Η πίεση που ασκούν στη Χαριλάου Τρικούπη τα διλλήματα διακυβέρνησης όπως τα θέτουν η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούσαν πάντα τον μεγάλο πονοκέφαλο του Νίκου Ανδρουλάκη και των στενών του συνεργατών, στην πορεία προς τις κάλπες. Η διατύπωση μιας θέσης που θα κάλυπτε όλες τις φυλές του ΠαΣοΚ ήταν και παραμένει μια δύσκολη εξίσωση. Η βάση του κόμματος παραμένει διχασμένη και ένα κρίσιμο τμήμα της δεν θέλει η χώρα να μπει σε περιπέτειες ακυβερνησίας.
Η θέση «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» φάνηκε να καλύπτει τους πάντες. Έμενε να συμπληρωθεί με μια ακόμη θέση, η οποία εκτιμήθηκε ότι μπορούσε να μεταφέρει την πίεση στο γήπεδο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο κ. Ανδρουλάκης έκανε λόγο για κυβέρνηση προγραμματικής συμφωνίας από την πρώτη Κυριακή. Το σενάριο μιας κυβέρνησης του πρώτου και του τρίτου κόμματος είναι υπαρκτό μαθηματικά.
Η προσφυγή σε δεύτερες κάλπες θα ήταν, λοιπόν, παρά τους όρους που θέτει το ΠαΣοΚ, επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ήταν η εποχή που οι δημοσκοπήσεις έδειχναν να αυξάνεται το ποσοστό των πολιτών που τάσσονταν υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας. Ήταν, επίσης, η εποχή που το Μέγαρο Μαξίμου μετέδιδε πως ο Κ. Μητσοτάκης θα παρέδιδε αμέσως τη διερευνητική εντολή που θα ελάμβανε από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά τις πρώτες κάλπες, έτσι ώστε να γίνουν γρηγορότερα οι δεύτερες.
Πως ο Μητσοτάκης «πιέζει» τους ψηφοφόρους του κέντρου
Το σκηνικό στα τελευταία εκατό μέτρα της εκλογικής κούρσας έχει αλλάξει. Το κυβερνών κόμμα έχει καταφέρει να μαζέψει τις απώλειες που είχε μετά την τραγωδία των Τεμπών και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τροποποιήσει την στρατηγική της πρώτης κάλπης. ¨Όπως αναφέρουν επιτελικά στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη, στο Μέγαρο Μαξίμου «διάβασαν» την ενόχληση που υπήρχε στην κοινή γνώμη για τη στάση του Πρωθυπουργού και την άλλαξαν.
«Ο Μητσοτάκης παραμένει σταθερά προσηλωμένος στον στόχο της αυτοδυναμίας. Τη ρητορική του άλλαξε» σημειώνουν. Ωστόσο, αυτή η αλλαγή ρητορικής δημιουργεί νέα δεδομένα καθώς όπως λέγεται «έχει ως σκοπό να ασκήσει πίεση σε ένα κρίσιμο τμήμα ψηφοφόρων του κέντρου που το 2019 είχαν ψηφίσει ΝΔ αλλά τώρα το ξανασκέφτονται.» Ο κ. Μητσοτάκης επιδιώκει να περάσει το μήνυμα ότι η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι μονόδρομος. Ακόμα και αν ήθελε να επιδιώξει συνεργασίες, ο βασικός υποψήφιος εταίρος, ο Ν. Ανδρουλάκης «είναι ασταθής, απρόθυμος και πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ».
Στις τελευταίες του δημόσιες εμφανίσεις ο Πρωθυπουργός δηλώνει ότι «θα πάρει τη διερευνητική εντολή» ότι θα «πράξει ανάλογα με το εκλογικό αποτέλεσμα» και μετά, όπως σημειώνουν στη Χαριλάου Τρικούπη περνά στο παρασύνθημα. Την αδυναμία συνεννόησης με τον Ν. Ανδρουλάκη. «O κ. Ανδρουλάκης έχει πει ότι δεν θέλει εμένα για πρωθυπουργό. Δεν δέχθηκε να με συναντήσει από τότε που βγήκε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Είχα ζητήσει να τον συναντήσω. Δεν δέχθηκε», επαναλαμβάνει συνεχώς. Βεβαίως το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό. Υπάρχουν και αξεπέραστες πολιτικές διαφορές.
