Eίναι κάτι που υπενθυμίζει η χθεσινή ορκωμοσία των 300 της Βουλής, η σημερινή εκλογή του προέδρου της και η διάλυσή της την ίδια ημέρα:
Δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τους τύπους της.
Δεν μπορεί ασφαλώς να υπάρξει και χωρίς την ουσία της. Μετά την τυπική διαδικασία – εξπρές και τη «Βουλή της μίας ημέρας», η χώρα εισέρχεται σε μια νέα προεκλογική περίοδο με την προκήρυξη των εκλογών για την 25η Ιουνίου.
Επί της ουσίας λοιπόν μπορεί να παρατηρήσει κανείς πως με το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης κι ενώ οδεύουμε προς τη δεύτερη, διαμορφώνεται ένα σκηνικό έτσι όπως το περιέγραψε ο Τομάζο ντι Λαμπεντούζα στον «Γατόπαρδο»: Αλλάζουν όλα για να μην αλλάξει τίποτα.
Η αιτία μπορεί να αναζητηθεί στο εκλογικό σύστημα των πρώτων εκλογών, το οποία κατά τον εμπνευστή του, υπέστη «στρατηγική ήττα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Α.Τσίπρας διεκδίκησαν την ψήφο των πολιτών στις εκλογές της 21ης Μαΐου χωρίς μια σαφή κυβερνητική πρόταση. Η στρατηγική τους πνίγηκε ανάμεσα σε κυβερνήσεις ηττημένων, ανοχής και ειδικού σκοπού.
Στις νέες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρχεται ακόμη πιο στερημένος από ένα κυβερνητικό αφήγημα. Το συντριπτικό αποτέλεσμα της πρώτης δεν του επιτρέπει παρά μια στρατηγική «ισχυρής αντιπολίτευσης».
Επί της ουσίας επομένως στήθηκαν στη χώρα δυο διαδοχικές κάλπες με μία μόνο και μόνο πρόταση κυβερνησιμότητας, αυτή της ΝΔ και του Κ.Μητσοτάκη.
Μένει να φανεί ασφαλώς εάν στις κάλπες τις 25ης Ιουνίου το μήνυμα της σταθερότητας θα ηχήσει τόσο ξεκάθαρα στα αυτιά των ψηφοφόρων όσο στην πρώτη.
Εάν, από την άλλη, θα ηττηθεί και η συριζαϊκή στρατηγική της «ισχυρής αντιπολίτευσης» από το ΠΑΣΟΚ του Ν.Ανδρουλάκη που ελπίζει στην ολική του επαναφορά.
Ή, τέλος, εάν επιβεβαιωθεί για ακόμη μία φορά ο «Γατόπαρδος».