Τις τελευταίες ημέρες δυο συμπολίτες μας έχασαν τη ζωή τους επειδή οι υπηρεσίες υγείας εμφανίστηκαν ανίκανες να κερδίσουν τη μάχη με τον χρόνο.
Ευλόγως ο θάνατός τους πέρασε τα όρια της θλίψης και του πόνου του οικείου περιβάλλοντος.
Προκάλεσε αντιδράσεις στη δημόσια σφαίρα και οργή στην κοινωνία για την αδυναμία του κράτους να ανταποκριθεί σε υποχρεώσεις που φαντάζουν στοιχειώδεις για μια οργανωμένη πολιτεία.
Ειπώθηκε – και πολύ σωστά – πως κανένας πολίτης αυτής της χώρας δεν μπορεί να πεθαίνει αβοήθητος σε μια καρότσα ούτε να περιμένει ώρες ατελείωτες το ασθενοφόρο όταν για τη ζωή του μετράει και το τελευταίο δευτερόλεπτο.
Δεν ήταν λοιπόν η «κακιά στιγμή». Αλλά ακόμη μία επιβεβαίωση, και μάλιστα με τον πλέον τραγικό τρόπο, πως το Εθνικό Σύστημα Υγείας νοσεί.
Για να διορθώσει κανείς ωστόσο ένα πρόβλημα, οφείλει να διακρίνει τις αιτίες. Κι εκεί είναι που διαπιστώνεται πως ανοίγει η βεντάλια των ευθυνών, όχι μόνο για την τραγωδία αλλά και για ό,τι χρειάζεται να γίνει προκειμένου να μην επαναληφθεί η τραγωδία.
Είναι γνωστό, για παράδειγμα, πως τα νησιά μας αποτελούν δημοφιλείς προορισμούς για τους τουρίστες, αλλά εντελώς αντιδημοφιλείς για τους εργαζόμενους.
Δεν είναι μόνο η τουριστική βιομηχανία που προσφέρει τριτοκοσμικές συνθήκες εργασίας. Είναι και πως ζωτικής σημασίας τομείς, όπως η υγεία και η εκπαίδευση, γίνονται θυσία στον βωμό της επιδίωξης του κέρδους.
Κάθε χρόνο υγειονομικοί και εκπαιδευτικοί επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου αναζητώντας στέγη, αλλά όλο και πιο συχνά ο αγώνας αυτός αποδεικνύεται μάταιος.
Το αποτέλεσμα είναι θέσεις εργασίας να μένουν κενές ή να εγκαταλείπονται ακριβώς επειδή κανείς δεν μπορεί να φροντίζει ασθενείς ή να διδάσκει μαθητές περνώντας τη νύχτα του σε παραλίες και υπνόσακους.
Πέρα λοιπόν από τις δεδομένες ευθύνες του κράτους, οι τοπικές κοινωνίες οφείλουν να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί για τη θεραπεία του προβλήματος.
Η τοπική αυτοδιοίκηση διαθέτει τα μέσα και τα εργαλεία για να καταστήσει ελκυστικούς τους προορισμούς για τους ανθρώπους που δεν αναζητούν τον ήλιο και τη θάλασσα.
Αλλά απλώς στέγη κι ένα κόστος διαβίωσης που θα υπολήπτεται τον ίδιο και θα σέβεται το πορτοφόλι του.