Το γεγονός ότι για πέμπτη μέρα δεν βρέθηκε κάτι από αέρος ή θάλασσας ούτε στο βυθό, και ενώ ειδικά υποβρύχια σκάφη έχουν σαρώσει την περιοχή καλύπτοντας μια έκταση 22.000 τετραγωνικών μέτρων δείχνει ότι κάτι κακό συνέβη στην άβυσσο κοντά στο ναυάγιο του Τιτανικού, σύμφωνα με τον Ροδαμάνθη Φουντουλάκη υποναύαρχο ε.α., ο οποίος μίλησε στην ΕΡΤ για την εξαφάνιση του τουριστικού σκάφους με πέντε επιβαίνοντες.
Ο υποναύαρχος εκτιμά ότι το υποβρύχιο συνεθλίβη από την πίεση στα βάθη του Ατλαντικού. Την ίδια ώρα τα σωστικά συνεργεία δίνουν μάχη με το χρόνο σε μια απέλπιδα προσπάθεια να εντοπίσουν το σκάφος.
«Το πιο πιθανό είναι ότι το σκάφος συνεθλίβη λόγω πιέσεως και μη αντοχής υλικού και να έχει διαλυθεί σε κομμάτια που δεν μπορούν να εντοπίσουν τα σόναρ» δήλωσε ο κ. Φουντουλάκης τονίζοντας, ωστόσο, ότι υπάρχει πάντα ζωντανή η ελπίδα για ένα θαύμα.
Μιλώντας στην εκπομπή «Συνδέσεις» ο έμπειρος αξιωματικός του ναυτικού για τις τεχνολογικές δυνατότητες του μικρού βαθυσκάφους εκτίμησε ότι δεν είχε μηχανισμό εντοπισμού όπως έχουν τα κανονικά υποβρύχια και ερευνητικά βαθυσκάφη.
Ο ίδιος εστίασε στο γεγονός ότι ο «Τιτάνας» είχε άσπρο χρώμα γεγονός που δυσκολεύει τις προσπάθειες ερευνών του σε αντίθεση με τα ερευνητικά βαθυσκάφη που είναι κίτρινα και πορτοκαλί.
«Το συγκεκριμένο σκάφος έχει μια καινοτομία»
«Αυτό το σκάφος είναι φτιαγμένο από υαλοβάμβακα. Είναι καινοτόμο σκάφος. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την αντοχή του υαλοβάμβακα» είπε προσθέτοντας ότι «είναι θέμα φιλοσοφίας. Καμιά φορά αφήνουμε την καινοτομία να πηγαίνει μπροστά με υψηλό ρίσκο» σημείωσε ο κ. Φουντουλάκης.
Όπως είπε χαρακτηριστικά ήταν ένα μικρό βαθυσκάφος που οι επιβάτες τους δεν είχαν δυνατότητες διαφυγής με ίδια μέσα καθώς δεν μπορούσαν ούτε να ανοίξουν την καταπακτή μόνοι τους περιγράφοντάς τον «Τιτάνα» σαν ένα βαρέλι θαλάσσης που καθοδηγούνταν με ένα τηλεχειριστήριο παιχνιδιού.
«Το συγκεκριμένο σκάφος έχει μια καινοτομία. Δεν αυτοκαταδύεται και δεν αναδύεται, Έχει μια δική του βάση και με αυτή καταδύεται. Μετά αυτή εκτοξεύεται και μετά λειτουργεί αυτόνομα με τέσσερις ηλεκτρικούς κινητήρες. Για να αναδυθεί πάει και κάθεται στη βάση και με αυτή αναδύεται» εξήγησε λέγοντας ότι είναι μια έξυπνη καινοτομία που του επιτρέπει να επιχειρεί σε μεγάλο βάθος.
«Μακάρι να γίνει ένα θαύμα»
«Σενάρια υπάρχουν πολλά. Θα μπορούσαν να έχουν κολλήσει κάτω και να μην μπορούν να ξεκολλήσουν» πρόσθεσε αναφέροντας ορισμένες από τις εκδοχές που οδήγησαν στην εξαφάνιση του ιδιωτικού βαθυσκάφους.
«Κάθε ημέρα ανοίγουν την περιοχή έρευνας ανάλογα με τα ρεύματα. Μακάρι να γίνει το θαύμα που όλοι περιμένουμε αλλά όσο περνάει η ώρα τα πράγματα δυσκολεύουν. Αν δεν το βρουν αυτοί κανείς δεν πρόκειται να το βρει» δήλωσε στην ΕΡΤ ο υποναύαρχος ε.α.
Τα σενάρια για τους επιβαίνοντες στην περίπτωση που ράγισε το σκάφος
Και παρά το γεγονός ότι οι έρευνες συνεχίζονται και οι ελπίδες αναμετρώνται με τον χρόνο ειδικοί εξηγούν τι έχει συμβεί στους πέντε επιβαίνοντες στην περίπτωση που ράγισε το σκάφος τους.
«Μπορεία να αντιμετωπίζουν πίεση στους πνεύμονες, νάρκωση από άζωτο και υποθερμία» στην περίπτωση που είναι ακόμη στη ζωή, δήλωσαν.
