«Σάμγουερ in ‘80sland» – Μεγαλώνοντας στα μέσα του ’80

Ο μαχόμενος δικηγόρος Αθηνών, διδάκτορας εγκληματολογίας και συγγραφέας Παναγιώτης Παπαϊωάννου μιλάει στο Βήμα για το καινούργιο του βιβλίο «Σάμγουερ in ‘80sland»

Λίγο πριν την εκπνοή της δεκαετίας του ’80, μια ανάσα πριν τις εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, υπό τους ήχους των μεγάλων επιτυχιών της ροκ στα αυτιά μας, τον πυρετό του ευρωμπάσκετ, την ανάδειξη της χώρα μας σε πρωταθλήτρια Ευρώπης, στον απόηχο δύο βαρύτατων εγκλημάτων αλλά και μία σημαντικότατης διατάραξης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που έφεραν τη χώρα μας στο χείλος του πολέμου, βαδίσαμε προς την ενηλικίωση.

Και αν όλα αυτά για πολλούς από εσάς δε λένε απολύτως τίποτα για όλους εμάς που ενηλικιωθήκαμε λίγο πριν την εκπνοή της δεκατίας του 1980 αποτελούν ταυτότητα.

Το γαϊτανάκι όλων αυτών των γεγονότων τα οποία συνόδεψαν την εφηβεία μας, μάς διαμόρφωσαν ως προσωπικότητες και μας ξεπροβόδισαν στο κατώφλι της ενηλικίωσης, παραθέτει στο νέο του βιβλίο ο μαχόμενος δικηγόρος Αθηνών, διδάκτορας εγκληματολογίας και συγγραφέας Παναγιώτης Παπαϊωάννου.

Το τηλεοπτικό κοινό τον έχει γνωρίσει από την συμμετοχή του στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη «Φως στο Τούνελ» που προβάλλεται κάθε Παρασκευή στο Mega.

«Σάμγουερ in ‘80sland» είναι ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου του που εκδόθηκε λίγο πριν το τέλος  του 2022 από τις εκδόσεις Ιωλκός και το οποίο είναι αφορμή για μία συζήτηση μαζί του.

Μιλά για το νέο βιβλίο του στις 500 σελίδες του οποίου κυριαρχεί η ροκ μουσική της δεκαετίας του ’80, κοινή κουλτούρα των νέων της εποχής, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος. Αναφέρεται στον τρόπο και τον στόχο της συγγραφής του ενώ κάνει σημαντικές αναφορές στο κομμάτι της ενήλικης ζωής του, το έγκλημα όπως διαμορφώνεται σήμερα, την απονομή της Δικαιοσύνης.

1. Από το «Dead Rockers Society» (2019) στο «Σάμγουερ in ‘80sland» (2022). Είναι το δεύτερο συνέχεια του πρώτου;

Kατά κάποιο τρόπο, το δεύτερο γεννήθηκε μέσα από το πρώτο. Στο «Dead Rockers Society» (εκδ. Δίαυλος) είχα περιλάβει 29 ιστορίες για τη ζωή και την κατάληξη προσωπικοτήτων του ροκ-εν-ρολ. Ορισμένες απ’ αυτές ξεκινούσαν από βιωματική σκοπιά, καθώς ορισμένους ρόκερ η γενιά μου πρόλαβε και τους είδε ζωντανά στο σανίδι και πάντως, όσο ήταν εν ζωή, τους γιόρταζε συχνά μέσα από το έργο τους,  τα βινύλια, τις ταινίες, τα βίντεο κλιπ.

«Το στοίχημα ύφους στην περίπτωση του «Σάμγουερ in ‘80sland» ήταν η αυθεντικότητα»

Αυτή τη φορά, ολόκληρο το βιβλίο έχει βιωματική ματιά. Τα 49 αυτή τη φορά κεφάλαια αντιστοιχούν σε ιστορίες ενός πιτσιρίκου που ξεκινούν το 1980 και καταλήγουν το 1989, όταν έχει πια ενηλικιωθεί μέσα από τα συναπαντήματά του με τη μουσική της δεκαετίας του ‘80. Καθώς από τους Blondie, τους Scorpions και το πρώτο του πάρτυ καταλήγει φοιτητής και θαμώνας συναυλιακών χώρων όπως το «ΡΟΔΟΝ Club», γύρω του στριφογυρίζουν ιστορίες για τις τις φιλίες, το σχολείο, τις εκδρομές, τα ξένοιαστα καλοκαίρια και εκτυλίσσονται μερικά από τα σημαδιακά για τη δεκαετία κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, ένα οδοιπορικό ενηλικίωσης την οποία τροφοδοτεί το σάουντρακ της εποχής.

