Ανοίκειες επιθέσεις δέχθηκε πρόσφατα ο μουσικοσυνθέτης Διονύσης Σαββόπουλος από την λεγόμενη «Ανανεωτική Αριστερά» επειδή, σε πνεύμα νηφάλιου πραγματισμού, εκφράστηκε θετικά για τον αρχηγό της κεντροδεξιάς παράταξης. Και οι δηλητηριώδεις επιθέσεις δεν περιορίστηκαν στο πολιτικό πεδίο αλλά, σε μία επίδειξη μικρότητας, στόχευσαν και το ίδιο το καλλιτεχνικό έργο του Σαββόπουλου, το οποίο επιχείρησαν να ευτελίσουν. Βέβαια, στην Ελλάδα έχουμε ζήσει και χειρότερα. Ποιος ξεχνά, ας πούμε, την χυδαιότητα που εισέπραξε κάποτε από τον «αυριανισμό» της εποχής ο Μάνος Χατζιδάκις…
Και, ενώ ο κ. Σαββόπουλος δικαζόταν για εσχάτη προδοσία των ιδανικών της Αριστεράς, η «ανανεωτική» συνιστώσα της καλωσόριζε την πολιτική συστράτευση με αυτήν ενός αριθμού επώνυμων καλλιτεχνών και ανθρώπων του πνεύματος. Χωρίς, μάλιστα, εκείνοι να εισπράξουν ανάλογες λοιδορίες από τον αντίπαλο κομματικό χώρο.
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: Προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί από την σημερινή «προοδευτική» Αριστερά, οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι οφείλουν να καταθέτουν πίστη στις ιδέες της και υποταγή στους σκοπούς της; Με πιο απλά λόγια, πρέπει να δηλώνουν «αριστεροί»; (Δεν θα πω «να ζουν ως αριστεροί» γιατί, πολύ συχνά, η ίδια η ζωή διαψεύδει ειρωνικά τις δηλώσεις. Και, ως προς αυτό θα διαχωρίσω απόλυτα την παραδοσιακή, την αυθεντική Αριστερά που, παρά τις αναχρονιστικές εμμονές της, διατηρεί ένα ήθος και μία συνέπεια λόγων και έργων. Προσωπική άποψη…)
Τα «αριστερά πιστοποιητικά» στην τέχνη και την διανόηση έχουν τις ιστορικές αφετηρίες τους σε ταραγμένες εποχές του παρελθόντος, όταν οι αντοχές του δημοκρατικού συστήματος δοκιμάστηκαν σοβαρά εξαιτίας των συνεπειών ενός (ακόμα) εθνικού διχασμού. Τα χρόνια μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο (τελείωσε το 1949) ήταν επώδυνα για την ελληνική Αριστερά. Εκείνοι που κέρδισαν τον πόλεμο έχασαν την ευκαιρία και για μία παράλληλη ηθική νίκη, επιλέγοντας να επιδείξουν απάνθρωπη σκληρότητα απέναντι στους ηττημένους. Φυλακίσεις, εκτελέσεις, ξερονήσια, κοινωνικά φρονήματα… Χρειάστηκε ακόμα και να επιστρατευτούν άτομα που συνεργάστηκαν με τους Ναζί την περίοδο της Κατοχής. Κι από προδότες, έγιναν μέσα σε μία νύχτα «εθνικόφρονες»!
Η έλλειψη ελευθερίας, ειδικά σε ό,τι αφορά την έκφραση ιδεών, έχει και μία θετική συνέπεια: αναγκάζει τον άνθρωπο να αναζητήσει κώδικες επικοινωνίας για να διοχετεύσει όλα εκείνα που δεν μπορεί να εκφράσει άμεσα. Κι αυτή η ανάπτυξη ευρηματικότητας στη συμβολική έκφραση γεννά καινούργια ποίηση, ανοίγει νέους δρόμους σε κάθε μορφή τέχνης και διανόησης. Δεν είναι τυχαίο
ότι σημαντικοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι της μετεμφυλιακής περιόδου προήλθαν από τον χώρο της Αριστεράς.
Την περίοδο της Δικτατορίας (1967-74) η Αριστερά βρέθηκε και πάλι στο περιθώριο (αν και, χωρίς να παραβλέπουμε τα βασανιστήρια στα μπουντρούμια, η σκληρότητα που αντιμετώπισε από το στρατιωτικό καθεστώς δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη που είχε βιώσει μετά τον Εμφύλιο από δημοκρατικά καθεστώτα). Έτσι, τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης χαρακτηρίστηκαν από την εμφάνιση ενός νέου κύματος τέχνης και διανόησης, με εκφραστές παλιούς και νεότερους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς δημιουργούς από τον χώρο της Αριστεράς. Μιας Αριστεράς που δεν στόχευε τότε στην κατάκτηση της εξουσίας (αφού ήταν εξ ορισμού αντισυστημική) αλλά επιχειρούσε – με τα όποια λάθη της – να συμβάλει στο χτίσιμο μιας μεταδικτατορικής πολιτείας με ανθρώπινο πρόσωπο.
