Πριν από 48 χρόνια, τέτοια ημέρα, 28 Ιουλίου του 1975, ξεκινά η δίκη των πρωταιτίων της Χούντας, των ανθρώπων που εγκαθίδρυσαν δικτατορία στην Ελλάδα από την 21η Απριλίου του 1967 ως τις 23 Ιουλίου του 1974.
Τον Σεπτέμβριο του 1974 ο δικηγόρος Αλέξανδρος Λυκουρέζος υποβάλει εναντίον τους μήνυση με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και ξεκινούν έστι οι νομικές διαδικασίες.
Η υπόθεση εκδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών. Οι κατηγορούμενοι αξιωματικοί ήταν είκοσι τέσσερις, και ανάμεσα σε αυτούς που κάθησαν στο εδώλειο του κατηγορουμένου ήταν η ηγεσία της Χούντας: ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός και ο συνταγματάρχης Νικόλαος Μακαρέζος. Απέναντι τους, πρόεδρος του δικαστήριου, ήταν ο Γιάννης Ντεγιάννης.
Η δίκη αυτή υπήρξε από τις εμβληματικότερες στη συγχρόνη ιστορία της Ελλάδος, και ο ίδιος ο Ντεγιάννης έχει αφηγηθεί το πώς την έζησε, στο βιβλίο του «Η Δίκη» (Εκδόσεις Γνώση, 1990).
«ΤΑ ΝΕΑ» της 30ης Μαΐου 2006 και η Αριστοτελία Πελώνη, με αφορμή τον θάνατο του δικαστικού την 27η Μαΐου 2006, αναδημοσίευσαν χαρακτηριστικά αποσπάσματα της αφήγησής του.
Η πρώτη ματιά
Την πρώτη ημέρα της δίκης ο Ντεγιάννης αντικρύζει τους κατηγορούμενους.
«Πρόσωπα σφιγμένα που αγωνίζονταν να επιδείξουν ψυχραιμία και αδιαφορία, έκρυβαν την ταραχή τους κάτω από χαμόγελα πετρωμένα. Μερικοί φανερά σαστισμένοι, άλλοι καταπονημένοι.
»Δυο – τρεις, από την αδυναμία περίσσευαν τα ρούχα τους. Ήταν όλοι τους αρκετούς μήνες προφυλακισμένοι, ήξεραν πολύ καλά πως ό,τι έβλεπαν, άκουγαν, ένιωθαν, δεν ήταν κακός βραχνάς.
»Ήξεραν πως ήταν κατηγορούμενοι, μα προσπαθούσαν να μην το δείχνουν, όσο μπορούσαν».
«Άρχεται η συνεδρίασις»
Σχολιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 30ης Μαΐου:
«Στη συνέχεια [ο Ντεγιάννης] πρόφερε: “Άρχεται η συνεδρίασις” – και κάλεσε τους κατηγουρουμένους να δώσουν τα στοιχεία ταυτότητας (όνομα, επώνυμο, επάγγελμα, ηλικία κ.λπ.). Το τυπικό αυτό πήρε τεράστιες διαστάσεις. Οι άνθρωποι που ήταν φορτωμένοι με τίτλους και αξιώματα, έπρεπε να θυμίσουν στο δικαστήριο πώς ονομάζονται και να απαντήσουν με τον νέο τίτλο, “κατηγορούμενος”.
»Στην ερώτηση “ποιο το επάγγελμα;” απάντησαν όλοι “απόστρατος αξιωματικός”, δείχνοντας πως είχαν αποδεχθεί τη νέα πραγματικότητα. Ένας, “ο πιο σαστισμένος”, αφηγείτο ο πρόεδρος του δικαστηρίου, “απάντησε πως ήταν κάτοικος Κορυδαλλού και το επάγγελμα του ήταν οικιακά”».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα
Όπως αναφέρει ο Γιάννης Ντεγιάννης στο βιβλίο του, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισε στα πλαίσια της δίκης αυτής ήταν το πώς θα εξετάζονταν όλα τα περιστατικά που περιελάμβανε η δράση του καθενός από τους κατηγορουμένους, αφού η ανάκριση ήταν ελλιπής.
«Ξέρω από τον φάκελο πως πολλοί από τους μάρτυρες έχουν βασανισθεί, έχουν εξορισθεί, μα δεν γνωρίζουν τίποτε σχετικό με το πώς έγινε το πραξικόπημα.
