σημαντική συνεισφορά σε θέματα τα οποία μπορεί για εμάς να μην είναι θέματα πρώτης προτεραιότητας αλλά να είναι για την Ευρώπη.
Αυτό νομίζω ότι -αυτό τουλάχιστον μου δείχνει η δική μου εμπειρία πια- είμαστε πιο αξιόπιστοι όταν μιλάμε και για τα προβλήματα και για τα ζητήματα των άλλων και όχι μόνο για τα δικά μας ζητήματα.
Και αυτό επιβάλλει μία στενότερη συνεργασία σε πολλούς διαφορετικούς τομείς. Θα έβαζα και τα θέματα της οικονομίας. Η Κυπριακή Δημοκρατία, η Κύπρος, έχει κάνει μεγάλα βήματα προόδου και πέρασε πολύ πιο γρήγορα την οικονομική κρίση, μέσα τολμηρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις αλλά και στα ζητήματα εφαρμογής καινοτόμων εργαλείων πολιτικής, είτε αυτή είναι ψηφιακή πολιτική, ζητήματα που έχουν να κάνουν με την υγεία.
Έχουμε να μάθουμε, πιστεύω, ο ένας από τον άλλον και πραγματικά προσβλέπω πολύ σε αυτή την στενότερη συνεργασία που θα εκτείνεται πέρα από την τακτική συνεργασία που έχουν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι υπουργοί για τα κρίσιμα γεωπολιτικά ζητήματα.
Να αναφέρω ενδεικτικά, μιλήσαμε για την ενέργεια αλλά και τα ζητήματα της πολιτικής προστασίας. Θα μας απασχολήσουν πολύ περισσότερα τα επόμενα χρόνια. Δεν είναι μόνο τα ζητήματα των δασικών πυρκαγιών. Είναι τα ζητήματα της διαχείρισης του νερού, κρίσιμα για περιοχές όπως οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, που θα δοκιμάζονται ολοένα και περισσότερο από την λειψυδρία, η προστασία της βιοποικιλότητας. Ο τουρισμός, ποιο είναι το μέλλον της τουριστικής μας βιομηχανίας και πώς αντιμετωπίζουμε το γεγονός ότι πια οι καλοκαιρινοί μήνες γίνονται ολοένα και πιο θερμοί.
‘Αρα έχουμε νέες προκλήσεις, λοιπόν, στα θέματα αυτά. ‘Αρα ο συντονισμός μας σε διμερές επίπεδο αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ολοένα και πιο επιβεβλημένος.
Συντονίστρια: Τελευταία ερώτηση από το ΡΙΚ. Η κυρία Στέλλα Μιχαήλ.
Στέλλα Μιχαήλ (ΡΙΚ): Λοιπόν, κατ’ αρχάς μια ερώτηση για τον κύριο Μητσοτάκη. Είμαστε σε ένα παρατεταμένο, εδώ και κάποια χρόνια αδιέξοδο για το Κυπριακό. Αναφερθήκατε και εσείς σε συνάντηση που είχατε προσφάτως στο Βίλνιους με τον κ. Erdogan. Έχει σημασία για μας στην Κύπρο να ακούσουμε τι προσλαμβάνετε και εσείς από το διάλογο που είχατε με τον Τούρκο πρόεδρο σε σχέση με το Κυπριακό, δεδομένου ότι επιθυμεί ο κ. Erdogan και μια ευρύτερη βελτίωση των ελλαδοτουρκικών. Και επίσης, αν υπάρχει πρόθεση της Αθήνας να προχωρήσει σε κάποιες υποβοηθητικές πρωτοβουλίες σε αυτή την κινητικότητα που δημιουργεί η προσπάθεια του κ. Χριστοδουλίδη για να υπάρξει άρση του αδιεξόδου.
Και μια ερώτηση προς τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη. Κύριε Πρόεδρε, επενδύετε πολλά σε μια ενδεχόμενη τριμερή συνάντηση με τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τον κύριο Τατάρ στη Νέα Υόρκη. Ποια είναι η ρεαλιστική προσδοκία που μπορεί να υπάρχει μέσα από μια τέτοια συνάντηση, με δεδομένες τις θέσεις των συμμετεχόντων, των μερών, και κατά πόσο χωρεί μια εναλλακτική στρατηγική προσέγγισης σε μια προσπάθεια που ήδη κάνετε για να υπάρξει μια άρση της, του αδιεξόδου που υπάρχει τώρα; Ευχαριστώ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Για το μεν πρώτο ερώτημά σας, σας απάντησα ήδη: η στήριξη της Ελλάδος σε οποιαδήποτε πρωτοβουλία αναληφθεί από τον Πρόεδρο και από την ελληνοκυπριακή πλευρά είναι δεδομένη και αυτονόητη.
