Εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας διέπρατταν απάτες, κλοπές και ληστείες σε βάρος ηλικιωμένων σε σε διάφορες περιοχές της χώρας εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Δυτικής Αττικής.

Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης πραγματοποιήθηκε πρωινές ώρες χθες, Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023, παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής αρχής, ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση με τη συμμετοχή αστυνομικών της Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής, της Υποδιεύθυνσης Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων, της Διεύθυνσης Αστυνομικών Επιχειρησιακών Αττικής και της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Θεσσαλονίκης καθώς και Ομάδων ΔΙ.ΑΣ.

Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης συνελήφθησαν -12- μέλη της οργάνωσης σε Ζεφύρι και Αχαρνές και -4- μέλη της στη Θεσσαλονίκη, ενώ στη σχηματισθείσα δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμα -11- μέλη, τα στοιχεία των οποίων έχουν ταυτοποιηθεί.

Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για – κατά περίπτωση – διεύθυνση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, παροχή κινητών μέσων για απάτες, διακεκριμένες κλοπές και ληστείες κατ’ εξακολούθηση από κοινού, τετελεσμένες και σε απόπειρα, με συνολικό όφελος άνω των 120.000 ευρώ, πλαστογραφία, καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας για τα όπλα.

Για τη διερεύνηση της υπόθεσης προηγήθηκε εμπεριστατωμένη προανακριτική έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Δυτικής Αττικής σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ηρακλείου Κρήτης, την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Καλαμάτας και των Τμημάτων Ασφαλείας Παπάγου-Χολαργού, Αγίας Παρασκευής, Κορίνθου, Άρτας, Ηρακλείου Αττικής και άλλων υπηρεσιών, στο πλαίσιο της οποίας σκιαγραφήθηκε η εγκληματική δραστηριότητα των κατηγορούμενων.

Συγκεκριμένα, προέκυψε ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν συγκροτηθεί κι ενταχθεί σε αυτή, έχοντας διαρκή και πολυετή δράση τελώντας κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση απάτες και κλοπές, τετελεσμένες και σε απόπειρα και σε ορισμένες περιπτώσεις ληστείες, σε βάρος ηλικιωμένων ατόμων.

Πρόκειται για άτομα που συνδέονται μεταξύ τους με συγγενικούς και φιλικούς δεσμούς, χωρίς να ασκούν καμία επαγγελματική δραστηριότητα, όντας στην πλειοψηφία τους άεργοι, ενώ τα ηγετικά και βασικά στελέχη έχουν απασχολήσει πολλές φορές στο παρελθόν για ίδια αδικήματα.

Ως προς τον τρόπο δράσης (modus operandi) που χρησιμοποιούσαν στην εγκληματική τους δράση, προέκυψε ότι αφού προσέγγιζαν στο δρόμο ηλικιωμένους και κυρίως γυναίκες, παρουσιάζονταν κυρίως ως λογιστές αλλά και ως φιλικά πρόσωπα ή απεσταλμένοι συγγενών τους και τους έπειθαν να τους παραδώσουν χρηματικά ποσά ή κοσμήματα, τα οποία κατά περίπτωση παραλάμβαναν από τις οικίες τους ή από τραπεζικά καταστήματα, όπου τους μετέφεραν.

Πιο αναλυτικά, παρουσιάζονταν ως απεσταλμένοι συγγενικού τους προσώπου και ισχυρίζονταν ότι για να περαιωθεί οικονομική υπόθεση ή να ληφθεί μεγάλο χρηματικό ποσό ως αποζημίωση ή ως επιστροφή από την εφορία, θα έπρεπε πρώτα να τους παραδώσουν κάποιο χρηματικό ποσό, συνήθως ως παράβολο.

Για να είναι πιστευτοί είχαν περιποιημένη εξωτερική εμφάνιση και ιδιαίτερα ευγενική συμπεριφορά, ενώ για να κάμψουν την όποια αμφιβολία προσποιούνταν ότι μιλούσαν τηλεφωνικά με οικείο πρόσωπο του θύματος. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις έδιναν το τηλέφωνο στο θύμα, προκειμένου να συνομιλήσει με τον υποτιθέμενο οικείο του, το ρόλο του οποίου όμως αναλάμβανε ένας από τους συνεργούς.

Επίσης, με διάφορες προφάσεις έπειθαν τα θύματα τους να μην χρησιμοποιούν το κινητό τους τηλέφωνο, αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο να τους καλέσει οικείο τους πρόσωπο ή ακόμη το αφαιρούσαν από την κατοχή τους ώστε να εξασφαλίσουν τον απαραίτητο χρόνο διαφυγής, προτού ειδοποιηθούν οικείοι ή οι Αρχές.

Σε αρκετές περιπτώσεις, ζητούσαν να τους παρουσιάσουν χρυσαφικά και κοσμήματα με το πρόσχημα της φωτογράφισης αυτών, ωστόσο στη συνέχεια απομάκρυναν τα θύματά τους από το χώρο, τους αποσπούσαν την προσοχή και χωρίς να γίνουν αντιληπτοί αφαιρούσαν τα χρυσαφικά.

Σε περίπτωση που οι παθόντες εξέφραζαν αμφιβολίες ή ήταν επιφυλακτικοί, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δε δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν σωματική βία σε βάρος τους.

Χαρακτηριστικό στοιχείο του «επαγγελματισμού» με τον οποίο δρούσαν ήταν ότι μεταξύ τους είχαν καθορίσει διακριτούς ρόλους, με επιμερισμό αρμοδιοτήτων στην προσέγγιση των θυμάτων, στην «περιφρούρηση» του πεδίου δράσης και στην κατοχή των επιχειρησιακών οχημάτων.

Όσον αφορά στα μέσα που χρησιμοποιούσαν, επρόκειτο για ιδιόκτητα οχήματα, που ήταν καταχωρισμένα σε στοιχεία άλλων προσώπων, καθώς επίσης και μισθωμένα οχήματα, προκειμένου οι χρήστες τους να μην συνδέονται άμεσα με τα βασικά μέλη της οργάνωσης.

Στο πλαίσιο των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν σε -14- οικίες και -4- ενεχυροδανειστήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:

-44.880- ευρώ,
πλήθος χρυσών κοσμημάτων και ρολογιών,
-15- αυτοκίνητα,
-2- κυνηγετικά όπλα,
περίστροφο,
-74- φυσίγγια,
κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM και
πλήθος ειδών ρουχισμού σχετιζόμενων με τις κλοπές και διάφορα αντικείμενα αλλοίωσης χαρακτηριστικών (περούκες-κοτσίδες-καπέλα).

Από την μέχρι τώρα έρευνα, προκύπτει ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης τουλάχιστον από τα μέσα του έτους 2021 έχουν διαπράξει τουλάχιστον -113- αξιόποινες πράξεις και συγκεκριμένα -52- περιπτώσεις απάτης, -16- περιπτώσεις κλοπής, -1- περίπτωση ληστείας, -16- περιπτώσεις απάτης και κλοπής, -1- περίπτωση απάτης και ληστείας, -1- περίπτωση απόπειρας απάτης και κλοπής και -26- περιπτώσεις απόπειρας απάτης, με τη λεία τους να ξεπερνά το ποσό του 1.360.000 €.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή, ενώ το προανακριτικό έργο για την εξακρίβωση του πλήρους εύρους της εγκληματικής τους δραστηριότητας συνεχίζεται.