Ήταν 3 Μαΐου του 2011, όταν έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος Θανάσης Βέγγος, ο εμβληματικός ηθοποιός που άφησε βαθιά τη σφραγίδα του στον ελληνικό κινηματογράφο και το θέατρο.

Γεννήθηκε το 1927 και το 1949 εξαναγκάστηκε σε θητεία στο Τάγμα Ανεπιθυμήτων στη Μακρόνησο. Εκεί είχε την κομβικότερη ίσως συνάντηση για τη μετέπειτα πορεία της ζωής του. Γνωρίζει τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο, τον άνθρωπο που θα τον βάλει στον κόσμο της υποκριτικής.

Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Ως3 ο Βέγγος δήλωσε:

«Θυμάμαι, όταν ήμουν στη Μακρόνησο το ’49, στις παραστάσεις που οργάνωνε ο Νίκος Κούνδουρος, στο θεατράκι που είχαμε στο Δεύτερο Τάγμα. Με έβαζε και έπαιρνα το μικρόφωνο κι έλεγα ό,τι μου κατέβαινε στο μυαλό.

»Έκανα μιμήσεις, παρωδούσα διαφημίσεις για γυναικείες κρέμες, οτιδήποτε. Γελούσαν οι πάντες. Από πού κι ως πού εγώ αστείος, αναρωτιόμουνα μέσα μου…Εκεί πρωτοείδα θέατρο.

»Είδα τον Κατράκη και τους άλλους μεγάλους να παίζουν. Ο Κούνδουρος με είχε σταμπάρει και πίστευε ότι θα μπορούσα να παίξω και με έβαλε κι έκανα διάφορα, σαν κλόουν περισσότερο».

Το 1954, ο Θανάσης Βέγγος πραγματοποιεί το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο, συμμετέχοντας στην ταινία του Νίκου Κούνδουρου «Μαγική Πόλις»

Συμμετείχε και πρωταγωνίστησε σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες, δημιουργώντας σπάνιας αυθεντικότητας και αρτιότητας ρόλους – χαρακτήρες.

Υπήρξε ένας από τους πιο δημοφιλείς ηθοποιούς στην Ελλάδα του 20ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά δεν έχασε ποτέ την αυθεντικότητά του και το στοιχείο που ο ίδιος περιέγραφε ως καλώς εννοούμενο «ερασιτεχνισμό», ενώ ταυτόχρονα δεν δίστασε να αφήσει τη σιγουριά των εμπορικών κωμωδιών και για άλλου είδους ταινίες ευρύτερων και βαθυτέρων συμβολισμών και νοημάτων.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 1.9.1954, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Η βράβευση

Μια τέτοια ταινία ήταν και η «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» του Ντίνου Κατσουρίδη, η οποία και του «χάρισε» το βραβείο καλύτερης ερμηνείας, του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1971.

Γράφει ο Γιώργος Κοντογιάννης στο «ΒΗΜΑ» της 17ης Οκτωβρίου 1971.

«Ο Βέγγος έφτασε φέτος να πάρη το πρώτο βραβείο ανδρικής ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για τον ρόλο του στην ταινία του Ν. Κατσουρίδη “Τι έκανες στο πόλεμο Θανάση”,  η οποία απέσπασε ακόμα το βραβείο καλλιτεχνικής ταινίας και σεναρίου.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28.9.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

»Ο Βέγγος είναι μια ισχυρή αλλά και ιδιότυπη προσωπικότητα. Προτού γίνη ηθοποιός ήταν τσαντάς.

»Όταν ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο, τήρησε μια ωρισμένη γραμμή, την οποία ο ίδιος λέει “ερασιτεχνισμό” αλλά που τελικά δεν είναι παρά ευθύνη και εντιμότητα απέναντι στη δουλειά του.

»Η περίπτωσή του έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί τοποθετείται μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο της εγχώριας κινηματογραφικής βιομηχανίας, η οποία δεν αφήνει περιθώριο μήτε για ερασιτεχνισμούς, μήτε και για “ποιότητες”».

Η πηγή της δημοτικότητας

Ο Γιώργος Κοντογιάννης ζητά από τον Θανάση Βέγγο, ενώπιον του σκηνοθέτη της ταινίας «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» Ντίνο Κατσουρίδη και άλλους συνεργάτες του, να εξηγήσει τη δημοτικότητά του.

