Ποιος είναι ο αντίπαλος του Κυριάκου Μητσοτάκη σε αυτές τις εκλογές; Αν κάποιος σταθεί στις τελευταίες ομιλίες του Πρωθυπουργού πολύ πιθανό να αποκομίσει την αίσθηση ότι είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Το «ΠαΣοΚ του Νίκου Ανδρουλάκη» έχει γίνει, στα τελευταία μέτρα πριν τις κάλπες, ο αγαπημένος στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη που ξεκαθάρισε ότι με αυτό το ΠαΣοΚ δεν υπάρχουν περιθώρια συνεργασίας;
Η εύκολη εξήγηση παραπέμπει στις 2 Ιουλίου. Ότι δηλαδή ο Πρωθυπουργός έχει αρχίσει από τώρα ένα «blame game», θέλει να φορτώσει στον αρχηγό του ΠαΣοΚ τις, όπως όλα δείχνουν αναπόφευκτες, δεύτερες κάλπες. «Ακόμα και αν τα κουκιά της πρώτης κάλπης βγάζουν μια κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ πώς μπορεί να υπάρξει μια τέτοια κυβέρνηση;» είναι το μήνυμα που στέλνει ο Πρωθυπουργός.
Και δεν είναι μόνο το «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας» το εμπόδιο. Είναι ότι το ΠαΣοΚ του Ανδρουλάκη βρίσκεται πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι μια μεταρρυθμιστική δύναμη, Πώς το είπε ο Πρωθυπουργός; Σε μια κυβέρνηση με συνεταίρο τον Ν. Ανδρουλάκη εκείνος θα πατά γκάζι και ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ φρένο.
Υπάρχει και άλλη ανάγνωση. Που υποστηρίζει ότι, πράγματι, σε αυτή την τελευταία στροφή πριν τις κάλπες, ο πραγματικός αντίπαλος είναι ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ. Σύμφωνα με την ανάγνωση αυτή το αποτέλεσμα είναι, λίγο έως πολύ, προδικασμένο. Η ΝΔ θα κόψει πρώτη το νήμα. Ποιο είναι το ζητούμενο; Το ύψος του ποσοστού που θα πάρει. Και αυτό εξαρτάται σε καθοριστικό βαθμό με την συμπεριφορά ενός κρίσιμου κομματιού των ψηφοφόρων του κέντρου. Αυτών που το 2019, ψήφισαν για πρώτη φορά ΝΔ και τώρα δείχνουν να κοιτάζουν και προς το Νίκο Ανδρουλάκη.
Σε αυτούς τους ψηφοφόρους απευθύνεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Στο ΠαΣοΚ που, όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις, δεν είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένο από την διακυβέρνησή του και επιδιώκει συγκλίσεις. Ο Πρωθυπουργός, σε απλά ελληνικά, θέλει να επανασυστήσει τη συμμαχία του 2019 με τους κεντρώους ψηφοφόρους.
Όμως, 4 χρόνια μετά, υπάρχουν δύο παράγοντες που διαφοροποιούν τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Είναι άλλη χώρα οι εκλογές του 2019 και άλλη οι εκλογές της απλής αναλογικής του Μαΐου του 2023.
Το 2019 υπήρχε μια ισχυρή, ακατανίκητη τάση, στους κόλπους των ψηφοφόρων αυτών: να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρχε, παρά τη διαφορά των Ευρωεκλογών, πόλωση μεγάλη. Και υπήρξε και ένα δώρο από τη Φώφη Γεννηματά σε ένα καθοριστικό σημείο. Η αμφίθυμη στάση της Χαριλάου Τρικούπη στο ζήτημα των μετεκλογικών και η εκδίωξη του Ευάγγελου Βενιζέλου (γιατί περί αυτού πρόκειται» από τα ψηφοδέλτια του ΠαΣοΚ, έδωσε το λάθος μήνυμα. Προκειμένου να μην μπει η χώρα στην περιπέτεια της ακυβερνησίας ο μόνος δρόμος ήταν η αυτοδυναμία της ΝΔ.
Το 2023 αυτό δεν υπάρχει αυτό το ισχυρό δίλημμα. το ισχυρό δίλημμα δεν υπάρχει. Ο δράκος προοδευτικής διακυβέρνησης με τη μορφή μιας κυβέρνησης ηττημένων δεν φαίνεται να τρόμαξε τους κεντρογενείς ψηφοφόρους. Υπήρξε μια μετακίνηση των αναποφάσιστων αυτών προς τη ΝΔ. Όμως ένα μεγάλο μέρος τους, εξακολουθεί να κρατά στάση αναμονής. Θεωρούν ότι κίνδυνος επιστροφής του Τσίπρα δεν υπάρχει. Και η απλή αναλογική τους δίνει τη δυνατότητα στις εκλογές της Κυριακής να «δώσουμε μια ευκαιρία στον Ανδρουλάκη. Μετά βλέπουμε». Αυτή η λεπτομέρεια εκλογικής συμπεριφοράς μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη.
Υπάρχει και κάτι ακόμα. Ο κ. Μητσοτάκης, «δεν είναι ο Κυριάκος του 2019». Έχει τη φθορά του χρόνου και των λαθών της διακυβέρνησής του. Και δεν ήταν λίγα. Και κάποια από αυτά, είναι μάλλον βαριά. Και ειδικά για αυτό το κομμάτι των ψηφοφόρων που δίνουν ιδιαίτερη σημασία σε ζητήματα όπως αυτά της αξιοκρατίας και του κράτους Δικαίου.