Στη δίνη ενός σκανδάλου διαρροής πληροφοριών από την κυβέρνηση της Αυστραλίας προς εταιρείες-πελάτες της βρίσκεται η PwC.

Όπως αναφέρουν οι Financial Times, η εταιρεία, μία από τις τέσσερις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών λογιστικής παγκοσμίως, χρησιμοποίησε πληροφορίες που έλαβε κατά τη διάρκεια της συνεργασίας της με την κυβέρνηση της Αυστραλίας για να κερδίσει πελάτες, παρέχοντας συμβουλές σχετικά με τους νέους κανόνες για την φοροαποφυγή. Τα σχετικά ηλεκτρονικά μηνύματα δημοσιοποιήθηκαν από επιτροπή της αυστραλιανής γερουσίας, την προηγούμενη εβδομάδα. Αυστραλοί πολιτικοί ζήτησαν να κατονομαστούν οι εταιρείες που ωφελήθηκαν από τις συμβουλές της PwC.

Αγώνας δρόμου

Προσπαθώντας να αποφύγει την μετατροπή του σκανδάλου σε παγκόσμια κρίση, η εταιρεία έστειλε στο Σίδνεϊ ορισμένα από τα κορυφαία της στελέχη παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας γενικής συμβούλου Ντιάνα Βάις και την παγκόσμια επικεφαλής του φορολογικού τμήματος, Κάρολ Στάμπινγκς. Μάλιστα, σύμφωνα με τους FT που επικαλούνται πηγή με γνώση των εξελίξεων, η εταιρεία ετοιμάζεται να έρθει σε επαφή με επηρεαζόμενους πελάτες, δεδομένης της πιθανότητας τα ονόματά τους να δοθούν στη δημοσιότητα μέσα στις επόμενες εβδομάδες.

Παρά τις κινήσεις αυτές, ο κίνδυνος για τη φήμη της εταιρείας παραμένει υπαρκτός. Η πιθανή «δευτερογενής επίδραση» στη φήμη της PwC διεθνώς είναι «ελαφρώς τρομακτική» για την εταιρεία, δήλωσε η πηγή των FT, με την PwC να έχει θέσει την έννοια της «εμπιστοσύνης» στο επίκεντρο της εικόνας της από το 2021, όταν έκανε rebranding.

Η Ντέμπορα ο Νέιλ, η γερουσιαστής της Αυστραλίας που προκάλεσε τη δημοσίευση των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, δήλωσε στους Financial Times ότι τα εσωτερικά μηνύματα της PwC αποτελούν ένδειξη μιας «ηθικής και δεοντολογικής αποτυχίας».

«Δεν πρόκειται για δύο “σάπια μήλα”. Πρόκειται για ένα ευρέως διαδεδομένο πολιτισμικό πρόβλημα και έχει φτάσει πολύ πέρα από την Αυστραλία», είπε. «Είναι σαφές ότι πρόκειται για ένα ζήτημα με παγκόσμιες επιπτώσεις».

Η γερουσιαστής των Εργατικών δήλωσε ότι θα συνεχίσει να πιέζει για τη δημοσιοποίηση του καταλόγου των πελατών και των συνεργατών της PwC που συμμετείχαν στην ανταλλαγή των εμπιστευτικών πληροφοριών.

Παραιτήσεις

Στα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που δημοσιεύτηκαν την προηγούμενη εβδομάδα δεν αποκαλυπτόταν η ταυτότητα των πελατών, ούτε τα ονόματα του προσωπικού και των εταίρων της PwC που έστελναν και λάμβαναν πληροφορίες – στα οποία περιλαμβάνονται στελέχη από τις θυγατρικές της εταιρείες σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία.

Τα δημοσιευμένα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα οποία εστάλησαν μεταξύ 2014 και 2017, περιγράφουν λεπτομερώς επιχειρήσεις εκατομμυρίων δολαρίων που κερδήθηκαν με στόχο τον τεχνολογικό τομέα των ΗΠΑ και περιλαμβάνουν αναφορές σε εταιρείες που εδρεύουν στο Σαν Φρανσίσκο.

Ο Τομ Σέιμουρ, διευθύνων σύμβουλος της PwC στην Αυστραλία, παραιτήθηκε τη Δευτέρα, υποστηρίζοντας πάντως πως δεν γνώριζε ότι οι φορολογικές συμβουλές που είχε προσαρμόσει η PwC βασίζονταν σε εμπιστευτικές κυβερνητικές πληροφορίες που παρείχε ένας από τους συμβούλους της.

Τον Ιανουάριο, ο Πίτερ-Τζον Κόλινς, το πρόσωπο που μοιράστηκε τις εμπιστευτικές πληροφορίες, απαγορεύτηκε να ασκεί το επάγγελμα του φορολογικού πράκτορα για δύο χρόνια.

Από την πλευρά της, η PwC Global ανέφερε: «Η ηγεσία της PwC έχει λάβει άμεσα μέτρα ως απάντηση στις αποκαλύψεις των ηλεκτρονικών μηνυμάτων στην Αυστραλία – με νέα ηγεσία, με την έναρξη ανεξάρτητης εποπτείας της επανεξέτασης των γεγονότων και με την επαναβεβαίωση ότι η μη εξουσιοδοτημένη κοινοποίηση ή/και χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών είναι απαράδεκτη και αντιβαίνει στην κουλτούρα, τις αξίες και τα επαγγελματικά μας πρότυπα. Θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε όλα τα κατάλληλα μέτρα για την ενδελεχή και αποτελεσματική αντιμετώπιση του [προβλήματος]».