Στις εκλογές της 21ης Μάιου ο Κυριάκος Μητσοτάκης ισοφάρισε ένα από τα ρεκόρ της μεταπολιτευτικής πολιτικής ιστορίας. Έγινε ο δεύτερος Πρωθυπουργός που κατάφερε να επανεκλεγεί, ανεβάζοντας τα ποσοστά του κόμματος του. Ο πρώτος που το πέτυχε ήταν ο Κώστας Σημίτης, στις εκλογές του 2000. Ο κ. Σημίτης εξακολουθεί να κατέχει το ρεκόρ του μακροβιότερου Πρωθυπουργού της Μεταπολίτευσης. Θα μπορέσει ο κ. Μητσοτάκης να το φτάσει ή και να το ξεπεράσει;
Η εποχή Μητσοτάκη
Η νίκη και η αυτοδυναμία της ΝΔ στις εκλογές, στις 25 Ιουνίου θεωρείται βέβαιη. Πολλοί υποστηρίζουν ότι «στις 26 Ιουνίου αρχίζει η εποχή Μητσοτάκη». Δεν είναι αβάσιμη η εκτίμηση αυτή. Η νίκη της ΝΔ έχει τη σφραγίδα της μεγάλης αποδοχής της οποίας τυγχάνει ο Πρωθυπουργός. Ένα ισχυρό κοινωνικό ρεύμα που επιζητά κυβερνητική σταθερότητα και ένα πολιτικό περιβάλλον απαλλαγμένο από την τοξικότητα έβαλε την υπογραφή του στην θριαμβευτική όσο και αναπάντεχη, σε μέγεθος, νίκη της ΝΔ. Θα πάμε, πράγματι σε «εποχή Μητσοτάκη»;
Στο επιτελείο του Πρωθυπουργού παρά το μεθύσι της νίκης φαίνεται να πατούν και με τα δύο πόδια στο έδαφος. Γνωρίζουν ότι η εικόνα της απόλυτης κυριαρχίας της ΝΔ ενδεχομένως να δημιουργήσει ανησυχίες στο εκλογικό σώμα και τάσεις εξισορρόπησης της εικόνας που δημιούργησε το αποτέλεσμα των πρώτων εκλογών. Ειδικά αν στο μεσοδιάστημα εμφανιστούν σημάδια έπαρσης. Αυτό εξηγεί γιατί το Μέγαρο Μαξίμου έσπευσε να μαζέψει τις δηλώσεις Γεωργιάδη. Ο κ. Γεωργιάδης ζήτησε από το εκλογικό σώμα να δώσει στη ΝΔ, 180 βουλευτές. Με λίγα λόγια τη δυνατότητα να αναθεωρήσει μόνη της το Σύνταγμα, στην κατεύθυνση που η ίδια θα θελήσει ανεξάρτητα από το τι λένε οι άλλοι. Τέτοια δυνατότητα δεν έδωσε το εκλογικό σώμα, ούτε στον Ανδρέα Παπανδρέου στις εκλογές του 1981. Το ΠαΣοΚ είχε εκλέξει, τότε, 172 βουλευτές. Το παράδειγμα είναι ενδεικτικό του γιατί έχασε το μέτρο ο κ. Γεωργιάδης.
Η δήλωση του Πρωθυπουργού ότι σε κάποια ζητήματα χρειάζονται ευρύτερες συναινέσεις, έχει τη σημασία της. Γιατί, δεν αφορά μόνο το Σύνταγμα. Στο τοπίο της «εποχής Μητσοτάκη» υπάρχουν ζητήματα στα οποία θα απαιτηθούν ευρύτερες συναινέσεις. Από το μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μέχρι και σε αυτό των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να αλλάξει η χώρα, όχι εποχή αλλά αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει η εκτίμηση ότι δεν χρειάζεται και άλλο ανέβασμα των τόνων της αντιπαράθεσης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Δεν μπορείς, όπως λέγεται, τη συναίνεση των κομμάτων αν κατεδαφίσεις όλες τις γέφυρες.
Υπάρχει και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό. Ότι στην εποχή του συμπυκνωμένου πολιτικού χρόνου, οι πολιτικές κυριαρχίες μπορούν να γκρεμιστούν σε μια μόνο στιγμή, από ένα μόνο γεγονός. Τα λάθη της κυβέρνησης Μητσοτάκη έτυχαν άφεσης αμαρτιών από ένα εκλογικό σώμα αλλά το βάρος τους θα έλθει να προστεθεί στα επόμενα. Έτσι γίνεται, σχεδόν, πάντα.
Το «κύκνειο άσμα» του Τσίπρα
Οι εκλογές του Ιουνίου δεν θα σηματοδοτήσουν την έναρξη μιας «εποχής Μητσοτάκη». Θα αποτελέσουν, κατά πάσα πιθανότητα, το «κύκνειο άσμα» του Αλέξη Τσίπρα. Το τέλος μια ξέφρενης πορείας που οδήγησε στην εξουσία ένα κόμμα που πάλευε για την είσοδό του στη Βουλή και κατέληξε στην εκκωφαντική πολιτική αποδοκιμασία του αρχηγού του. Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε όλο αυτό το διάστημα να εμφανιστεί ως ο ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης, ως ο νέος Ανδρέας Παπανδρέου, τον οποίο αντέγραφε συστηματικά αλλά μάλλον με αποτυχημένο τρόπο. Σε κάθε περίπτωση μετά το αποτέλεσμα των εκλογών είναι μάλλον αδύνατον να εμφανιστεί ως το πρόσωπο που μπορεί να οδηγήσει την καλούμενη προοδευτική παράταξη στην εξουσία.