Από εκεί κει και πέρα, μιας και με ρωτήσατε, θα σας απαντήσω ευθέως, ότι ο Πρόεδρος Erdogan γνωρίζει -και του το μετέφερα και πάλι- ότι μία βελτίωση, διαφαινόμενη βελτίωση των ευρωτουρκικών σχέσεων, δεν μπορεί να μην συμπεριλαμβάνει και το Κυπριακό. Δεν μπορεί να είναι ένα περιχαρακωμένο πρόβλημα το οποίο το αφήνουμε στην άκρη, διότι πολύ απλά είναι τόσο σημαντικό για τους δυο μας -αλλά πιστεύω και για την Ευρωπαϊκή Ένωση- ώστε να πρέπει να είναι πάντα στο τραπέζι των συζητήσεων.
Και νομίζω ότι -το είπα και στις δηλώσεις μου, το επαναλαμβάνω- η επιμονή σε μία επί της αρχής λύση δύο κρατών οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα σε ένα αδιέξοδο. Είναι κάτι το οποίο το μετέφερα. Και πάλι, πρέπει να επανέλθουμε στο αρχικό σκεπτικό -εγώ επιμένω- να ξαναπιάσουμε το νήμα από εκεί που σταματήσαμε στο Κραν Μοντανά, να διαφυλάξουμε το κεκτημένο όσων είχαν συμφωνηθεί για να προχωρήσουμε από εκεί.
Αλλά δεν πρόκειται να αλλάξουμε τους κανόνες του παιχνιδιού, τους όρους μιας λύσης όπως αυτή έχει διαμορφωθεί από πολλαπλές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας Ηνωμένων Εθνών.
Νίκος Χριστοδουλίδης: Μοναδική μου επιδίωξη, μέσα από την πρόταση για μια κίνηση αντίστοιχη με τον γενικό γραμματέα είναι η άρση του αδιεξόδου και επανέναρξη των συνομιλιών από εκεί όπου διακόπηκαν το καλοκαίρι του 2017. Και θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν χωρίς να υποβαθμίζουμε τις δυσκολίες ή τα προβλήματα. Πολύ εύστοχα ανέφερε και προηγουμένως ο Κυριάκος ότι δεν είμαστε αφελείς. Γνωρίζουμε ποια είναι η κατάσταση προφανώς, αλλά αυτό δε σημαίνει σε καμία απολύτως περίπτωση ότι εμείς θα σταματήσουμε τις προσπάθειές μας.
Και είναι σημαντικό ότι σε αυτή μας την επιδίωξη για επανέναρξη των συνομιλιών έχουμε τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουμε τη στήριξη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και θεωρώ ότι και τα Ηνωμένα Έθνη εργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση και είναι γι’ αυτό το λόγο για παράδειγμα που στις αρχές Σεπτεμβρίου θα έχουμε επίσκεψη στην Κύπρο, αναμένω επίσκεψη από αξιωματούχο των Ηνωμένων Εθνών, που θα προετοιμάσει το έδαφος, έτσι ώστε να υπάρξει μια κοινή συνάντηση των τριών μας στη Νέα Υόρκη, συνάντηση όμως που θα ακολουθήσει ένα θετικό αποτέλεσμα.
Και για μας αυτή τη στιγμή, ο επιδιωκόμενος στόχος όσον αφορά τα Ηνωμένα Έθνη είναι ο διορισμός αντιπροσώπου του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, με όρους εντολής από το Συμβούλιο Ασφαλείας, σε σχέση με την επανέναρξη των συνομιλιών.
Δημοσιογράφος: Κύριε Πρωθυπουργέ επιτρέψτε μου να σας ρωτήσω το εξής, πέρα από τα περί συντονισμού με τη Λευκωσία και άριστων σχέσεων, μπορείτε να διαβεβαιώσετε ότι γνωρίζετε επί της ουσίας των θέσεων για το Κυπριακό ενόψει διαπραγματεύσεων τι ακριβώς θέλει η Λευκωσία ή γνωρίζετε τι δεν θέλει η Λευκωσία; Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Μιλάτε στον Έλληνα πρωθυπουργό, ο οποίος είναι τέσσερα χρόνια πια σε αυτή τη θέση. Έχουμε απόλυτο συντονισμό και δεν υπάρχουν στεγανά στην πληροφόρηση μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, μεταξύ Λευκωσίας και Αθήνας.
Και πιστεύω, ότι γνωρίζω όλα όσα πρέπει να γνωρίζω και ο Κύπριος Πρόεδρος γνωρίζει όλα αυτά τα οποία πρέπει να γνωρίζει. Και το λέω αυτό, διότι είναι πάρα πολύ σημαντικό, το τόνισε και ο Νίκος, να απαντήσουμε σε διάφορους -πολύ λίγοι είναι ευτυχώς- που επιμένουν με ένα πολύ μεθοδικό τρόπο να σπείρουν διάφορα ζιζάνια στις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, που δεν θα τους κάνουμε το χατίρι.
