Είναι η ώρα της λαϊκής ετυμηγορίας και όχι ώρα των σεναρίων, τονίζει το ηλεκτρονικό Βήμα το κορυφαίο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Γιάννης Δραγασάκης. Ο πολύπειρος πρώην αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφιος βουλευτής στο Δυτικό Τομέα Αθηνών, σημειώνει ότι ο στόχος είναι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ –ΠΣ και ο σχηματισμός μιας ισχυρής προοδευτικής κυβέρνησης, προγραμματικής συνεργασίας με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα.
Στέκεται με κριτική διάθεση στην στάση του ΚΚΕ και των υπολοίπων αριστερών κομμάτων στο προσκλητήριο του Αλ. Τσίπρα για προοδευτική διακυβέρνηση. Επιμένει με μια σειρά επιχειρημάτων ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι διαμορφωμένο εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου και των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας.
Κυβέρνηση ειδικού σκοπού θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και γιατί; Αυτό μπορεί να γίνει και με τρίτο πρόσωπο ως Πρωθυπουργό;
Ο στόχος μας είναι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ο σχηματισμός μιας ισχυρής προοδευτικής κυβέρνησης προγραμματικής συνεργασίας με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα. Τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε και οι αλλαγές που πρέπει να κάνουμε τα επόμενα χρόνια απαιτούν αυτή η κυβέρνηση να είναι μακράς διαρκείας και ευρείας κοινωνικής στήριξης. Στο πλαίσιο αυτό θα είναι σε θέση να κάνει ό,τι θεσμικά χρειαστεί και για τη διαλεύκανση του σκανδάλου των υποκλοπών.
Ο Αλ. Τσίπρας είπε προ ημερών στο Ζάππειο στην διακαναλική συνέντευξή του, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εάν είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές θα σχηματίσει προοδευτική διακυβέρνηση. Αλήθεια με ποιους, αφού όλοι οι δυνητικοί σας σύμμαχοι είναι αρνητικοί;
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απαντά στις ανάγκες και τις αγωνίες της κοινωνίας. Επομένως τα κόμματα που θα αρνηθούν να συμβάλλουν στην αναγκαία προγραμματική συνεργασία θα αναλάβουν και την ευθύνη της επιλογής τους. Όμως αυτή δεν είναι ώρα σεναρίων, αλλά της λαϊκής ετυμηγορίας.
Με παραξενεύει ως πολιτικό συντάκτη ό,τι στην Ελλάδα κόμματα που είναι στο χώρο που ονομάζουμε αριστερά και κεντροαριστερά δεν μπορούν, όχι απλά να συνεργαστούν, αλλά ούτε να συζητήσουν. Πως θα αλλάξει αυτό; Έχετε απάντηση; Π.χ. ο Δ. Κουτσούμπας σας χαρακτήρισε την χειρότερη κυβέρνηση από την μεταπολίτευση.
Είναι γεγονός ότι ακόμη και σε χώρες με παράδοση κυβερνήσεων συνασπισμού, ο ανταγωνισμός μεταξύ των κομμάτων είναι έντονος, καθώς το κάθε κόμμα, και ιδίως τα μικρότερα, νιώθουν την ανάγκη να προβάλλουν την ιδιαίτερη ταυτότητα τους. Από την άλλη πλευρά ενδεχομένως δεν έχει συνειδητοποιηθεί, στον βαθμό που απαιτείται, ότι οι κυβερνήσεις προγραμματικής συνεργασίας είναι μια αναγκαιότητα για την ελληνική κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Σε ό,τι αφορά το ΚΚΕ θεωρώ ότι εκτέθηκε με τη δήλωση του, έφερε σε δύσκολη θέση ακόμη και οπαδούς του, και για αυτό προσπάθησε στη συνέχεια να δώσει κάποιες εξηγήσεις. Γενικά το ΚΚΕ, αλλά και τα αλλά κόμματα αναφέρονται στο θέμα των κυβερνητικών συνεργασιών σα να πρόκειται να κάνουν «χάρη» ή «παραχώρηση» στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Όμως η προγραμματική συνεργασία για την εφαρμογή μιας προοδευτικής πολιτικής αποτελεί προϋπόθεση για την αποτροπή περαιτέρω υποβάθμισης της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, για την προστασία της δημοκρατίας και για να αποτραπεί περαιτέρω φτωχοποίηση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων από τον πληθωρισμό, την ακρίβεια και τους έμμεσους φόρους.