2. Και τα δύο αυτά βιβλία σου αρθρώνονται με αφορμή και γύρω από τη ροκ μουσική.

Αυτό είναι η μαγιά του σάουντρακ, ναι. Μεγάλη μερίδα από τους σημερινούς 40άρηδες και 50άρηδες αυτή τη διαδρομή την έκαναν ερχόμενοι σε επαφή με διάφορες όψεις του ροκ. Από τους Clash ως τον Springsteen, από την Joan Jett ως τους Metallica, κι από τους Iron Maiden ως τον Nick Cave, πρακτικά αποκλείεται το να βρεις άνθρωπο αυτής της ευρείας ηλικιακής γκάμας που να μην ανακαλεί το μεγάλωμά του στα ‘80s μέσα από τις μουσικές των ροκ-εν-ρολ φυλών της εποχής.

3. Η διαφορά στο ύφος των δύο βιβλίων είναι διακριτή. Το «Σάμγουερ in ‘80sland» είναι σαφώς πιο βιωματικό από το «Dead Rockers Society» με διαρκείς αναφορές εκτός από μουσικά και σε σημαντικά πολιτικοκοινωνικά γεγονότα της δεκαετίας του ’80. Υπάρχει πράγματι μια διαφορετική προσέγγιση;

Το στοίχημα ύφους στην περίπτωση του «Σάμγουερ in ‘80sland» ήταν η αυθεντικότητα. Καθώς το βιβλίο έχει γραμμική αφήγηση, επικεντρωμένη σε μουσικά γεγονότα της εποχής, όπως και σε κοινωνικοπολιτικά γεγονότα υπογραμμισμένα από μουσική, σκόπιμα επικέντρωσα στην οπτική ενός προεφήβου που γίνεται έφηβος και που προς το τέλος ζει την ενηλικίωση ως έκρηξη. Γι’ αυτό και η οπτική του πιτσιρίκου που μεγαλώνει εξελίσσεται πάντα μέσα από τα μάτια της ηλικίας του. Μπορεί μέσα στα κεφάλαια του βιβλίου ο αναγνώστης να εντοπίζει καταχωνιασμένες χρονικές πόρτες που οδηγούν προς το σήμερα, ή σε ένα μελλούμενο άγνωστο τότε στον ανύποπτο έφηβο αφηγητή και τον περίγυρό του, όμως η βασική επιλογή είναι να είναι όλο γραμμένο μέσα από τη ματιά ενός παιδιού που μεγαλώνει. Με τη σλανγκ, τους ελλειπτικούς διαλόγους, τα αστεία, τα υπονοούμενα και την πλούσια σε κωδικούς διάλεκτο της εποχής.

4. Πες μου λίγο για τον τίτλο του βιβλίου. Ο τίτλος σου είναι αγγλικός αλλά η πρώτη του λέξη είναι γραμμένη με ελληνικούς χαρακτήρες ενώ η τελευταία, το ‘80sland είναι μια λέξη, αν δεν κάνω λάθος, απολύτως δικής σου εμπνεύσεως και «κατασκευής».

Στη γραμμή της ίδιας επιλογής είναι και ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου. Υπήρξε μια διετία, μεταξύ 1986 και 1988, που οι δίσκοι και οι κασσέττες έγραφαν τους τίτλους των καλλιτεχνών και των τραγουδιών με …ελληνική προφορά, προς αποτροπή υποτίθεται της παράνομης εξαγωγής δισκογραφημένου υλικού από χώρα σε χώρα. Τότε λοιπόν είχαμε δει κάτι ανεκδιήγητα φαινόμενα, να γράφονται οι τίτλοι των αγαπημένων μας μουσικών με τρόπο που μας έκανε να γελάμε μέχρι δακρύων (κάποιοι επέμεναν «εγώ θα το πάρω εισαγωγής, να είναι το αυθεντικό»). Το πρώτο μισό, λοιπόν, του τίτλου είναι αναφορά σ’ ένα μοναδικό στο χρόνο, αμιγώς ‘80s φαινόμενο, το οποίο μόνον όσοι έχουν στην κατοχή τους κασσέττα ή δίσκο που να γράφει, ας πούμε, «Γουάϊτσνέϊκ», μπορούν να ανακαλέσουν.

