Πόσους Spider-Men χρειάζεται κανείς για να κάνει μια φανταστική ταινία κινουμένων σχεδίων για μικρούς και μεγάλους – κυρίως γι’ αυτούς – για ένα εκτεταμένο πολυσύμπαν υπερηρώων χωρίς να εκμεταλλεύεται ξεδιάντροπα το αφοσιωμένο niche market; Η απάντηση είναι αρκετούς.
Αν το απεριόριστα εφευρετικό, στιλιστικά τολμηρό και αβίαστα δροσερό «Spider-Man: Into the Spider-Verse» του 2018 μας έβαλε ψύλλους στα αυτιά για το γεγονός ότι το animation είναι – σαν να λέμε – η φυσική εξέλιξη των comic books, η νέα ταινία – και συνέχεια εκείνης του ’18 – «Spider-Man: Across the Spider-Verse» ήρθε απλώς για να επιβεβαιώσει τις υποψίες μας. Η νέα ταινία Spider-Man είναι απλά εκπληκτική. Δεν υπάρχει ούτε ένα καρέ αυτής της πλούσιας, καλειδοσκοπικά λεπτομερούς ταινίας που να μην είναι εκθαμβωτικό.
Κι αν αναρωτιέστε αν είναι δυνατόν ένα sequel να φτάσει τη φρεσκάδα, την ενέργεια και την οπτική ζωντάνια της ταινίας την οποία διαδέχεται, η απάντηση είναι ένα εμφατικό ναι. Το «Across theSpider-Verse» παίρνει τα βασικά θέματα της πρώτης – εφηβική απομόνωση, αναζήτηση της ολόδικής σου ταυτότητας – και χτίζει ολόκληρους κόσμους με αυτά. Είναι ένα ιλιγγιώδες κινηματογραφικό ταξίδι γεμάτο εκθαμβωτικές εικόνες και γραφικές αναφορές.
Κάθε πλάνο είναι τόσο όμορφα εικονογραφημένο, τόσο επιδέξια ηχογραφημένο, που μαγνητίζει αυτομάτως και τον πλέον αδιάφορο για το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel θεατή.
Τι συμβαίνει – με λίγα λόγια και χωρίς spoilers
Στην πρώτη ταινία γνωρίσαμε – όσοι δηλαδή δεν τον ξέραμε ήδη από τα comic books της Marvel ή τα video games που ακολούθησαν – τον έφηβο Miles Morales (με τη φωνή του Shameik Moore), ο οποίος, κλασικά, δέχεται το τσίμπημα ραδιενεργής αράχνης και γίνεται ο Spider-Man του δικού του σύμπαντος, μόνο και μόνο για να ανακαλύψει στη συνέχεια πως η θεωρία των χορδών είναι μια πραγματικότητα και πως κάθε παράλληλο σύμπαν έχει το ή την ή το δικό του Spidey. Όπως ο παλιός μας γνώριμος, ο Peter Parker ή η αινιγματική Gwen Stacey ή o Spider-Ham, που μοιάζει να ξεπήδησε κατευθείαν μέσα από την φαντασία του λατρεμένου Homer Simpson.
To sequel πηγαίνει την ιστορία παραπέρα. Αυτή τη φορά, ο Miles ανακαλύπτει πως υπάρχουν εκατοντάδες Spider-People και πως καθένας και καθεμία από αυτές έχει το δικό της hi-tech αρχηγείο απ’ όπου παρακολουθεί στενά κάθε «ανωμαλία» που εμφανίζεται στο πολυσύμπαν, υπό την ηγεσία του σκληροτράχηλου Spider-Man μιας cyberpunk Νέας Υόρκης του έτους 2099, Miguel O’Hara.
Η ελευθερία και η δύναμη του animation
Οι ιστορίες υπερηρώων έχουν αξιοποιήσει την θεωρία των χορδών πολλές φορές προκειμένου να επεκτείνουν το εύρος των δυνατοτήτων τους, όμως ποτέ μέχρι στιγμής το αποτέλεσμα δεν ήταν τόσο καλό. Ίσως γιατί οι σεναριογράφοι και παραγωγοί Phil Lord, Christopher Miller, & David Callaham χρησιμοποιούν την ελευθερία του animation για να ξετυλίξουν τη δομή ενός κόσμου που και γνωρίζουν πάρα πολύ καλά αλλά και αποδεδειγμένα αγαπούν βαθιά.
Παράλληλα, οι σκηνοθέτες Joaquim Dos Santos, Kemp Powers και Justin K. Thompson βασίζονται στην αισθητική της πρώτης ταινίας και παραδίδουν μια από τις πιο εντυπωσιακά σχεδιασμένες ταινίες κινουμένων σχεδίων που έχουν γυριστεί ποτέ. Από την αρχή, οι animators χρησιμοποιούν τη τέχνη τους για να φέρουν στην οθόνη πράγματα που δεν θα ήταν ποτέ εφικτό να δούμε στο live-actionκινηματογραφικό σύμπαν της Marvel.
Η πλοκή του «Across the Spider-Verse» είναι πυκνή, σχεδόν σαρωτική μερικές φορές. Όμως, το αριστοτεχνικό animation βοηθά το σενάριο να κερδίζει το κοινό σε κάθε ένα από τα συνολικά 140 λεπτά του, χαρίζοντάς του συνοχή και καλλιτεχνική αξία.
Αν οπτικά το «Into the Spider-Verse» έμοιαζε με ερωτικό γράμμα προς τη Νέα Υόρκη και τα ίδια τα comic books, το «Across the Spider-Verse», όσο κι αν ακουστεί μπανάλ, μοιάζει με ζωντανό κολάζ ενός λάτρη των graphic novels. Οι εικόνες του έχουν μια μεθυστική αστάθεια, έχεις την αίσθηση πως κινείσαι με ταχύτητα φωτός στους διαδρόμους ενός διαγαλαξιακού μουσείου μοντέρνας τέχνης υπό την επήρεια ψυχοτρόπων ουσιών αγκαζέ με τον Αμερικανό νέο-εξπρεσιονιστή καλλιτέχνη Jean-Michel Basquiat και τον Ιταλό θεωρητικό φυσικό Gabriele Veneziano.
Αντλώντας από τον κομψό φιλμ-νουάρ εξπρεσιονισμό των graphic novels της δεκαετίας του ’90 και αξιοποιώντας το κοφτό πνεύμα τους, η ταινία είναι μια θεαματική πανδαισία. Όμως, πέρα από το εκπληκτικό οπτικό αποτέλεσμα, η ταινία καθηλώνει γιατί αισθάνεσαι ως θεατής ότι υπάρχει πραγματικό διακύβευμα – ένα διακύβευμα που ξεφεύγει από την έννοια του πεπρωμένου και έχει να κάνει με το να παίρνει κανείς τη ζωή του στα χέρια του.
Η μόνη απογοήτευση
Οι μέτριες συνέχειες επαναλαμβάνουν ό,τι προηγήθηκε. Οι σπουδαίες συνέχειες βασίζονται σε ό,τι προηγήθηκε, εμπλουτίζοντας τα θέματα και προετοιμάζοντας το κοινό για το τι θα ακολουθήσει. Το «Across the Spider-Verse» τελειώνει με ένα ανελέητο cliffhanger και αυτή είναι το μόνο πράγμα που στιγμιαία απογοητεύει.