Θα σταθώ στην οικονομία και θέλω ξεκάθαρη απάντηση ως προς το πως θα γίνουν πράξη οι βασικές σας εξαγγελίες και εάν υπάρχει περίπτωση να δημιουργηθεί πρόβλημα με την Ε.Ε. Π.χ. άκουσα για τον μηδενικό ΦΠΑ, για την ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους.
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι διαμορφωμένο εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου και των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας. Η ανακατεύθυνση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ και προβλέπεται και επιβάλλεται από τους ίδιους του ευρωπαϊκούς κανονισμούς. Οι παρεμβάσεις στον ΦΠΑ θα χρηματοδοτηθούν από τα υπερέσοδα που δημιουργεί ο πληθωρισμός λόγω της ονομαστικής ανόδου των τιμών. Στο θέμα του ιδιωτικού χρέους ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καταθέσει από καιρό μια ολοκληρωμένη πρόταση η οποία είναι στη διάθεση των φορέων της οικονομίας και της αγοράς για να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Βεβαίως οι νέοι ευρωπαϊκοί κανονισμοί τελούν υπό διαμόρφωση και άρα η νέα ελληνική κυβέρνηση πρέπει να συμπαραταχθεί ενεργά με τις δυνάμεις που τάσσονται ενάντια σε ρυθμίσεις που θα ωθούσαν την Ευρώπη σε νέους κύκλους λιτότητας και ύφεσης.
Γιατί να πιστέψει ο πολίτης ότι εσείς θα είστε καλύτεροι στην αντιμετώπιση πχ. του μεγάλου προβλήματος των τιμών στα προϊόντα, γιατί δεν είναι μόνο θέμα του πληθωρισμού; Θα είστε καλύτεροι διαχειριστές;
Δεν είναι θέμα μόνο διαχείρισης, πρωτίστως είναι θέμα επιλογών. Εκτός από τον εισαγόμενο πληθωρισμό υπάρχουν και εγχώριοι επιταχυντές του. Για αυτό έχουμε προτείνει τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα αλλά και ελέγχους στην αγορά, σε όλα τα στάδια διαμόρφωσης των τιμών και των κερδών, ώστε να εντοπιστούν οι αδικαιολόγητες αυξήσεις και να παταχθεί η αισχροκέρδεια. Η απερχόμενη κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα στα πεδία αυτά. Χαρακτήρισε τον πληθωρισμό πρόσκαιρο φαινόμενο που θα τελείωνε μόνο του, και τη λειτουργία των αγορών άμεμπτη που δεν πρέπει να διαταραχθεί. Το πιο σκανδαλώδες είναι ότι η κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει καν την ανάγκη αποκατάστασης της αγοραστικής δύναμης των μισθών και των άλλων εισοδημάτων. Οι όποιες αυξήσεις μισθών υπόσχεται είναι απατηλές αφού αρνείται να περιλάβει σε αυτές την επίπτωση του πληθωρισμού.
Ουσιαστικά ζητά από τις λαϊκές αλλά και τις μεσαίες τάξεις να αποδεχτούν οικειοθελώς τη φτωχοποίησή τους. Το θέμα για τους πολίτες δεν είναι επομένως να πιστέψουν «τυφλά» σε κάποιο κόμμα αλλά να επιλέξουν πολιτικές που απαντούν στον κίνδυνο μιας νέας φτωχοποίησης τους, να ψηφίσουν το κόμμα ή τα κόμματα που τις υποστηρίζουν και να αγωνιστούν και οι ίδιοι ώστε να υλοποιηθούν.