«Μπορεί μέσα στα κεφάλαια του βιβλίου ο αναγνώστης να εντοπίζει καταχωνιασμένες χρονικές πόρτες που οδηγούν προς το σήμερα…»

Όσον αφορά το δεύτερο μέρος του τίτλου, το «in ‘80sland», ένας ημι-αυτοσχέδιος νεολογισμός από τα αγγλικά, θέλει να πει «στην χώρα (των χρόνων του) ‘80». Κάπου στη Χώρα του ’80. Σα να προσδιορίζει ότι οι ιστορίες που περιλαμβάνει έρχονται από μια φαντασιακή, το μάλλον, περιοχή, έναν πλανήτη οι συντεταγμένες του οποίου είναι γνωστές σε όλους. Αποφεύγω, όσο γίνεται, να δοθούν ακριβείς συντετατγμένες όπου δε χρειάζεται, γιατί σκοπός ασφαλώς δεν είναι να μιλήσω για συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά να ανακαλέσω την κοινή κουλτούρα των νέων της εποχής. Περιοδικά, εκπομπές, ταινίες, δίσκοι, πάρτυ, συναυλίες, δισκάδικα.

5. Η γλώσσα σου είναι άμεση και αντιστοιχεί απόλυτα σε αυτήν ενός εφήβου που εκφράζεται αυθόρμητα, δίχως περιστροφές, σεμνοτυφίες ή καθωσπρεπισμούς. Δεν έχει όμως καμία απολύτως σχέση με τη γλώσσα των δικαστηρίων ή των δικογράφων.

Νομίζω ότι όλοι θα συμφωνήσουμε ότι όταν γυρίζεται μια ταινία εποχής, είναι κατά του σκηνοθέτη να βάλει τον Ρωμαίο λεγεωνάριο να φοράει λευκά Stan Smith επειδή «σήμερα φοριούνται όλα με όλα». Όσοι ζήσαμε στα ‘80s ξέρουμε καλά πώς συνομιλούσαν, για ποιά θέματα και με τί τρόπο. Ο κρυπτοφασισμός της πολιτικής ορθότητας προέκυψε ως ένα φάντασμα που θα μας επισκεπτόταν πολύ αργότερα. Ναι, υπάρχει εφηβική γραφή και τρόπος σκέψης στο βιβλίο και είναι διακριτό που ο αφηγητής κάνοντας αναδρομή μονολογεί ή αφηγείται με τον ενήλικο τρόπο σκέψης. Η χρήση όρων και ύφος της δεκαετίας του ’80 γίνεται γιατί έτσι μόνο προσδίδεται αυθεντικότητα στην περιγραφή των συναισθημάτων που προκαλεί ιδίως η επαφή με ένα τραγούδι που παίζεται δυνατά και σου σημαδεύει τη ζωή.

«Δεν γίνεσαι «πιο συγκροτημένος» ή «πιο ακέραιος» αν προτιμάς να δεις μια παράσταση ουγγρικών παραδοσιακών χορών στο Μέγαρο από μια συναυλία του Iggy Pop»

Από την άλλη, η νομική γλώσσα της πράξης ενέχει μια συγκλονιστική δυναμική, γιατί καλείται να υπαγάγει σε στέρεες, αυστηρές, φόρμες την ακατέργαστη πραγματικότητα, γι’ αυτό και έχει τη δική της γοητεία. Μπορείς να μην τελέσεις δυσφήμιση, αλλά να γράψεις ή να πεις κάτι που θα πιάσει το νόημα ακριβώς, θα το δαμάσει σ΄ένα επιχείρημα και θα αποδείξει την αλήθεια ή θα αντικρούσει κάτι που προβάλλεται ως αληθοφανές, ενώ δεν είναι. Αυτή η γλώσσα έχει τα τελευταία 10-15 χρόνια υποστεί τρομακτικές ταλαιπωρίες από τις καινούριες γενιές των νομικών που δείχνουν όλο και χειρότεροι στους βαθμούς που έπαιρναν στα αρχαία στο σχολείο. Είναι απαράδεκτο να γράφει κανείς «η απόπειρά μου» και να αγνοεί τον δεύτερο τόνο στη λήγουσα, ή να μιξάρει κακότεχνα αρχαΐζουσα με μαλλιαρή δημοτική του καφενείου. Ο μεγάλος δάσκαλος Αριστόβουλος Μάνεσης με άρθρο του το 1997 είχε καταγράψει αυτή την επερχόμενη φθορά και είχε τονίσει ότι η νομική γλώσσα είναι και πρέπει να παραμείνει λόγ-ι-α.

