«Είναι ένα ελαφρολαϊκό βιβλίο για όσα με σταμάτησαν λίγο να σκεφτώ φιλοσοφικά. Μια φιλοσοφία προσπέκτους και ντεκαφεϊνέ». Μερικά από τα λόγια με τα οποία ο Ντίνος Ηλιόπουλος, το 1999, δύο χρόνια πριν από τον θάνατό του, σύστηνε το βιβλίο του «Ενας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος».
Θα ήταν ενδιαφέρον να μαθαίναμε πως αυτός ο εκπληκτικός showman θα αντιμετώπιζε το βιβλίο του για αυτόν «Ντίνος Ηλιόπουλος», το οποίο προσφέρει το ΒΗΜΑ αυτό το Σάββατο στους αναγνώστες του, ένα ακόμα στην σειρά «Μεγάλοι Έλληνες Κωμικοί» του Μάκη Δελαπόρτα.
Όλα δείχνουν ότι θα του άρεσε πολύ, όχι μόνο χάρη στο πλούσιο πληροφοριακό υλικό και τις σπάνιες φωτογραφίες που το στολίζουν αλλά κυρίως για την ολοφάνερη αγάπη του γράφοντος προς το πρόσωπό του.
Οι φράσεις για το δικό του βιβλίο εξάλλου, δηλώνουν χιούμορ και καλλιέργεια, τα δυο ίσως μεγάλα χαρακτηριστικά του Ντίνου Ηλιόπουλου, μαζί με το χορευτικό και υποκριτικό ταλέντο του.
Η ελαστικότητα του σώματός του σου έδινε την εντύπωση ότι δεν περπατούσε αλλά πετούσε, οι ατάκες που «πετούσε» με αυτή την χαρακτηριστική του άνεση, πετύχαιναν διάνα την καρδιά όσων τις άκουγαν.
Ο Ηλιόπουλος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1915 και οι εμπορική δραστηριότητα του εμπόρου πατέρα του οδήγησε την οικογένειά του στη Νότιο Γαλλία, όπου ο Ηλιόπουλος τελείωσε το Λύκειο (στη Μασσαλία) με πρώτη γλώσσα τα Γαλλικά.
Εμπορικές σπουδές στην Αθήνα, εξοικείωση με την ελληνική γλώσσα, στρατός, αναζήτηση εργασίας. Ο πατέρας του πεθαίνει, όλοι πρέπει να δουλέψουν.
Ο Ηλιόπουλος βρήκε δουλειά στα «Καλλυντικά των αδελφών Μαγγριώτη», αργότερα αλλού, «αλλάζω δουλειές σαν τα ξυραφάκια μου» όπως το θέτει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του.
Μόνο που οι εισαγωγικές της σχολής του Εθνικού Θεάτρου, το 1939, δεν ήταν απλό ξυραφάκι αλλά «η τελευταία ζιλέτ του Λουδοβίκου του 16ου…» ο οποίος όπως λέγεται είπε όταν ξύπνησε την ημέρα του αποκεφαλισμού του, «σήμερα η μέρα δεν αρχίζει καθόλου καλά…»
Χαστούκι η πρώτη δοκιμασία αλλά ο Ντίνος Ηλιόπουλος επέμεινε. Μπήκε στην σχολή, μπήκε και στον χορό του επαγγέλματος. Αιμίλιος Βεάκης, κυρία Κατερίνα, ένας μικρός ρόλος δίπλα στην Μελίνα Μερκούρη στο «Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα».
Όπως οι περισσότεροι έλληνες ηθοποιοί του κινηματογράφου, έτσι και ο Ηλιόπουλος έζησε την χρυσή εποχή του: την δεκαετία του 1960, ασφαλώς, όπου έπαιξε αποκλειστικά σε κωμωδίες οι οποίες εξακολουθούν να αγαπιούνται χάρη στις ασταμάτητες τηλεοπτικές μεταδόσεις τους (π.χ. την Κυριακή 7 Μαΐου είναι προγραμματισμένες δυο του σε κανάλι της ιδιωτικής τηλεόρασης, οι «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» και «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες»).
Στο «Κοροϊδάκι της δεσποινίδας» του Γιάννη Δαλιανίδη ο Ηλιόπουλος έπλασε τον αξέχαστο ήρωα του τίτλου, ο οποίος αν και περίγελος της αυλής, καταφέρνει τελικά να κερδίσει την καρδιά της Τζένης Καρέζη.
Ο τύπος του συνεσταλμενου φοβητσιάρη, που χάνει τα λόγια αλλά ποτέ το πείσμα του έμελλε να ακολουθήσει από κοντά τον κινηματογραφικό Ηλιόπουλο σε ταινίες όπως οι «Κάτι να καίει», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Ο ατσίδας» και οι «Κυρίες της αυλής», όπου ο Ηλιόπουλος υποδύεται απολαυστικά έναν «πολυτεχνίτη» καλλιτέχνη.
Οι κινηματογραφικές κωμωδίες του Ντίνου Ηλιόπουλου είναι πολλές αλλά η κυρίαρχη εικόνα του στο σινεμά είναι εκείνη του Θωμά, του φοβισμένου υπαλλήλου που εκλαμβάνεται ως θρυλικός αρχηγός του υποκόσμου στον «Δράκο» του Νίκου Κούνδουρου. Μια πέρα για πέρα δραματική ταινία η οποία ανήκει στο πάνθεον των καλύτερων που έχουν γυριστεί στην Ελλάδα.
Περιέργως, ο ίδιος ο Κούνδουρος δήλωνε συχνά ότι η ταινία δεν άρεσε στον Ηλιόπουλο. Ισως επειδή πήγαινε κόντρα στον σίγουρα πιο ευχάριστο τύπο που ο ίδιος είχε επιβάλλει με την παρουσία του στο θέατρο και στον κινηματογράφο.
Δεν έχουν όμως τελικά σημασία όλα αυτά. Σημασία έχει ότι οι ταινίες του υπάρχουν για να τις βλέπουμε ξανά και ξανά, για να τις «ξαναδιαβάζουμε» και να θυμόμαστε πάντα ότι ταλέντα σαν του Ηλιόπουλου είναι που μπορούν να φωτίσουν την ζωή μας ,να μας βγάζουν από τις άχαρες στιγμές μας…