«Τι είναι εκείνο που κάνει τον κόσμο να γελάη με τις ταινίες σου, Θανάση;

Τίποτα. Τίποτα, μα τίποτα σου λεώ. Δεν κάνω τίποτα. Παίζω στις ταινίες όπως είμαι στη ζωή μου. Μεταφέρω τον ανθρωπάκο στο πανί. Τίποτα παραπάνω.

(…)

Γιατί γελάει ο κόσμος;

Νομίζω πώς είναι και κάτι άλλο Θάναση. Η συνέπειά σου απέναντι στη δουλειά κι απέναντι στο κοινό.

Μα και στις κακές μου ταινίες υπάρχει απήχηση, γελάει ο κόσμος. Το ερώτημά μου, το δικό μου ερώτημα, λόγω τιμής σού λεώ τόχω σκεφτή τόσες φορές, είναι πού οφείλεται το πέρασμα μου στο μεγάλο κοινό. Πώς έχει ευτυχήσει έτσι αυτή η δουλειά μου πέρα για πέρα.

Και στο λέω πως μεταφέρω αυτόν τον ανθρώπινο τύπο στον κινηματογράφο. Αλλά εγώ στη ζωή μου, στις σχέσεις μου με τους άλλους άνθρωπους είμαι κατσούφης, δεν είμαι χαρούμενος, δεν είμαι εγκάρδιος άνθρωπος.

(…)

Στο σπίτι δεν σκάει το χείλι της γυναίκας μου, τα παιδιά μου δεν γελάνε εύκολα. Η παραμονή μου στο σπίτι είναι ταλαιπωρία για τους δικούς μου, δεν είναι πανηγύρι όπως για τους θεατές του κινηματογράφου.

Δηλαδή, δεν ξέρω και γω τι να σου απαντήσω. Για μένα αυτό είναι θέμα φάτσας, θέμα φάτσας.

(…)

[Τα παιδιά μου] με τις ταινίες ξελιγώνονται αλλά άμα πέσω από τη σκάλα στο σπίτι δεν γελάει κανείς. Και ξέρεις εκδηλώνομαι με τον ίδιο τρόπο, τσαντίζομαι, φωνάζω “αντίχριστε”…

(…)

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17.10.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Στη φάτσα αυτή που βλέπεις, υπάρχει η φάτσα 7 εκατομμυρίων Ελλήνων από τα 8. Του απλοϊκού, του εργάτη, του μικροαστού.

Εσύ που το αποδίδεις αυτό ρε Ντίνο; Επειδή ασχολούμαι με θέματα δικά τους; Κάνω τον αδελφό που έχει να παντρέψη πέντε αδελφές; Το παιδί που τρώει φάπες από τ’ αφεντικό του; Δεν είναι τα θέματα, η φάτσα είναι.

Κύτταξε να δης, ας το πάρουμε αλλοιώς. Πάμε σ’ ένα χωριό έξω μακρυά, στα σύνορα, 800 χιλιόμετρα. Δεν ξέρουνε ούτε σένα, ούτε τον Ναπολέοντα (σ.σ. Ναπολέων Ελευθερίου, συνεργάτης του Βέγγου), ούτε τον Κοτσουρίδη, ούτε τον Ερρίκο (σ.σ. Ερρίκος Θαλασσινός, συνεργάτης του Βέγγου), ούτε και μένα.

Όταν κάτσουμε κάτω σε μια ταβέρνα, είμαι σίγουρος, πώς το λένε, ότι θα γουστάρουν εμένα περισσότερο. Από τους πέντε σας θα γουστάρουν εμένα περισσότερο χωρίς να το ξέρουν ότι είμαι ο Βέγγος, από μένα θα πάρη παραγγελία το γκαρσόνι.

Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση και συμπληρώνοντας τον Θανάση Βέγγο, ο σκηνοθέτης Ντίνος Κατσορίδης απαντά και δεν αφήνει περιθώριο διαφορετικής ερμηνείας.

«Στο πρόσωπο του Θανάση υλοποιούνται ωρισμένα πράγματα. Ένας απλός άνθρωπος, προχθές, έξω από το “Γαλαξία” φώναξε μόνο του “Μπράβο Θανάση, νικήσαμε”. Eγώ είμαι περισσότερο υπεύθυνος για την ταινία, αλλά το πρόσωπο του Βέγγου γίνεται το σύμβολο μιας νίκης λαϊκής, μιας νίκης εναντίον των δυνάμεων της προχειρότητας, της τσαπατσουλιάς του εμπορίου».