Συντονίστρια: Κύριε Ιγνατίου.
Μιχάλης Ιγνατίου: Κύριε Πρόεδρε, κύριε πρωθυπουργέ, είναι ερώτηση απορία. Συγγνώμη που ρωτάω για ένα θέμα εσωτερικό της Ελλάδας εδώ στην Κύπρο, αλλά μετρήσαμε 700 πυρκαγιές. Διαφωνείτε ότι, μας κάνει εντύπωση σε όλους όσους κύριε πρωθυπουργέ, είναι όλα αυτά τυχαία περιστατικά; Νομίζετε ότι υπάρχουν και περιστατικά εμπρησμού, υπάρχουν περιστατικά προβοκάτσιας;
Και μια ερώτηση και για τους δυο σας, αν θέλετε: γιατί χρειαστήκατε να μιλάτε οι δυο σας περίπου μία ώρα μέσα; Θέλετε να μας πείτε τι είπατε;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Λοιπόν, για τις πυρκαγιές έχουμε πει πολλές φορές ότι οι περισσότερες πυρκαγιές μπαίνουν από ανθρώπινο χέρι, είτε από δόλο είτε από αμέλεια. Η Ελλάδα έχει πια ένα πολύ αυστηρό πλαίσιο για να αντιμετωπίζει τέτοιες περιπτώσεις, ειδικά τις περιπτώσεις δόλου. ‘Αλλες πυρκαγιές μπορεί να προέρχονται από καλώδια τα οποία έχουν να κάνουν με τη μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος.
Και ξέρουμε βέβαια ότι όταν οι κλιματολογικές συνθήκες είναι ακραίες και ξεκινούν περισσότερες πυρκαγιές, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν σβήνουν εύκολα, καθώς οι θερμοκρασίες είναι τέτοιες που οδηγούν αυτόματα στην αναζωπύρωσή τους.
Από εκεί και πέρα, η ελληνική Δικαιοσύνη κάνει αυτό το οποίο πρέπει και πάντα θέλω να ξέρετε ότι το Πυροσβεστικό Σώμα έχει πολύ καλή υπηρεσία που ερευνά τις αιτίες όλων των πυρκαγιών. Αλλά δυστυχώς, λυπάμαι που το λέω, μερικές φορές δεν υπάρχουν όρια στην ανθρώπινη αμέλεια και μερικές από τις περιπτώσεις πραγματικά ξεπερνούν τους κανόνες της λογικής, γι’ αυτό και επαναλαμβάνω και εδώ πέρα μιας και με ρωτάτε ότι οποιεσδήποτε εργασίες – δραστηριότητες μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιά στις συνθήκες αυτές τις καλοκαιρινές είναι αυτονόητο ότι πρέπει να αποκλείονται διά ροπάλου.
Τώρα τι με ρωτάτε, σας τα είπαμε τι είπαμε, έτσι δεν είναι; Δεν είναι κάτι παραπάνω.
Νίκος Χριστοδουλίδης: Σίγουρα η μία ώρα που κράτησε η κατ’ ιδίαν συνάντησή μας δεν αφορούσε το να γεφυρώσουμε τις όποιες διαφορές ή διαφωνίες. Υπάρχει μια συνεχής, τακτική, επαφή με τον Κυριάκο, με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Εκτιμώ βαθύτατα από τις δύο συμμετοχές μου μέχρι στιγμής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το ενδιαφέρον και το πώς ο Έλληνας πρωθυπουργός, είτε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, είτε στις διμερείς επαφές με τους ομολόγους μας μιλάει για τα θέματα της Κύπρου, θέλω να τον ευχαριστήσω δημόσια και η συζήτησή μας μέσα αφορούσε πολύ συγκεκριμένα τις επόμενες ενέργειές μας στα θέματα που έχω προαναφέρει. Ευχαριστούμε πάρα πολύ.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ευχαριστούμε πολύ.
Νωρίτερα, ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε το Στρατιωτικό Κοιμητήριο Μακεδονίτισσας και τα Φυλακισμένα Μνήματα, όπου κατέθεσε στεφάνια προς τιμήν των πεσόντων Ελλαδιτών και Κυπρίων στρατιωτών και αγωνιστών.
Μετά τις διευρυμένες συνομιλίες στο Προεδρικό Μέγαρο ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε συνάντηση με την Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Αννίτα Δημητρίου, στο κοινοβούλιο.
Ο πρωθυπουργός, τέλος, συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ.κ. Γεώργιο, στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, ο οποίος του δώρισε μία εικόνα του Αγίου Βαρνάβα.