Δεκάδες χιλιάδες πολίτες είχαν κατέβει στην κεντρική πλατεία Puerta del Sol της Μαδρίτης το 2015 σε ένα κύμα διαδηλώσεων που είχε επεκταθεί σε πενήντα πόλεις της χώρας. «Δεν μας εκπροσωπούν» έγραφαν σε πλακάτ διαμαρτυρίας οι διαδηλωτές για τους παλαιούς -δεξιούς- πολιτικούς, ενώ κρατούσαν πανό των νεοσύστατων τότε Podemos.
Οκτώ χρόνια αργότερα, το κόμμα που διατάραξε τη δικομματική πολιτική σκηνή της Ισπανίας και το οποίο βρίσκεται στον κυβερνητικό συνασπισμό βρέθηκε στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του περασμένου Σαββατοκύριακου στο ναδίρ του, στη σκιά της επέλασης της κεντροδεξιάς. Όλα αυτά, οδήγησαν τον Πέδρο Σάντσεθ να ακολουθήσει την τακτική «όλα ή τίποτα».
Ο «τζογαδόρος» Σάντσεθ
Ο Πέδρο Σάντσεθ γνωρίζει από επιστροφές: εκδιώχθηκε από ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματός του το 2016, περιόδευσε στη χώρα για να δημιουργήσει ισχυρή βάση υποστηρικτών και ανέκτησε το ρόλο του τον επόμενο χρόνο. Γνωρίζει επίσης από ρίσκο: μια πρόταση μομφής που υπέβαλε ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, το 2018, είχε ως αποτέλεσμα να αναδειχθεί πρωθυπουργός.
Αυτές τις ιδιότητές του προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τώρα, παίρνοντας ένα μεγάλο ρίσκο και ελπίζοντας σε μία επιστροφή.
Στις 29 Μαΐου ανακοίνωσε πρόωρες εκλογές για τις 23 Ιουλίου, αφού το κόμμα του υπέστη ξεκάθαρη ήττα στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές μια ημέρα νωρίτερα. Το συντηρητικό αντιπολιτευόμενο Λαϊκό Κόμμα (PP ) όχι μόνο κέρδισε τις περιοχές της Βαλένθια (πρώην προπύργιο που είχε χάσει) και της Αραγονίας (έναν ακόμη πιο δύσκολο στόχο). Κέρδισε ακόμη και στη νοτιοδυτική περιοχή της Εξτρεμαδούρα, την οποία κατείχαν οι Σοσιαλιστές σχεδόν από τότε που αποκαταστάθηκε η δημοκρατία στην Ισπανία το 1978 μετά το θάνατο του Φρανσίσκο Φράνκο. Άλλες καίριες περιοχές και πόλεις κινήθηκαν επίσης από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Ο Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, ο ηγέτης του PP, ακολούθησε μια τακτική μετριοπάθειας στον τόνο και τις πολιτικές του, ενώ επωφελήθηκε από την οριστική κατάρρευση του Ciudadanos, ενός φιλελεύθερου κεντροδεξιού κόμματος που είχε πάρει την κάτω βόλτα μετά την απόφασή του, το 2019, να μην συγκυβερνήσει με τον Σάντσεθ. Το PP φαίνεται να έχει μαζέψει όλους τους ψηφοφόρους του, κάτι που θα εξηγούσε τα μεγάλα του εκλογικά κέρδη.
Τώρα, τα δύο μεγάλα κόμματα πρέπει να κοιτάξουν στο πλάι, αφού κανένα δεν συγκεντρώνει αρκετά μεγάλα ποσοστά.