Σας κατηγορούν ότι η οικονομική σας πρόταση μας φέρνει μπροστά σε νέο μνημόνιο. Τι απαντάτε;
Η απάντηση είναι ότι το θράσος του κ. Μητσοτάκη είναι απεριόριστο. Το ίδιο απεριόριστη είναι και η υποτίμηση της νοημοσύνης των πολιτών. Ο λαός γνωρίζει ποιες δυνάμεις και ποιες πολιτικές οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία και έφεραν τα μνημόνια. Όπως και γνωρίζει ότι η έξοδος από τα μνημόνια έχει την υπογραφή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Αν δεν είχε επιτευχθεί η έξοδος από τα μνημόνια, η ρύθμιση του δημόσιου χρέους και η εξασφάλιση ενός διαδρόμου ασφάλειας, και αν δεν είχε δημιουργηθεί το απόθεμα ρευστότητας των 37 δισ. η χώρα δύσκολα θα απέφευγε μια νέα χρεοκοπία. Σε αντιπαράθεση με αυτήν την κληρονομιά ευθύνης που άφησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση του αφήνουν πίσω τους μια βαρεία κληρονομιά για τις επόμενες κυβερνήσεις αλλά και τις νέες γενιές. Αφήνουν το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης αυξημένο κατά 50 δισ. ευρώ, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε ανοδική τροχιά, τη δημοκρατία τραυματισμένη, και μεγάλο μέρος της κοινωνίας σε πορεία νέας φτωχοποίησης αφού παρά την αύξηση του εθνικού εισοδήματος κατά 5%, το μέσο διαθέσιμο εισόδημα έχει μειωθεί εξαιτίας του πληθωρισμού και της ακρίβειας.
Είδατε τις παρεμβάσεις του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, αλλά και του πρώην υπουργού Οικονομικών Αλέκου Παπαδόπουλου. Τελικά η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι καλή ή κακή; Είμαστε σε πήλινα πόδια; Και τι μπορεί να έρθει στο μέλλον;
Η χώρα είναι παγιδευμένη σε ένα μη βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Η πιο ορατή μορφή της παγίδευσης συνίσταται στο γεγονός ότι για να εξυπηρετηθεί και να μειωθεί το υψηλό δημόσιο χρέος είναι αναγκαία η ισχυρή μεγέθυνση. Διαφορετικά, με στάσιμη οικονομία μια νέα χρεοκοπία θα καταστεί αναπόφευκτη. Αλλά μια ισχυρή μεγέθυνση με βάση το σημερινό παραγωγικό μοντέλο υποβαθμίζει το περιβάλλον, διευρύνει τις ανισότητες και αυξάνει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το οποίο για να καλυφθεί απαιτεί εξωτερικό δανεισμό. Άρα ο κίνδυνος της χρεοκοπίας, όπως και αυτός της γενικότερης υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου και της διεθνούς θέσης της χώρας, επιστρέφει από την άλλη πόρτα. Η απάντηση στους διαγραφόμενους κινδύνους με όρους μιας νέας λιτότητας και ενός νέου κύματος ιδιωτικοποιήσεων, όπως είναι η στρατηγική Μητσοτάκη, δεν θα απομακρύνει αλλά θα καταστήσει τους κινδύνους πιο άμεσους. Η διέξοδος, βρίσκεται στη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό υπόδειγμα έντασης γνώσης και όχι φτηνής εργασίας, οικολογικά και κλιματικά βιώσιμο, συμπεριληπτικό, και δίκαιο. Και η ανάγκη αυτή γίνεται ακόμη πιο επιτακτική αν βάλουμε στην εξίσωση και την ανάγκη της κλιματικής, της κοινωνικής και της δημογραφικής βιωσιμότητας.