Ο Νικολά Σαρκοζί πριν δύο δεκαετίες φαινόταν πως θα άφηνε ανεξίτηλο το στίγμα του στην γαλλική πολιτκή σκηνή. Με ακροδεξιά ρητορική σε περιτύλιγμα από γκλίτερ και κυρίως, με πρόταγμα τον νόμο, την τάξη και την ασφάλεια, ο πρώην πρόεδρος είχε καταφέρει να συσπειρώσει γύρω από το κόμμα του μεγάλο μέρος της γαλλικής δεξιάς και ακροδεξιάς, κερδίζοντας άνετα τις προεδρικές εκλογές του 2007. Η μοίρα όμως του επιφύλασσε τελικά, δεκαέξι χρόνια μετά να είναι κατάδικος -έστω και με βραχιολάκι- αφού χθες απορρίφθηκε η σχετική έφεση που ο ίδιος είχε καταθέσει.

Οι δικαστικές περιπέτειες

Σε εφετείο των Παρισίων, ο Νικολά Σαρκοζί καταδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό, για μία υπόθεση του 2014, σε φυλάκιση τριών ετών – ένα από τα οποία χωρίς αναστολή. Αναλυτικά, τον Μάρτιο του 2021, είχε καταδικαστεί για διαφθορά για μία υπόθεση που ανακαλύφθηκε μέσω υποκλοπών που έγιναν στο κινητό του τηλέφωνο. Συγκεκριμένα, ο Σαρκοζί και ο πρώην δικηγόρος του Τιερ Ερζόγκ, είχαν συνάψει μία συμφωνία με έναν ανώτατο δικαστή, τον Ζιλμπέρ Αζιμπέρ, για την απόκτηση πληροφοριών σχετικά με μια νομική έρευνα σε αντάλλαγμα με μια θέση κύρους στο Μονακό. Ο Νικολά Σαρκοζί, «για να υπερασπιστεί την καταπατημένη τιμή του» όπως ο ίδιος διακήρυττε, άσκησε αμέσως έφεση, ωστόσο η καταδικαστική απόφαση του εφετείου όχι απλά δεν αποκατέστησε την τιμή του, αλλά τον έκανε τον πρώτο Πρόεδρο της Γαλλίας που καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης χωρίς αναστολή, την οποία θα εκτίσει σε κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονικό βραχιολάκι.

Στο μεταξύ, ο πρώην ισχυρός άνδρας της γαλλικής δεξιάς αναμένει την εκδίκαση άλλης μίας έφεσης το φθινόπωρο για διαφορετική υπόθεση. Πρόκειται για την πολύκροτη υπόθεση «Bygmalion», για την οποία το δικαστήριο των Παρισίων έκρινε το 2021 ένοχο τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας για παράνομη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας το 2012 και του επέβαλε ποινή φυλάκισης ενός έτους. Σύμφωνα με τους Γάλλους Εισαγγελείς, το συντηρητικό κόμμα ξόδεψε σχεδόν τα διπλάσια χρήματα από τα 22,5 εκατομμύρια ευρώ που επέτρεπε ο εκλογικός νόμος σε προεκλογικές συγκεντρώσεις και στη συνέχεια προσέλαβε μια εταιρεία δημοσίων σχέσεων, ονόματι «Bygmalion» – εξ ου και το όνομα της υπόθεσης- , προκειμένου να «καλύψει» τα έξοδα.

Τα προβλήματα του 68χρονου πολιτικού άνδρα όμως φαίνεται πως δεν τελειώνουν εκεί, αφού απειλείται με περαιτέρω κατηγορίες. Συγκεκριμένα, η Εθνική Οικονομική Εισαγγελία ζήτησε την περασμένη Πέμπτη την παραπομπή του πρώην προέδρου για παθητική διαφθορά, σύσταση συμμορίας, παράνομη χρηματοδότηση προεκλογικής εκστρατείας και αποδοχή υπεξαιρεθέντων δημόσιων λιβυκών πόρων, καθώς υπάρχουν έντονες υποψίες χρηματοδότησης της προεδρικής του εκστρατείας το 2007 από τη Λιβύη και το καθεστώς του Μουαμάρ Καντάφι.

Ο Νικολά Σαρκοζί και ο Μουαμάρ Καντάφι στην Τρίπολη της Λιβύης στις 25 Ιουλίου 2007

Λαμπερός «Σαρκοζισμός»

Γεννημένος σε οικογένεια που δεν άνηκε στην γαλλική ελίτ, γιος ούγγρου μετανάστη και γαλλίδας μητέρας με ελληνοεβραϊκή καταγωγή, σε αντίθεση με τους περισσότερους γάλλους πολιτικούς δε φοίτησε στη Γαλλική Εθνική Σχολή Διοίκησης αλλά στη Νομική στη Ναντέρ και έπειτα στην περίφημη Sciences Po (Σχολή Πολιτικών Επιστημών), την οποία όμως δεν κατάφερε να τελειώσει.

Ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια είχε πολιτικοποιηθεί με τη δεξιά. Σε αυτό το πλαίσιο ξεχώρισε για τις ρητορικές του ικανότητες και την πυγμή του, ενώ το 1983 και σε ηλικία μόλις 28 χρονών εξελέγη δήμαρχος του Νεϊγί. Μία από τις γαλλικές κοινότητες με το υψηλότερο εισόδημα και αυτή που έμελλε να γίνει το ορμητήριό του για να κατακτήσει όλη τη χώρα.

Υπουργός εσωτερικών, πρωθυπουργός και το 2007, πια ήρθε η κορύφωση της πολιτικής του καριέρας, αφού εξελέγη πρόεδρος.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του καμπάνιας χρησιμοποίησε το χαρτί της «πάταξης της εγκληματικότητας» και της «ασφάλειας», αναφερόμενος κυρίως στους άραβες μετανάστες, με επισκέψεις σε γειτονιές συνοδεία εκατοντάδων αστυνομικών (και καμερών), διακηρύσσοντας ότι «εμείς θα καθαρίσουμε αυτά τα αποβράσματα (racaille), «θα τα καθαρίσουμε με χρήση νερού». Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να προσελκύσει λεπενικούς στην ήδη μέχρι εκείνο το σημείο μεγάλη εκλογική του βάση, κάτι που του χάρισε μία άνετη νίκη.

Η πενταετία της ιδιαίτερης διακυβέρνησής του (2007-2012), δημιούργησε τον όρο «Σαρκοζισμό» ενώ χαρακτηρίστηκε από κοινωνικά αμφιλεγόμενα μέτρα, ιδιαίτερα αναφορικά με τη μετανάστευση και τους Ρομά, αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62, ελαστικοποίηση ωραρίων και ιδιωτικοποιήσεις αλλά και ροπή στην πολυτέλεια με την Κάρλα Μπρούνι.

Μάλιστα, ο γάμος του με το πάλαι ποτέ supermodel, τραγουδίστρια και γόνο της οικογένειας Μπρούνι-Τεντέσκι, απασχόλησε ιδιαίτερα τα ΜΜΕ και τα tabloid παγκοσμίως, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της πενταετούς προεδρίας του.

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως ήταν στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής απάντησης στην παγκόσμια οικονομική κρίση το 2008, συνέβαλε στη δημιουργία των συνόδων κορυφής της G20 στις οποίες συμμετείχαν οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, ενώ απεφάνθη την επανένταξη της Γαλλίας στη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ το 2009.

Ωστόσο, σιγά σιγά το μοντέλο διακυβέρνησης που δημιούργησε αλλά και ο ίδιος, άρχισε να φθείρεται στη συνείδηση των γάλλων ψηφοφόρων, με την ανεργία που είχε φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο 12 ετών κατά το τέλος της θητείας του να παίζει καθοριστικό ρόλο. Στο μεταξύ, κριτικές περιγράφουν την πενταετή θητεία του Σαρκοζί με το παρατσούκλι «bling-bling», λόγω του στυλ ηγεσίας του που βασιζόταν στην υπερπροβολή.

Το άδοξο τέλος

Η ήττα του το 2012 από τον Φρανσουά Ολλάντ, τον κατέστησε τον πρώτο γάλλο πρόεδρο που δεν επανεξελέγη, από το 1981 και τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’Εσταίν.

Παρόλο που διατηρεί μία ισχυρή βάση ψηφοφόρων, ο Σαρκοζί προσπάθησε να είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2017, αλλά δεν τα κατάφερε, εν μέρει λόγω των αυξανόμενων νομικών προβλημάτων του.

Πλέον, ο Σαρκοζί αποτελεί τον δεύτερο πρώην Γάλλο πρόεδρο μέσα σε μια δεκαετία που καταδικάζεται, αφού ο προκάτοχος και αρχικός προστάτης του, Ζακ Σιράκ, είχε καταδικαστεί σε δύο χρόνια φυλάκιση με αναστολή το 2011 επειδή παρέδωσε ανύπαρκτες θέσεις εργασίας σε πολιτικούς συμμάχους κατά τη διάρκεια της θητείας του ως δήμαρχος του Παρισιού. Κατέχει όμως τα πρωτεία ως ο μοναδικός πρώην πρόεδρος στη μεταπολεμική Γαλλία που του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης για διαφθορά και μάλιστα χωρίς αναστολή, με τη γαλλική «Le Figaro» να κάνει λόγο για πρωτοφανή κύρωση. Και άπ’ότι φαίνεται, έπεται συνέχεια.