«Το ιδανικό, ειδικά για έναν δικαστή, είναι να διαθέτει ευρύ πνεύμα, κοινωνική αντίληψη, να μην είναι έξω από τα δρώμενα της τέχνης, γιατί έτσι θα απονείμει δικαιοσύνη»

Και οι δύο γλώσσες, τόσο η συγγραφική, όσο και η δικαστηριακή, είναι ζωντανές και καλούνται να φέρουν αποτέλεσμα σε διαφορετικά επίπεδα. Προσωπικά η πρώτη με ξεκουράζει από την χρήση της δεύτερης. Η δεύτερη έχει με τα χρόνια εγκαταστήσει μια αιτιολογική δυναμική στην πρώτη. Ευτυχώς, το να γνωρίζει κανείς να χειρίζεται διάφορες γλώσσες δεν είναι σήμερα ακόμη … παράνομο.

6. Οσον αφορά την εικόνα σου; Είναι σημαντική για σένα σε σημείο που θα σε προβλημάτιζε το πολύ πιθανό ενδεχόμενο κάποιος από τους δικαστές – με τους οποίους καθημερινά δικάζεις τις υποθέσεις σου – να έχει διαβάσει το «Σάμγουερ in ‘80sland»;

Μα υπάρχουν ήδη δικαστές που έχουν διαβάσει το βιβλίο. Ευτυχώς άκουσα ενθουσιώδη σχόλια, δεν διαβλέπω λόγους εξαίρεσης στον ορατό ορίζοντα. Η εικόνα κανενός δεν αμαυρώνεται όταν είναι αληθινή και δεν κάνει κόπο να την υποστηρίξει. Όλοι μας πριν μπούμε στο στίβο της δικαιοσύνης έχουμε πολιτισμικές προσλαμβάνουσες. Μάλιστα, τολμώ να πω, αυτές καθορίζουν και την κράση σου ως επαγγελματία. Άνθρωποι που είναι επιδερμικοί σε επίπεδο αξιών, που πηγαίνουν όπου φυσάει ο άνεμος, ή που δεν καλλιεργούν το όποιο ταλέντο τους, είναι πολύ πιο εύκολο να γίνουν σύντομα κυνικοί, παραδόπιστοι, υποκριτές, γραφειοκράτες, ή να απορροφηθούν από το επάγγελμά τους, κρύβοντας πίσω από τα στεγανά αυτού τον φοβισμένο, ανώριμο εαυτό τους.

«Οι λαμπρές μειοψηφίες τραβούν το κάρο, αλλά δεν επαρκούν»

Το ιδανικό, ειδικά για έναν δικαστή, είναι να διαθέτει ευρύ πνεύμα, κοινωνική αντίληψη, να μην είναι έξω από τα δρώμενα της τέχνης, γιατί έτσι θα απονείμει δικαιοσύνη. Με ευθυκρισία, καθαρότητα πνεύματος, μεγαλοθυμία. Θεωρείται κάτι σαν αυτονόητο ότι μεγαλώνοντας «αλλάζεις» και οι προτιμήσεις σου απαιτείται να είναι οι «καθωσπρέπει». Μέγιστη υποκρισία. Δεν γίνεσαι «πιο συγκροτημένος» ή «πιο ακέραιος» αν προτιμάς να δεις μια παράσταση ουγγρικών παραδοσιακών χορών στο Μέγαρο από μια συναυλία του Iggy Pop. Πιστεύω στο να επεκτείνεσαι και να προσθέτεις εμπειρίες, ναι. Όμως το να διαγράφεις το παρελθόν για να μοιάζεις πιο συμβατός με την αδρή «εικόνα» που δήθεν έχει προκατασκευάσει για σένα ένας απρόσωπος μέσος όρος, υποψιάζομαι έντονα ότι είναι για ανούσιους ανθρώπους που δεν τα έχουν καλά με τον εαυτό τους. Για τη δική μου γενιά, που ακούμε τυχαία, λ.χ., το “Stay The Night” των Chicago από το ραδιόφωνο ενός ταξί και παίρνουμε αμέσως τηλέφωνο τον φίλο μας από το Γυμνάσιο να ρωτήσουμε αν είναι καλά, δεν είναι πουθενά γραμμένο ότι πρέπει να ομογενοποιηθούμε για να επιτελέσουμε τους κοινωνικούς ή επαγγελματικούς μας ρόλους, ή για να γίνουμε αρεστοί. Έχουμε μοιραστεί πολλές ωραίες και άδολες μνήμες για να ξεπέσουμε στο επίπεδο αυτό.

