Εκτός απροόπτου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα προβεί σε νέα αύξηση των επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας , επιμένοντας στην πολιτική της νομισματικής σύσφιξης παρ’ ότι ο πληθωρισμός δίνει σοβαρά σήματα υποχώρησης και η ευρωπαική οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση επικίνδυνης στασιμότητας, για να μην πούμε ύφεσης.

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το βασικό επιτόκιο θα ανέλθει στο 3,75% και δεν είναι απίθανο η Κριστίν Λαγκάρντ να προαναγγείλει και επόμενη στο 4% στα μέσα Ιουλίου. Αυτό θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα έρευνας για τις τραπεζικές πιστώσεις προς τις ευρωπαϊκές οικονομίες που θα παρουσιαστούν αυτές τις μέρες, αν και γενική είναι η εντύπωση ότι η ζήτηση παραμένει υποτονική.

Το ενδιαφέρον είναι ότι η εμμονή στη γραμμή της συνεχούς αύξησης των επιτοκίων δεν υποστηρίζεται από τα πραγματικά στοιχεία. Οι πληθωριστικές πιέσεις κάπτονται σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη και επιπλέον δεν επιβεβαιώνονται οι φόβοι για ενεργοποίηση της σπειροειδούς εξέλιξης τιμών – αμοιβών. Οι όποιες αυξήσεις αμοιβών δεν ξεπερνούν τα επίπεδα ανόδου των τιμών, υπολείπονται χαρακτηριστικά και δεν δικαιολογούν ανησυχίες ενεργοποίησης της προβληματικής σπείρας που ενοχοποιείται για το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού.

Και ακόμη, όπως προαναφέρουμε, οι περισσότερες των ευρωπαϊκών οικονομιών δεν είναι στα καλύτερά τους ,παρά παλεύουν με τα σύννεφα της στασιμότητας και της ύφεσης. Πράγμα που λογικά θα έπρεπε να προβληματίσει τις ευρωπαϊκές νομισματικές αρχές και να οδηγήσει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ σε άλλες επιλογές, λιγότερο δογματικές. Αλλωστε έπειτα από τρεις δεκαετίες εφαρμογής της συνθήκης του Μάαστριχτ και την άκριτη υιοθέτηση του νομισματικού στόχου ως του μοναδικού για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπάρχουν μόνο κακές εμπειρίες και αστοχίες διαρκείας. Ολοι θυμούνται την παράταιρη αύξηση των επιτοκίων το φθινόπωρο του 2008 την ώρα που είχε σκάσει η μεγάλη διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση και όλες οι ευρωπαϊκές οικονομίες βυθίζονταν σε κατάσταση βαθειάς ύφεσης.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προφανώς δογματίζει , δεν έχει την ευελιξία που οι περιστάσεις επιβάλλουν, με αποτέλεσμα η Ευρώπη εμφανώς να πάσχει, πιεζόμενη και από τη μονομέρειά της νομισματικής πολιτικής. Ολες οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη, των ΗΠΑ και της Κίνας πρωτίστως, βρίσκονται σε διαδικασία παραγωγικής ανασύνταξης και ανασυγκρότησης. Και οι ευρωπαϊκές καθοδηγούνται ακόμη από την οδυνηρή ,είναι αλήθεια, πληθωριστική εμπειρία του μεσοπολέμου ,στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαιμάρης.

Είναι καιρός η Ευρώπη να ξεπεράσει τα φαντάσματα που πλανώνται στους ουρανούς της, να κάνει θαρραλέα βήματα, να επιλέξει γενναίες πολιτικές βιομηχανικής αναγέννησης και παραγωγικής ανασυγκρότησης, να ξεφύγει από τον δεσμευτικό κύκλο της στασιμότητας και να ξαναχτιστεί πραγματικά, δίνοντας και πάλι ελπίδες στις διολισθαίνουσες προς την ακροδεξιά κοινωνίες της. Επείγει λοιπόν ένα ευρωπαϊκό άλμα προόδου. Κάτι που επιβάλλεται να υιοθετήσει και να διεκδικήσει πάραυτα η νέα ελληνική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου.