Το φως της δημοσιότητας είδε η υπόθεση βιασμού και εκπόρνευσης μιας 15χρονης κοπέλας στην Κρήτη από τον ίδιο τον πατέρα της. Το θύμα αποφάσισε να σπάσει την σιωπή του, αφού πια ενηλικιώθηκε καθώς δεν άντεχε άλλο αυτή τη νοσηρή κατάσταση. Ο 49χρονος πατέρας ήταν ο πρώτος που τη βίασε ένα βράδυ στο αυτοκίνητο και απείλησε ότι θα την σκοτώσει αν αποκάλυπτε το μυστικό τους, υποσχόμενος ότι δεν θα την πείραζε ξανά.

Τρεις μήνες όμως αργότερα τη βίασε ξανά και αυτό πια γινόταν σε τακτική βάση, με βία και με ξύλο. Λίγους μήνες μετά άρχισε να την «πλασάρει» σε διάφορους Ηρακλειώτες έναντι αμοιβής. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις την ανάγκαζε να πίνει αλκοόλ και να παίρνει χασίς για να μην αντιδρά. Η κατάθεση με «τα ονόματα και τις διευθύνσεις» που είχε δώσει στην Αστυνομία, παρουσία ψυχολόγου, η 21χρονη σήμερα κοπέλα, στέλνει στο εδώλιο τον πατέρα της αλλά και πέντε Ηρακλειώτες, μεταξύ αυτών ένας ηλικιωμένος επιχειρηματίας, ένας έμπορος και ένας συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος.

Σύμφωνα με το cretalive.gr η δίκη με τους έξι συνολικά κατηγορούμενους έχει προσδιοριστεί στα μέσα Ιουνίου στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου στην Κρήτη, για τις κατηγορίες της γενετήσιας πράξης μεταξύ συγγενών κατ’ εξακολούθηση, της εμπορίας ανθρώπων κατ’ εξακολούθηση και της γενετήσιας πράξης με ανήλικο έναντι αμοιβής κατ’ εξακολούθηση.

«Παζάρι» επί πληρωμή

Το παζάρι φέρεται να ξεκίνησε με πρώτο πελάτη έναν ηλικιωμένο επιχειρηματία, με το ίδιο το κορίτσι στην κατάθεση του να αναφέρεται σε έναν «παππού». Η κοπέλα υποστηρίζει ότι ο πατέρας την υποχρέωνε να συναντά τον «παππού» σε καθημερινή βάση σε δύο διαμερίσματα ιδιοκτησίας του, στο Ηράκλειο, ενώ εξαναγκαζόταν να πίνει αλκοόλ και να κάνει χρήση χασίς ώστε να κάμπτεται η αντίδραση της. Μάλιστα ο άνδρας της είχε δώσει 500 ευρώ.

Στην κατάθεση της η καταγγέλλουσα είχε αναφερθεί εκτενώς και στα άσχημα παιδικά χρόνια που είχε ζήσει, εκφράζοντας μίσος και αποστροφή για τον πατέρα της. Ανέφερε ότι την χτυπούσε, έσβηνε τσιγάρα στο λαιμό της, έβαζε εκείνη, τον αδερφό της και τη μητέρα της τιμωρία στα γόνατα για ώρες ή τους υποχρέωνε να κουβαλούν στις πλάτες τους κούτες με τσιμέντο, απαγορεύοντας τους να τις αφήσουν κάτω. Όταν πάλι πεινούσαν, έβαζε την οικογένεια του μέσα σε σούπερ-μάρκετ, τους έβαζε να μυρίζουν τα φαγητά και τα γλυκά και τους άφηνε στο τέλος νηστικούς.