7. Στο βιβλίο σου αναφέρεις δύο σημαντικότατες ποινικές υποθέσεις που το 1987 συγκλόνισαν την ελληνική κοινή γνώμη. Εστίασες σε αυτά πράγματι με την εφηβική σου ματιά, κατά το χρόνο της αποκάλυψής τους, ή τα αξιολόγησες εκ των υστέρων και ενώ ήδη ήσουν φοιτητής στη Νομική Σχολή;

H πρώτη ύλη του τί συνέβαινε στον κόσμο γύρω μας τότε, ερχόταν πρωτίστως από τις εφημερίδες, κανάλια και ραδιοφωνικοί σταθμοί ήταν μόνον οι δημόσιοι και οι …πειρατικοί. Οι δίκες έρχονταν σε μας ως κανονικά σήριαλ, με την κάλυψη των δημοσιογράφων και των φωτορεπορτάζ να αποκτά σχεδόν σκηνοθετική βαρύτητα στο μυαλό μας. Σήμερα που η κουλτούρα του tik tok τείνει να επιβάλει τη διάσπαση προσοχής και τη μερικότητα της σκέψης σε εκατομμύρια νέων, δεν είναι επιζήμιο να τονίζει κανείς μέσα από το παράδειγμα ότι πρέπει να δίνουμε χρόνο σε ό,τι διαβάζουμε, να ελέγχουμε την πληροφορία ανατρέχοντας σε διασταυρωμένες πηγές και όχι να μυρηκάζουμε ανεπιστημονικές τσίχλες. Οι συγκεκριμένες υποθέσεις παρουσιάζονται στο βιβλίο μέσα από τη σύνδεσή τους με μουσικά ακούσματα της εποχής και μέσα από σκέψεις της εποχής. Γιατί η μουσική μας έβαζε να αναλύσουμε, να παραβάλουμε, να το συζητήσουμε, να αναπτύξουμε κριτήρια.

«Μετά την περίοδο της πανδημίας, στην κοινωνία η νοσηρότητα και η τοξικότητα κυκλοφορεί αποχαλινωμένη ακόμη και ανάμεσα στους μη παραβατικούς»

Στην περίπτωση, δε, την γνωστής «εταιρίας δολοφόνων» δεν απέφυγα, στο πλαίσιο ενός από κείνα τα παράθυρα προς το σήμερα για τα οποία αναφέρθηκα παραπάνω, να σημειώσω κάτι από την δικηγορική μου εμπειρία: «Δεκαετίες, έχοντας δει δεκάδες καθάρματα να την γλυτώνουν, ακόμη περισσότερα μικρά ψάρια να την πληρώνουν δυσανάλογα πολύ κι έχοντας πειστεί ότι κανένας Δικαστής Dredd δεν μπορεί να είναι λύση (για διάφορους λόγους, με πρώτον ότι η αυστηρότητα της ποινής δεν είναι το κύριο στοιχείο της αποτρεπτικής λειτουργίας της), είναι αλήθεια ότι το κακό όντως ζει ανάμεσά μας. Όχι υπερβατικό, όπως του “Poltergeist”, αλλά αφύσικα ανθρώπινο, μη αναγνωρίσιμο, αδιανόητα πεζό και συμβατικό, όπως οι δεκάδες σκυμμένοι απρόσωποι άνδρες στο εξώφυλλο του “Among The Living”. Εξίσου αλήθεια όμως είναι το ότι το Καλό, έχει – δεν έχει τον δεύτερο αγώνα εντός έδρας, οφείλει πάντοτε να βάζει τα δυνατά του».

8. Τι έχεις να πεις για το έγκλημα σήμερα; Εχουν αλλάξει τα χαρακτηριστικά του στα εικοσιπέντε χρόνια που ασκείς μάχιμη δικηγορία;

