«Αν στον υπόλοιπο κόσμο ήθελα να δώσω το παν, εδώ θέλω να δώσω το παραπάνω», λέει η Μαρία Κάλλας, μιλώντας στα ελληνικά, σε συνέντευξη πριν από την ιστορική εμφάνισή της στο Ηρώδειο, το 1957 και συνεχίζει: «Γιατί αν και λένε πως ικανοποιούνται με αυτό που κάνω, εγώ ποτέ δεν είμαι ικανοποιημένη. Φανταστείτε λοιπόν όταν δεν είμαι καλά και αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να δώσω έστω αυτό το λίγο που μπορώ να δώσω… Θα σας παρακαλέσω, τη Δευτέρα, επειδή όλος ο κόσμος εξακολουθεί να λέει πως δίνω το άπαν και πως είμαι ένα θαύμα, μην τα πιστεύετε… Λένε πως είμαι θαύμα. Εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι περισσότερο από το να τραγουδήσω. Ποιος όμως ξέρει τι περιμένετε από εμένα, και αυτό με φοβίζει, γιατί είμαι ένας άνθρωπος, έχω αισθήματα. Θέλω τόσο πολύ να τραγουδήσω για εσάς. Δεχτείτε αυτό που είμαι, με χαρά. Μην περιμένετε ένα θαύμα. Δεν ξέρω… Δεν μπορώ… Δεν ξέρω πώς να σας ικανοποιήσω!».
Στα διστακτικά και φοβισμένα λόγια της Μαρίας Κάλλας ακούμε τον άνθρωπο που έχει επίγνωση της ευθύνης του αλλά και της ευθραυστότητάς του. Που προσπαθεί για το καλύτερο, αγωνίζεται να ξεπεράσει τον ίδιο του τον εαυτό αλλά και που την ίδια στιγμή τον τρομάζει η πιθανότητα να φανεί κατώτερος των περιστάσεων.
Βαθιά εξομολογητικές οι κουβέντες που η πριμαντόνα απευθύνει στο ελληνικό κοινό, σκέψεις στακάτες, χωρίς περικοκλάδες, αλλά ευαίσθητες και αληθινές. Σαν το τραγούδι της. Γιατί, όπως και στην τέχνη της (σε κάθε ρόλο, σε κάθε άρια, σε κάθε νότα που έχει αποδώσει) έτσι και εδώ, η Κάλλας αποκαλύπτει με συγκινητική τόλμη ακόμα και τις πιο ευάλωτες πτυχές του εαυτού της. Τους πιο βαθιούς φόβους και τις αγωνίες της. Ξεγυμνώνεται μπροστά στα μάτια του κοινού, αποφασισμένη να του δώσει τα πάντα, κυρίως την αλήθεια που πηγάζει από την ψυχή της, αν και γνωρίζει πολύ καλά πόσο εύκολα εκείνοι που σήμερα σε αποθεώνουν την αμέσως επόμενη στιγμή μπορεί να σε λοιδορούν.
«Μην περιμένετε ένα θαύμα», λέει ανήσυχη και τρομαγμένη καθώς καλείται να αποδείξει μπροστά στο κοινό της πατρίδας της, πως πράγματι είναι το μοναδικό φαινόμενο που περιγράφει ο διεθνής Τύπος. «Είμαι ένας άνθρωπος», συμπληρώνει και ακούγεται τόσο διστακτική και φοβισμένη που δεν μπορεί παρά να την πιστέψεις.
Όμως, η αθηναϊκή εμφάνιση της 5ης Αυγούστου 1957 υπάρχει ευτυχώς ηχογραφημένη (μπορείτε να την ακούσετε και στο Διαδίκτυο), για να μας αποκαλύψει (για άλλη μια φορά) ένα θαύμα, μια παρουσία υπεράνθρωπη! Στις ηχογραφήσεις της (ευτυχώς υπάρχουν πολλές) βρίσκεται εξάλλου η απάντηση στο ερώτημα που ακόμα και σήμερα, εκατό χρόνια από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας, θέτουν ερευνητές, μουσικοί, δημοσιογράφοι αλλά και το κοινό: «Τι είναι εκείνο που την κάνει περίπτωση μοναδική στα παγκόσμια χρονικά;»
Αρκεί να την ακούσεις να τραγουδά μερικές νότες (με την άμεσα αναγνωρίσιμη φωνή της) για να καταλάβεις: Είναι η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα της. Η μοναδική μουσική και θεατρική αντίληψή της, προσόντα που οδηγούν στην απόλυτη ταύτισή της με τον ρόλο που ερμηνεύει κάθε φορά. Και η συνειδητή απόφασή της, με την τέχνη της να λέει πάντα την αλήθεια, ακόμα και αν αυτό έχει κόστος βαρύ.
Στη μακραίωνη ιστορία της όπερας υπήρξαν πολλές τραγουδίστριες με τεράστια ταλέντα και μεγάλη προσφορά _ κάθε μια για διαφορετικούς λόγους. Η Μαρία Κάλλας, η δική μας Μαρία, για όσα αναφέραμε και για πολλά ακόμη που θα χρειαζόμασταν σελίδες επί σελίδων για να τα παραθέσουμε και να τα αναλύσουμε, στέκεται στην απόλυτη κορυφή!
Αν και το «δική μας» ακούγεται υποκριτικό και ψεύτικο από τη στιγμή που σε εθνικό επίπεδο δεν της έχουμε επ΄ ουδενί αποδώσει τις τιμές που της αρμόζουν. Αυτό είναι βεβαίως μια άλλη, συζήτηση. Που όμως έχουμε χρέος να την κάνουμε. Μήπως τώρα, με τον εορτασμού του Έτους Κάλλας, ήρθε η ώρα;