Τα αποτελέσματα των εκλογών της 25ης Ιουνίου επιβεβαίωσαν τις τάσεις της προηγούμενης κάλπης της 21ης Μαΐου, θέτοντας τη χώρα μας σε νέο πολιτικό και οικονομικό κύκλο. Οι κάλπες απέδωσαν κοινοβουλευτικά αυτοδύναμη κυβέρνηση 158 εδρών, πολιτικά και κοινωνικά ισχυρή και μια ασθενική κατακερματισμένη αντιπολίτευση, συγκροτούμενη από επτά, μικρά κατά βάση, ετερόκλητα μεταξύ τους, κόμματα.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ηττήθηκε κατά κράτος, συγκεντρώνοντας ποσοστό μικρότερο του 18%. Το κόμμα του κ. Τσίπρα βρίσκεται σε πτωτική τροχιά, πολιορκούμενο από ένα ασθενές μεν αλλά διεκδικητικό ΠαΣοΚ και από πλήθος φιλόδοξων λαικιστικών, ακροδεξιών στην πλειονότητά τους, κομμάτων. Οπως έχουμε ξαναγράψει η αντιπολίτευση και δη αυτή της κεντροαριστερής κατεύθυνσης θα παλεύει επί μακρόν για τα πρωτεία και την επιβαλλόμενη ανασυγκρότησή της.
Υπό αυτή η έννοια, η νίκη του κ. Μητσοτάκη είναι μεγάλη και η ευκαιρία του ακόμη μεγαλύτερη. Διαθέτει πλέον καθαρή και ισχυρή εντολή να εφαρμόσει με ταχύτητα τη μεταρρυθμιστική του ατζέντα και να διαμορφώσει τις προσδοκώμενες συνθήκες αναπτυξιακής τροχιάς, ικανής να αλλάξει τη χώρα.
Η πολιτικο-ιδεολογική επικράτησή του είναι φανερή, η ανοχή της κοινωνίας δεδομένη, οι προσδοκίες στα ύψη, το εσωτερικό και διεθνές οικονομικό κλίμα ευνοϊκό. Ο κίνδυνος της πολιτικής αστάθειας, που εδώ και ενάμιση χρόνο ανέστειλε επιχειρηματικές και άλλες αποφάσεις, εκμηδενίζεται πλέον, η ελκυστικότητα της χώρας πολλαπλασιάζεται και τίποτε πια δεν φαίνεται ικανό να εμποδίσει την πλήρη επανένταξη της χώρας διεθνές οικονομικό σύστημα.
Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης δεν μπορούν πια παρά να αποδώσουν τη διεκδικούμενη επενδυτική βαθμίδα και να προσθέσουν χρηματοδοτικές ευκαιρίες και δυνατότητες στο κράτος, στις Τράπεζες και στις πολλές πια διεθνοποιημένες ελληνικές επιχειρήσεις. Και το σημαντικότερο η νέα κυβέρνησή του θα έχει στη διάθεσή της πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια χρηματοδοτικών και αναπτυξιακών πόρων, ικανών να κινήσουν πραγματικά την οικονομία και τη χώρα ολόκληρη.
Η ευκαιρία λοιπόν, είναι μεγάλη και η ευθύνη ακόμη μεγαλύτερη για τον κ. Μητσοτάκη. Σπάνια όλες οι συνθήκες, πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και γεωπολιτικές είναι ευνοϊκές για μια κυβέρνηση. Θα πρόκειται για σφάλμα της Ιστορίας αν δεν τις αξιοποιήσει στον μέγιστο βαθμό ο κ. Μητσοτάκης.