Μηδαμινά τα σενάρια επιβίωσης
Ένα σενάριο είναι το ράγισμα του κύτους ενώ το σκάφος βρισκόταν στα βάθη του ωκεανού, και αν αυτό έχει συμβεί οι ειδικοί λένε ότι οι πιθανότητες επιβίωσης των επιβατών είναι σχεδόν μηδενικές. Ο δρ Nicolai Roterman, ερευνητής θαλασσών στο Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ, δήλωσε ότι αν συνέβαινε ένα τέτοιο ατύχημα, η πίεση θα σκότωνε σχεδόν αμέσως τους επιβαίνοντες στο υποβρύχιο.
Ο καθηγητής Alistair Greig, ειδικός στη θαλάσσια μηχανική στο University College του Λονδίνου, πρόσθεσε απλώς ότι αν το σκάφος είχε υποστεί οποιαδήποτε βλάβη, η «πρόγνωση δεν είναι καλή».
Το Titan εξαφανίστηκε ενώ έκανε κατάδυση στην περιοχή του ναυαγίου του Τιτανικού, 12.500 πόδια κάτω από την επιφάνεια του νερού. Ακόμα και οι φάλαινες που έχουν εξελιχθεί για να τρέφονται στα βάθη του ωκεανού φτάνουν το πολύ μέχρι τα 10.000 πόδια.
Όταν οι άνθρωποι μπαίνουν κάτω από το νερό πρέπει να αντιμετωπίσουν την πίεση του νερού, το οποίο είναι πολύ πυκνότερο από τον αέρα, που τους περιβάλλει. Στο βάθος του ναυαγίου του Τιτανικού, η πίεση θα είναι περίπου 380 φορές μεγαλύτερη από αυτήν που βιώνουν οι άνθρωποι στην επιφάνεια. Καθώς η πίεση από το νερό αυξάνεται, προκαλεί την κατάρρευση οποιουδήποτε χώρου γεμάτου με αέρα κάτω από το βάρος.
Θανατηφόρα η πίεση στους πνεύμονες στα μεγάλα βάθη
Για τα υποβρύχια με βλάβη στο κύτος, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ρήγμα, προκαλώντας πιθανό τραύμα στους επιβαίνοντες στο εσωτερικό. Και για συστήματα, όπως οι πνεύμονες, η έντονη πίεση μπορεί να είναι καταστροφική και σε ακραία βάθη αυτή η πίεση γίνεται θανατηφόρα.
Ένας άνθρωπος χωρίς προστασία και εξοπλισμό, που θα εκτίθετο στο βάθος που επεδίωκε να φτάσει ο Τιτάνας θα κατέρρεαν οι πνεύμονές του και θα έσπαγαν τα τύμπανά του από το βάρος του νερού. Το υγρό θα έμπαινε από το στόμα του για να γεμίσει το κενό που θα έμενε πίσω και αυτό θα προκαλούσε τον πνιγμό του άτυχου ατόμου.
Στα δεκαπέντε λεπτά η επιβίωση του ατόμου χωρίς οξυγόνο
Οι άνθρωποι μπορούν να επιβιώσουν περίπου 15 λεπτά χωρίς οξυγόνο, αν και χάνουν τις αισθήσεις τους πολύ νωρίτερα, ενώ η εγκεφαλική βλάβη είναι πιθανή μετά από λίγα λεπτά χωρίς αέρα.
Η πίεση του νερού που μπορεί να συνθλίψει τα ανθρώπινα οστά είναι περίπου 22 μίλια, δηλαδή περίπου τρεις φορές πιο βαθιά από τα βαθύτερα καταγεγραμμένα σημεία του ωκεανού.
Στις υψηλές πιέσεις στα βάθη των ωκεανών, η εσωτερική χημεία του σώματος αρχίζει να αλλάζει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το άζωτο, το οποίο αποτελεί μέρος του αέρα που αναπνέουμε, να εισέρχεται στο αίμα.
Τι είναι η νάρκωση από άζωτο
Καθώς ο ανθρώπινος ιστός χρειάζεται οξυγόνο και όχι άζωτο για να επιβιώσει, αυτή η ανισορροπία προκαλεί μια κατάσταση που ονομάζεται νάρκωση από άζωτο – με το σώμα να ασφυκτιά ουσιαστικά από μέσα προς τα έξω. Ακόμα και χωρίς αυτούς τους παράγοντες, ένα άτομο θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει την προοπτική της υποθερμίας που θα επέλθει γρήγορα. Ο βαθύς ωκεανός δέχεται ελάχιστο έως καθόλου φως και οι θερμοκρασίες στα 12.500 πόδια είναι περίπου 2°C (36°F).
Στους ανθρώπους, η υποθερμία μπορεί να εμφανιστεί σε νερό με θερμοκρασία μόλις 4°C (40°F), και οι άνθρωποι αρχίζουν να κουράζονται και να παθαίνουν σύγχυση.
Διάφορα πλάσματα που αναπνέουν αέρα, όπως οι φάλαινες, οι φώκιες και οι θαλάσσιες χελώνες, έχουν αναπτύξει ειδικές άμυνες για να αντισταθμίσουν το βάθος. Ορισμένα είδη «παραλύουν» προληπτικά τους πνεύμονές τους και επιβραδύνουν τις σωματικές τους λειτουργίες πριν βουτήξουν στα βάθη, επιβιώνοντας με το οξυγόνο που απομένει στο αίμα τους.
Αν το σκάφος δεν έχει ρεύμα, οι πέντε επιβάτες του θα βρίσκονται σε απόλυτο σκοτάδι και σε θερμοκρασίες περίπου 3°C καθώς το σκάφος κυλάει στον βυθό της θάλασσας.