«Ο κ. Ανδρουλάκης από όταν εξελέγη πρόεδρος επέλεξε να τοποθετήσει το ΠΑΣΟΚ πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ από ό,τι στη ΝΔ, δεν το έκανε μετά τις υποκλοπές» υπογραμμίζει. Το μήνυμα που θέλει να στείλει ο κ. Μητσοτάκης στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους του κέντρου είναι σαφές. «Ο μόνος δρόμος για τη σταθερότητα της χώρας είναι η αυτοδυναμία της ΝΔ. Σε αντίθεση περίπτωση, υπάρχει ο κίνδυνος της ακυβερνησίας. Προσδοκούν οι επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου ότι με την τακτική αυτή θα προβληματίσουν τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του κέντρου που δείχνουν να αμφιταλαντεύονται ανάμεσα σε ΝΔ και ΠαΣοΚ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Μητσοτάκης αναφέρεται συνεχώς «στο ΠαΣοΚ του Νίκου Ανδρουλάκη». Το αντιπαραβάλει με το ΠΑΣΟΚ που δεν έχει πειστεί από τον πρόεδρο του κόμματος και ενδεχομένως αναζητεί κάποια εναλλακτική λύση.
Πώς απαντά στην πίεση ο Ν. Ανδρουλάκης
Το επιτελείο του Ν. Ανδρουλάκη αποτελείται από πρόσωπα που δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν, όπως θα έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου, αιθεροβάμονες. Η απάντηση του κ. Ανδρουλάκη είναι το δικό του μήνυμα στους ψηφοφόρους του κέντρου που το 2019 επέλεξαν να ψηφίσουν τον κ. Μητσοτάκη. «Μόνο το ΠαΣοΚ μπορεί να διασφαλίσει στους πολίτες τη σταθερότητα που έχουν ανάγκη και ταυτόχρονα την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η χώρα» επεσήμανε στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» και υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχει κίνδυνος ακυβερνησίας αλλά κίνδυνος ακινησίας, θεσμικής και κοινωνικής παρακμής» στην περίπτωση που υπάρχει νέα αυτοδυναμία του κ. Μητσοτάκη.
Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ θύμισε και θα επιμείνει ότι «το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίστηκε ως ο φιλελεύθερος «ιππότης με το λευκό άλογο» απέναντι στη θεσμική κατάπτωση της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πολλοί τον εμπιστεύτηκαν» στη συνέχεια όμως άλλα έδειξαν τα έργα και οι ημέρες του. ¨Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται «το επιτελικό κράτος που υποσχέθηκε αποδείχθηκε ένα επιτελικό παρακράτος που παρακολουθούσε αντιπάλους και φίλους» και η κυβέρνηση Μητσοτάκη «Επιτέθηκε σκαιότατα στις ανεξάρτητες αρχές, έσπασε το προηγούμενο ρεκόρ του ΣΥΡΙΖΑ σε μετακλητούς υπαλλήλους, οι διοικήσεις των δημόσιων οργανισμών και νοσοκομείων καλύφθηκαν με κομματικά κριτήρια από αποτυχημένους πολιτευτές, τα φαινόμενα διαφθοράς επεκτάθηκαν, δισεκατομμύρια ευρώ δημόσιου χρήματος δόθηκαν μέσω απευθείας αναθέσεων, ακόμα και σε βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, όπως στην περίπτωση των κ.κ. Πάτση και Χειμάρα».
Όλο αυτό το παιχνίδι με στόχο τους κεντρώους ψηφοφόρους που έδωσαν το 2019 αέρα αυτοδυναμίας στον Κυριάκο Μητσοτάκη έχει ιδιαίτερη σημασία. Το πώς θα συμπεριφερθούν αυτοί οι ψηφοφόροι, θα κρίνει και το πόσο κοντά στην αυτοδυναμία θα είναι ποσοστό της ΝΔ αλλά και το αν το ΠαΣοΚ καταφέρει να λάβει το ισχυρό διψήφιο ποσοστό που επιθυμεί η ηγεσία και η βάση του. Για το ΠαΣοΚ είναι μεγάλης σημασίας και για ένα ακόμα λόγο. Η κύρια μάζα των αμφιταλαντευόμενων μεταξύ ΝΔ και ΠαΣοΚ εντοπίζεται στο Λεκανοπέδιο, την «μαύρη εκλογική τρύπα» της Χαριλάου Τρικούπη. Και ο κόσμος αυτός θα πρέπει να πειστεί ότι η ψήφος στο ΠαΣοΚ, δεν οδηγεί σε περιπέτειες ακυβερνησίας και πολύ περισσότερο ότι δεν ανοίγει το δρόμο για «προοδευτική διακυβέρνηση» ή «κυβέρνηση ανοχής».
Αυτός ο κόσμος θέλει να κυβερνηθεί η χώρα χωρίς ταλαντεύσεις και απρόοπτα» αναφέρουν χαρακτηριστικά, ερμηνεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την αδυναμία του ΠαΣοΚ να ανακάμψει δημοσκοπικά στο Λεκανοπέδιο όπου εντοπίζεται η κύρια μάζα των «ακροκεντρώων».