Θα πικραθούν όταν θα τους εξηγήσω πως οι πληγές τους δεν έχουν πρώτη θέση στη Δίκη των πρωταιτίων. Ό,τι ακολούθησε, δικαίωσε τους φόβους. Ήταν αναπόφευκτο να δυσαρεστήσω πολλούς που περίμεναν την ημέρα της δίκης για να πουν τον βαρύ καημό τους κι εγώ να τους εμποδίσω».
Oι ποινές
Η δίκη ολοκληρώθηκε στις 23 Αυγούστου 1975, έναν μήνα περίπου μετά την έναρξή της. Είναι η ημέρα που ο Γιάννης Ντεγιάννης ανακοινώνει τις ποινές των κατηγορουμένων.
Γράφει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 24ης Αυγούστου 1975:
«Την 1.15 ο Πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου κ. Ντεγιάννης απήγγειλε την απόφαση, η οποία αστραπιαία μεταδόθηκε σ’ ολόκληρη την χώρα. Ραδιόφωνο, έκτακτα παραρτήματα και ξένα πρακτορεία μετέδιδαν την ιστορική απόφαση που απετέλεσε και καταδίκη της τυραννική δικτατορίας.
»Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός και Νικόλαος Μακαρέζος κρίθηκαν ένοχοι εσχάτης προδοσίας και στάσεως χωρίς ελαφρυντικά. Ποινή: Θάνατος και ισόβια κάθειρξη.
»Γρ. Σπαντιδάκης, Γ. Ζωιτάκης, Δημ. Ιωαννίδης, Ι. Λαδάς, Α. Λέκκας, Μ. Ρουφογάλης, Κ. Παπαδόπουλος και Μ. Μπαλόπουλος κρίθηκαν ένοχοι για εσχάτη προδοσία και στάση εν καιρώ ειρήνης χωρίς το επιβαρρυντικό ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής. Ποινή: Ισόβια κάθειρξη και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για πέντε χρόνια.
»Οδ. Αγγελής και Ν. Ντερτιλής ένοχοι για εσχάτη προδοσία και στάση. Ποινή: Είκσι χρόνια κατά συγχώνευση.
»Ν. Γκαντώνας και Στ. Καραμπέρης ένοχοι για εσχάτη προδοσία και στάση. Ποινή: Κατά συγχώνευση δεκαπέντε χρόνια.
»Γ. Κωνσταντόπουλος: Κατά συγχώνευση δώδεδα χρόνια.
»Ε. Τσάκας: Κατά συγχώνευση οκτώ χρόνια.
»Δ. Σταματελόπουλος: Πέντε χρόνια. Κ. Καρύδας και Αλ. Χατζηπέτρος αθώοι.
»Οι τρεις θανατοποινίτες περνώντας μπροστά από τους δημοσιογράφους δήλωσαν: “Ουδέν σχόλιον”. (….) Ο Ιωαννίδης είπε ότι η απόφαση τον “αφήνει αδιάφορο”».
Μετριασμός της ποινής
Οι θανατικές καταδίκες δεν εκτελέστηκαν. Όπως αναφέρεται και στο πρωτοσέλιδο του «ΒΗΜΑΤΟΣ» της 24ης Αυγούστου 1975, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποφάσισε «να κινήση αυτεπαγγέλτως τον μηχανισμό απονομής χάριτος – μετριασμού ποινών και η θανατική καταδίκη των τρίων από τους πραξικοπηματίες δεν θα εκτελεσθή».
Στους καταδικασθέντες σε θάνατο απονεμήθηκε χάρη και αποφασίσθηκε «η μετατροπή των επιβληθεισών τριών θανατικών ποινών εις ισόβια δεσμά»
Δύο ώρες μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης, υπήρξε επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση:
«Εις την Δημοκρατίαν η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητος και συνταγματικώς κατοχυρωμένη λειτουργία. Εις το Κράτος Δικαίου, όμως, το έργον της Δικαιοσύνης συμπληρώνεται από την τελικήν διαδικασίαν, συνταγματικώς επίσης κατοχυρωμένην, η οποία επιτρέπει τον μετριασμόν των ποινών.
»Εις την τελικήν αυτήν φάσιν πρέπει να πρυτανεύη υψηλόν αίσθημα πολιτικής ευθύνης».