Το έγκλημα έχει γίνει πιο οργανωμένο, πιο σκληρό, πιο ασύδοτο. Οι παραβατικές φυσιογνωμίες διαμορφώνονται πλέον κάτω από τα μάτια μας, μέσα στα σχολεία, υπό το βλέμμα ενός αδύναμου ή και απρόθυμου να παρέμβει σχολείου. Μετά την περίοδο της πανδημίας, στην κοινωνία η νοσηρότητα και η τοξικότητα κυκλοφορεί αποχαλινωμένη ακόμη και ανάμεσα στους μη παραβατικούς. Το σύστημα απονομής ποινικής δικαιοσύνης παρατηρεί τα συμβάντα υλικοτεχνικά αβοήθητο, δυσκίνητο, άλλοτε με υπερβάσεις συγκινητικές, πιο συχνά όμως με το ένα μάτι στο ρολόϊ για να σχολιάσει, προσευχόμενο να «μη συμβεί το κακό στη βάρδιά του». Οι λαμπρές μειοψηφίες τραβούν το κάρο, αλλά δεν επαρκούν. Ο πολίτης, ιστορικά εχθρικός με την αυτοκριτική, νιώθει την ανομία να τον κυκλώνει και δεν μπορείς έυκολα να του δώσεις άδικο. Οι λύσεις είναι πάντα απλές, απτές, αλλά με σαφές πολιτικό κόστος, γι’ αυτό και σπάνια δίνονται. Θα εξακολουθήσω να πιστεύω στην ψυχική δύναμη και την ικανότητα των λίγων που δίνουν το παράδειγμα.

9. Υπάρχουν σήμερα ενδιαφέροντα rock club ή rock bar; Τα επισκέπτεσαι;

Ίσως λιγότερα, αλλά πιο καθιερωμένα και οργανωμένα απ’ ό,τι πριν 30 χρόνια. Επιβιώνουν και αρκετά παλιά, αλλά εκπληκτικά στην αυθεντικότητά τους, όπως το «Γρανάζι» στο Περιστέρι. Πλέον η γενιά για την οποία μιλά το βιβλίο γίνεται με τη σειρά της «κλασσική», ο νεάζων θείος που πάει ακόμη στις συναυλίες και η θεία που της κάνουν ακόμη τα σκισμένα τζην της, ο φαν που έγινε καταστηματάρχης ή opinion maker. Ξέρει, όποιο επάγγελμα και να κάνει, τί αντιπροσωπεύουν οι μουσικές της, οι ταινίες της και η αισθητική της. Ο Bruce Springsteen δίνει ακόμη 4ωρες συναυλίες ανά τον κόσμο, οι Guns ‘N’ Roses ξανάρχονται στο Ο.Α.Κ.Α. και οι Saxon στη Μαλακάσσα, ενώ ο Jeff Bridges, η Rosanne Arquette και η Joan Jett χαίρουν άκρας υγείας.

Εξακολουθώ να επιλέγω μπαρ που έχουν άνθρωπο και όχι μηχανή για dj, όσο κι αν ο ελεύθερος χρόνος είναι πάντα ένα στοίχημα. Το κριτήριο είναι πάντα η ακεραιότητα, η αξιοπιστία. Δεν θα πάω σε μέρος που δεν έχει ύφος, που δεν σέβεται τον θαμώνα, που θα είναι «τουριστικό» ή «πανηγυργιώτικο», ό,τι μουσική και να παίζει. Οι συναυλιακοί χώροι παραμένουν αγαπημένα πάρτυ sites όπου εμείς τα μεγάλα παιδιά θυμίζουμε προς αλλήλους ότι o χρόνος δεν τα κατάφερε και πολύ καλά μαζί μας.

«Εξακολουθώ να επιλέγω μπαρ που έχουν άνθρωπο και όχι μηχανή για dj»

Όσο για το Σάμγουερ In ‘80sland, οι παρουσιάσεις του ανά την Ελλάδα συνεχίζονται, καθώς, μετά από την Αθήνα σε τρεις ξεχωριστές παρουσιάσεις, την Κόρινθο, την Θεσσαλονίκη, την Πάτρα και το Ηράκλειο, το ενδιαφέρον και οι προσκλήσεις συνεχίζουν να έρχονται. Εισπράττω ότι το κοινό, αναγνωστικό και μη, διψά για να ανταλλάξει θετικές δονήσεις και να θυμηθεί όχι για να νοσταλγήσει, αλλά για να επανατοποθετήσει τα μουσικά και άλλα πράγματα σε ανανεωμένη βάση.
Ευχαριστώ για το βήμα και τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις.
……………………………….
Το «Σάμγουερ in ‘80sland» κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από τις Εκδόσεις Ιωλκός, με ένα vintage εξώφυλλο που έχει περιληφθεί ήδη στα πιο χαρακτηριστικά της χρονιάς, με 504 σελίδες κι ένα 8σέλιδο κολλάζ που συμπληρώνει τα κείμενα.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.