Η τελευταία εμφάνιση του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ως πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν στις 20 Ιανουαρίου του 2021. Δύο και πλέον χρόνια μετά, πολλά έχουν αλλάξει, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Όχι όμως ο ίδιος, ούτε και η πολιτική του ατζέντα όπως φάνηκε από την αμφιλεγόμενη ανοιχτή συνέντευξή του στο CNN, την πρώτη μετά το 2016 στο δίκτυο που αγαπάει να μισεί και στον απόηχο της οποίας, μεταξύ άλλων εγείρονται ερωτήματα ως προς την ευθύνη και του ίδιου του καναλιού.
Η συνέντευξη
Το CNN παραχώρησε στον πρώην πρόεδρο το βήμα να μιλήσει υπό το πλαίσιο ενός συγκεκριμένου φορμάτ συνέντευξης, του town hall. Ο Τραμπ στο Νέο Χάμσαΐρ, την αμιγώς ρεπουμπλικανική πολιτεία όπου έλαβε χώρα το γεγονός, δέχοταν ερωτήσεις από τη δημοσιογράφο του CNN Κέιτλαν Κόλινς, την οποία αποκάλεσε «δυσάρεστο άτομο» όταν τον πίεσε σχετικά με τα απόρρητα έγγραφα που βρέθηκαν στην κατοχή του, ενώ είχε από κάτω το κοινό του να τον χειροκροτάει, να γνέφει καταφατικά στην αμφισβήτηση των εκλογικών αποτελεσμάτων και να γελάει με τα προσβλητικά αστεία του, ακόμη και αυτά που αφορούσαν την γυναίκα που καταδικάστηκε ότι κακοποίησε σεξουαλικά.
Σε κάτι περισσότερο από μία ώρα και σε ζωντανή μετάδοση, ο Ντόναλντ Τραμπ αναφέρθηκε σε στάση πληρωμών, δημιούργησε αμφιβολίες για τη δέσμευση της χώρας να υπερασπιστεί την Ουκρανία από την εισβολή της Ρωσίας, έκανε λόγο για χάρη στους καταδικαθέντες εισβολείς του Καπιτωλίου, ενώ αρνήθηκε να δεσμευτεί ότι θα δεχθεί τα αποτελέσματα των επόμενων προεδρικών εκλογών.
Το όραμα της δεύτερης θητείας που σκιαγράφησε ο Τραμπ στο CNN το βράδυ της Τετάρτης θα αντιπροσώπευε μια απότομη απομάκρυνση από τις βασικές αμερικανικές σταθερές που υπάρχουν εδώ και δεκαετίες: την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ, την αξιοπιστία τους αναφορικά με τους διεθνείς συμμάχους και την τήρηση του κράτους δικαίου στο εσωτερικό.
Ωστόσο όπως αναφέρουν οι New York Times, οι προγραμματικές του δηλώσεις δεν συγκλόνισαν μάλλον κανέναν, αφού η τετραετής διακυβέρνησή του δεν χαρακτηριζόταν από ιδιαίτερους αυτο-περιορισμούς και κανόνες και στα 76 του δεν θα περίμενε κανείς να αλλάξει ξαφνικά η προσέγγισή του. Στην πραγματικότητα, ήταν απλώς μία υπενθύμιση μεγάλης εμβέλειας, ότι ο Ντόναλντ Τραμπ παραμένει ίδιος με εκείνον που έφυγε από τον Λευκό Οίκο πριν δύο χρόνια.
Ο ρόλος του CNN και οι αντιδράσεις
Ο βασικός λόγος λοιπόν που η συνέντευξή αυτή έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων, είναι το γεγονός πως το CNN αποφάσισε να πράξει κάτι τέτοιο εξ αρχής, ενώ σύμφωνα και με την Washington Post είναι πλέον κοινά αποδεκτό ότι το δίκτυο δεν έκανε καλή δουλειά.
Και μπορεί ο CEO του CNN Κρις Λιχτ να έσπευσε να υπερασπιστεί την επιλογή του, όμως, ο βαθύτερος αντίκτυπος μπορεί να είναι η ζημιά που προκλήθηκε στη φήμη του δικτύου που προβάλλεται εδώ και καιρό ως «το πιο αξιόπιστο όνομα στις ειδήσεις».