Η απουσία προοπτικής εξουσίας απέφερε ένα σημαντικό ηθικό πλεονέκτημα στην Αριστερά της Μεταπολίτευσης: την κράτησε μακριά από το χυδαίο και, στη βάση του, αντιδημοκρατικό φαινόμενο του λαϊκισμού. Την ακραία και αποκρουστική όψη του οποίου βίωσε η χώρα στις δεκαετίες του ’80 και του ’90.
Επειδή, όμως, όλα τα ωραία πράγματα έχουν κάποτε ένα τέλος, η οικονομική κρίση της δεύτερης δεκαετίας αυτού του αιώνα σήμανε και το τέλος της ρομαντικής περιόδου της Μεταπολίτευσης. Την κρίση (ή, έστω, την εμφανή αδυναμία διαχείρισής της από το «αστικό κατεστημένο») είδε τότε σαν ευκαιρία ένα τμήμα του πολιτικού συστήματος, αυτάρεσκα αυτοαποκαλούμενο «Ανανεωτική Αριστερά» – όρος που χρησιμοποιείται σήμερα καταχρηστικά, αφού οι περισσότεροι εκπρόσωποι της πάλαι ποτέ αληθινά ανανεωτικής Αριστεράς έχουν πια φύγει από τη ζωή παίρνοντας μαζί τους, δυστυχώς, και το ήθος του χώρου… Η «ανανέωση», λοιπόν, δεν αφορούσε ιδεολογική αναβάθμιση και πολιτικό εκσυγχρονισμό αλλά, απλά, αναπροσανατολισμό των στόχων προς μία και μοναδική κατεύθυνση: την κατάληψη της εξουσίας. Και, όταν αυτό επετεύχθη, επόμενος μοναδικός στόχος ήταν η διατήρησή της.
Σε μία χώρα, όμως, όπου η νηφαλιότητα και ο ορθολογισμός δεν λογίζονται ως πολιτικές αρετές, το παιχνίδι της εξουσίας απαιτεί συχνά την επιστράτευση μεθόδων που κινούνται έξω από το πλαίσιο του δημοκρατικού ήθους. Έτσι, ένα νέο λαϊκιστικό ρεύμα ήρθε να ακυρώσει στην πράξη το περιθρύλητο «ηθικό πλεονέκτημα» της («ανανεωτικής», εν προκειμένω) Αριστεράς. Κύρια χαρακτηριστικά του, ο εχθροπαθής, μισαλλόδοξος, συνθηματολογικά ευτελής και αντιδημοκρατικός λόγος, καθώς και η διαρκής προσπάθεια φίμωσης μέσω απειλών, ύβρεων ή συκοφαντίας, κάθε ελεύθερης έκφρασης που δεν υπηρετεί τους σκοπούς μίας αριστερής εξουσίας. (Σημειώνω εμφατικά και πάλι ότι τα όσα αναφέρω δεν αφορούν τον χώρο της παραδοσιακής Αριστεράς!)
Ο παρακμιακός αυτός αριστερός λαϊκισμός που έκανε την εμφάνισή του μετά την κρίση, ανέδειξε μία νέα γενιά πολιτικών «μαντρόσκυλων» που εξέφραζαν το νέο ύφος και ήθος της εξουσίας. Και, όπως τα ζιζάνια πνίγουν τα σπαρτά, έτσι και η λαϊκιστική χυδαιότητα άρχισε σιγά – σιγά να εμφιλοχωρεί ακόμα και στην αριστερή διανόηση, μετατρέποντάς την σε όργανο προάσπισης των
κομματικών συμφερόντων της κατέχουσας – ή διεκδικούσας – την εξουσία, Αριστεράς.
Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κάποιος για τις επιθέσεις που δέχθηκε και την απαξίωση που εισέπραξε ο Διονύσης Σαββόπουλος από λόγιες γραφίδες και πληκτρολόγια της «ανανεωτικής» Αριστεράς (για να μην αναφερθούμε στα χυδαία, ανώνυμα «τρολ» του Διαδικτύου) όταν δήλωσε προεκλογικά την προτίμησή του για τον υποψήφιο της κεντροδεξιάς παράταξης. Ο Σαββόπουλος ήταν ιστορική «ιδιοκτησία» της Αριστεράς και όφειλε να συντάσσεται με τις ιδέες και τους σκοπούς της. Κάθε απόκλιση από τον «ιερό» δρόμο ισοδυναμούσε με προδοσία!
Συμπέρασμα: Την εποχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας εξακολουθούν να ισχύουν «αριστερά πιστοποιητικά» στην τέχνη και την διανόηση, για ένα μέρος της Αριστεράς που θα όφειλε να είναι – αλλά δεν είναι – το πλέον δημοκρατικό και προοδευτικό (δίχως εισαγωγικά η τελευταία λέξη).
Εδώ, όμως, αναδύεται ένα βαθύτερο ερώτημα με θεμελιακή σημασία που υπερβαίνει το συγκεκριμένο περιστατικό στο οποίο αναφερθήκαμε: Τι ακριβώς αντιπροσωπεύουν στον σημερινό κόσμο οι όροι «Δεξιά» και «Αριστερά»; Μία διεξοδική ανάλυση του ζητήματος ξεφεύγει από το πλαίσιο της παρούσας συζήτησης. Θα είναι ίσως το αντικείμενο ενός προσεχούς σημειώματος. Ελπίζω σύντομα…
* Ο Κώστας Παπαχρήστου είναι Φυσικός και εκπαιδευτικός στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.