Το ζητούμενο της επόμενης κάλπης, πάντως, δεν είναι η προσωπική τύχη του κ. Τσίπρα, είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένη από το βράδυ των εκλογών της 21ης Μάιου. Το ζητούμενο είναι η τύχη του ΣΥΡΙΖΑ που κατά την προεκλογική περίοδο έδειξε να μην αντιλαμβάνεται τις διεργασίες που υπήρχαν στη βάση της κοινωνίας. Έχοντας μια εντελώς λάθος εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα επέμεινε σε μια προεκλογική εκστρατεία με συνθήματα που παρέπεμπαν στη δεκαετία του 80 και σε μια εκφορά λόγου που θύμισε στο εκλογικό σώμα τις ημέρες διχασμού της περιόδου πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του.
Το ερώτημα που υπάρχει για τον ΣΥΡΙΖΑ, που ήδη έχει εισέλθει σε μια ζώνη έντονων αναταράξεων είναι αν μπορεί να διατηρήσει και να αυξήσει τα ποσοστά του ή θα τα δει να μειώνονται ακόμα περισσότερο. Στη δεύτερη περίπτωση ένα φάντασμα θα κάνει την εμφάνισή του, στον ουρανό της Κουμουνδούρου. Το φάντασμα της τύχης των σχηματισμών που γιγαντώθηκαν στα χρόνια των μνημονίων για να εξαφανιστούν αμέσως μετά. Δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που έχτισε την κυριαρχία του πάνω στις ίδιες συνθήκες, είναι πιθανό να ακολουθήσει την ίδια μοίρα. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέρα από το να κλείσει τις βαθιές πληγές του από το εκλογικό αποτέλεσμα έχει αποκτήσει ένα υπολογίσιμο αντίπαλο, στο ίδιο γήπεδο.
Ο «ανατέλλων ήλιος» του Ν. Ανδρουλάκη
Είναι αβέβαιο αν ο ΣΥΡΙΖΑ εισέλθει σε μια πορεία που θα τον οδηγήσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Το βέβαιο είναι ότι βγήκε από το μπαούλο ο πράσινος ήλιος του ΠαΣοΚ. «Κρύφτηκε» τα πέτρινα χρόνια της παράταξης και επανήλθε για να σηματοδοτήσει, όπως θα ήθελε η ηγεσία και η βάση, «την αναγέννηση της δημοκρατικής παράταξης». Ο στόχος της Χαριλάου Τρικούπη είναι να αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Για κάποιους είναι στόχος διετίας. Για τους περισσότερους, μετά το αποτέλεσμα των πρώτων εκλογών, ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί στις εκλογές του Ιουνίου.
Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι το κλίμα που έχει δημιουργηθεί ευνοεί, άμεσα, το στόχο αυτό. Τίποτα όμως, δεν μπορεί να προδικαστεί, ίσως μόνο, το ότι η Χαριλάου Τρικούπη θα αυξήσει και άλλο τα ποσοστά της. Το ΠαΣοΚ έχει μαύρες εκλογικές τρύπες που για να κλείσουν απαιτείται χρόνος και συστηματική δουλειά. Ο μεγάλος βαθμός ανανέωσης που υπήρξε με την εκλογή πολλών νέων προσώπων είναι ένα όπλο στα χέρια του κ. Ανδρουλάκη που μετά την επίτευξη του διψήφιου ποσοστού δείχνει να πατά πιο γερά στα πόδια του, να κινείται με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
Το στοίχημα του κ. Ανδρουλάκη και ένας παράγοντας καθοριστικός για την εξέλιξη της εκλογικής πορείας του ΠαΣοΚ είναι η δική του εικόνα. Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ είναι ένας πολιτικός που παραπέμπει στον «άγνωστο X» που θα πρότεινε για πρωθυπουργό στην περίπτωση που συμμετείχε σε μια κυβέρνηση συνεργασίας. Τώρα, συστήνεται στον ελληνικό λαό. Έχει δώσει δείγματα γραφής με την ανανέωση του κόμματος και τον μετριοπαθή, συγκρατημένο, λόγο, που επιχείρησε να εκφέρει.
Ωστόσο, η εικόνα του ως προς τη δυνατότητά να αποτελέσει, στο μέλλον το αντίπαλο δέος του Κυριάκου Μητσοτάκη, χρειάζεται δουλειά. Όπως λέγεται, ακόμα δεν γνωρίζουμε επακριβώς «τι αρχηγός είναι ο κ. Ανδρουλάκης ». Η παρουσία του στη Βουλή, η δυνατότητά του να διευθύνει την Κοινοβουλευτική Ομάδα, οι παρεμβάσεις της, αλλά και η δική του παρουσία στο κάδρο των αντιπαραθέσεων σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών στην επόμενη Βουλή, θα διαμορφώσουν την εικόνα του, τον πήχη των προσδοκιών που μπορούν να έχουν οι πολίτες από αυτόν. Ακόμα και στην περίπτωση που οι κάλπες δώσουν στο ΠαΣοΚ, τη δεύτερη θέση.