«Γνωρίζω ότι υπήρξαν αντιδράσεις, και αυτό είναι απολύτως αναμενόμενο αλλά θα το πω όσο πιο ξεκάθαρα μπορώ: Δεν χρειάζεται να σας αρέσουν οι απαντήσεις του πρώην προέδρου, αλλά δεν μπορείτε να πείτε ότι δεν τις λάβαμε. Η Αμερική εξυπηρετήθηκε πολύ καλά από αυτό που κάναμε χθες το βράδυ. Ο κόσμος ξύπνησε και ξέρουν ποιο είναι το διακύβευμα σε αυτές τις εκλογές με τρόπο που δεν το ήξεραν την προηγούμενη μέρα», ήταν τα λόγια του Λιχτ, αλλά δημοσιογράφοι του δικτύου χαρακτήρισαν το γεγονός «καταστροφή» και «την πιο χαμηλή στιγμή του δικτύου», ενώ στο Twitter τα hashtags #BoycottCNN, #DoneWithCNN και #ByeCNN ήταν στις τάσεις από το τέλος της συνέντευξης έως και ολόκληρη την Πέμπτη.
Ο παρουσιαστής Άντερσον Κούπερ, στον αέρα της εκπομπής του ανέφερε πως «το καταλαβαίνω, ήταν απαίσιο» ενώ άλλος παρουσιαστής μιλώντας στους ΝΥΤ εξήγησε πως «Το κάναμε λάθος, καταλήξαμε να χορέυουμε στο ρυθμό ενός δημαγωγού».
Τα φαντάσματα του 2016
Τα αίτια της κριτικής δεν αφορούν το γεγονός πως ο Τραμπ πήρε τηλεοπτικό χρόνο από το CNN, αλλά τη μορφή της συνέντευξης που επέλεξε το κανάλι για τον συγκεκριμένο υποψήφιο, το town hall. Το φορμάτ αυτό έδωσε τη δυνατότητα στον Τραμπ να ελέγχει στην ουσία τη συζήτηση, την οποία μετέτρεψε σε προεκλογική ομιλία, ενώ ο γρήγορος ρυθμός που προβλέπει απέτρεψε το fact-checking, δηλαδή τον έλεγχο -σε πραγματικό χρόνο- της εγκυρότητας όσων λέγονται προς αποφυγή της παραπληροφόρησης, επιτρέποντάς του τελικά να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή της πραγματικότητας – ή, αλλιώς, να λέει ψέμματα.
Αναμενόμενα, ο Τραμπ από την πλευρά του εξέφρασε την ικανοποίησή του μετά το πέρας της συνέντευξης. «Ελπίζω ότι όλοι απόλαυσαν το CNN απόψε. «Το κοινό του Νιου Χάμσαϊρ ήταν ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ. Ευχαριστώ!» έγραψε στο Truth Social.
Όμως μέσα στο CNN, η διάθεση ήταν διαφορετική. Καθώς τα φαντάσματα του 2016 είχαν γίνει αισθητά, οι εκφράσεις στο στούντιο του καναλιού ήταν ενδεικτικές με τον παρουσιαστή Τζακ Τάπερ να παραδέχεται: «Δεν έχουμε αρκετό χρόνο να κάνουμε fact-checking για κάθε ψέμμα που είπε».
Σε άλλο πλαίσιο, σε μια εποχή που το CNN προσπαθεί να ανατρέψει τη μείωση της τηλεθέασης, η συγκεκριμένη τηλεοπτική μετάδοση δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, με μόλις 3,1 εκατομμύρια τηλεθεατές συνολικά. Αριθμός μικρότερος και από το αντίστοιχο town hall του CNN με τον Τζο Μπάιντεν το περασμένο καλοκαίρι (3,7 εκατομμύρια) αλλά και τα έξι προηγούμενα town hall του Τραμπ από το Fox News – κάτι που υποβιβάζει τόσο το CNN όσο και την δύναμη του Τραμπ.
Αναφορικά, ο Μαρκ Λουκασέβιτς, βετεράνος του NBC και του ABC News εξήγησε στο PBS πως ο Τραμπ είναι «αποδεδειγμένα ανάξιος» του ρίσκου που το CNN επέλεξε να πάρει καθώς η εξέλιξη των πραγμάτων ήταν «100% αναμενόμενη».
Ακριβώς εκεί έγκειται η κριτική που δέχεται εδω και δύο μέρες το κανάλι και η αντιπαράθεση στο επιχείρημα του CEO του: Μπορεί το 2016 το φαινόμενο Ντόναλντ Τραμπ να ήταν μία δυσάρεστη έκπληξη, όμως το 2023 δεν εκπλήσσεται κανείς και ξέρουν πολύ καλά ποιος ή τι είναι.