Στη συντηρητική πλευρά βρίσκεται το ακροδεξιό Vox, του οποίου την υποστήριξη θα χρειαστεί το PP για να κυβερνήσει στις περισσότερες από τις περιφέρειες που μόλις κέρδισε. Βέβαια, ο Φεϊχό έχει προτείνει στον Σάντσεθ μια συμφωνία βάσει της οποίας όποιο κόμμα κερδίζει μία περιοχή θα μπορεί να κυβερνά, ακόμη και χωρίς πλειοψηφία, προκειμένου να αποκλειστούν τα εξτρεμιστικά κόμματα. Αλλά φαίνεται ότι ο ισπανός πρωθυπουργός θα προτιμούσε να αναγκάσει το PP να κυβερνήσει με το Vox, ώστε να χαρακτηρίσει τις εκλογές του Ιουλίου ως μία μάχη κατά της ακροδεξιάς.
Για αυτό και η El Pais χαρακτήρισε την επίσπευση των γενικών εκλογών ως μια «έξυπνη» απόφαση που «ενέχει κινδύνους για τον Πρωθυπουργό» καθώς ο κύριος αντίπαλός του πιάστηκε εξαπίνης και, χωρίς να έχει χρόνο να γιορτάσει τη νίκη του την Κυριακή, θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια δεύτερη εκστρατεία χωρίς να έχει καταφέρει να δομήσει ένα πραγματικό πρόγραμμα αλλά και να κατασταλλάξει στη θέση του για την ακροδεξιά.
Αγώνας επιβίωσης για τους Podemos
Όμως στο μεταξύ, ο Πέδρο Σάντσεθ έχει να αντιμετωπίσει τα δικά του προβλήματα στα αριστερά του κόμματός του και αυτά βρίσκονται στον εταίρο του στο συνασπισμό, τους Podemos. Παρόλο που το Σοσιαλιστικό Κόμμα, αναφορικά με τη λαϊκή ψήφο δε βυθίστηκε ιδιαίτερα, αφού με το 28% βρίσκεται μόλις 3,5 μονάδες πίσω από το PP και μόλις 3 μονάδες κάτω από το ποσοστό του το 2019, οι Podemos πληγώθηκαν βαριά στις περιφερειακές εκλογές κάτι που σύμφωνα με την El Pais απέδειξε επαρκώς ότι οποιαδήποτε πιθανότητα «επανέκδοσης» της σημερινής κυβέρνησης συνασπισμού απαιτεί ευθύνη, ωριμότητα και πολιτικό πραγματισμό που αυτή η αριστερά δεν ήθελε ή δεν ήξερε πώς να επιδείξει μέχρι τώρα.
Επιπλέον, η Γιολάντα Ντίαζ, υπουργός Εργασίας της Ισπανίας και αναπληρώτρια πρωθυπουργός, τώρα ηγείται ενός νέου σχηματισμού που ονομάζεται Sumar.
Οι Sumar και οι Podemos δεν έχουν αποφασίσει ακόμη αν θα αναπτύξουν ένα ενιαίο αριστερό μέτωπο, κάτι που ελπίζει ο Σάντσεθ. Όμως, το εκλογικό σύστημα της Ισπανίας τιμωρεί τα μικρά κόμματα και αν κατέβουν ξεχωριστά, οι ενδείξεις δεν είναι ευοίωνες.
Συγκεκριμένα, στους Podemos γνωρίζουν ότι αν δεν αφομοιωθούν από το Sumar, κινδυνεύουν σοβαρά να εξαφανιστούν. Γιατί οι ψήφοι που συγκεντρώνουν σήμερα δεν εγγυώνται την παρουσία τους στη βουλή: το πολύ να κερδίσουν μία ή δύο έδρες. Ή ίσως καμία.
Η El Diario αναφέρει πως το εκλογικό κόστος της διαίρεσης της αριστεράς ταυτόχρονα με την ανασυγκρότηση της δεξιάς υπήρξε τεράστιο και αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που εξηγούν την κυριαρχία του PP στην τοπική και περιφερειακή εξουσία.
Όπως και να έχει, μετά τις εκλογές του Σαββατοκύριακου, η δυναμική είναι με τη δεξιά. Ο Σάντσεθ έδωσε στον εαυτό του μόνο οκτώ εβδομάδες για να ανατρέψει την κατάσταση. Μένει μόνο να φανεί αν θα του βγει αυτό το ρίσκο.