Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις στη δίκη για τη δολοφονία του Αλκη Καμπανού. Ο δεύτερος από τους 12 κατηγορούμενους κατά τη διάρκεια της απολογίας του ομολόγησε ότι μαχαίρωσε το θύμα στο δεξί πόδι, με αποτέλεσμα να βρει τη μηριαία αρτηρία.
Πρόκειται για τον συνοδηγό του πρώτου οχήματος που έφθασε στο σημείο όπου συνέβη η δολοφονία του νεαρού Αλκη.
«Θέλω να πω ότι εγώ είμαι αυτός που χτύπησα τον Άλκη στο πόδι. Δεν το θυμάμαι καλά απλά παρακολουθώντας αυτό το δικαστήριο τις τελευταίες τρεις εβδομάδες το συνειδητοποίησα ακούγοντας όλους τους ιατροδικαστές και όλη τη διαδικασία. Πρέπει οι γονείς να ξέρουν την αλήθεια» είπε. Από τους υπόλοιπους 11 κατηγορούμενους κάποιοι ζήτησαν συγγνώμη και άλλοι αρνήθηκαν τις πράξεις που τους αποδίδονται, διευκρινίζοντας ότι δεν χτύπησαν τον άτυχο Άλκη Καμπανό.
«Όλο αυτόν τον καιρό δεν ξέρω πώς το έχω αντιμετωπίσει. Ήθελα να πω ότι ο χρόνος δυστυχώς δεν γυρίζει πίσω, μακάρι να ήμουν εγώ στη θέση του Άλκη, να είχα πάρει εγώ αυτή τη θέση και να μην ήταν αυτό το παιδί εκεί που βρίσκεται σήμερα» ανέφερε στην συνέχεια της απολογίας του.
«Έχω» συνέχισε, «τις αμφιβολίες μου ακόμα αν το έκανα, αλλά σε συζήτηση με τους δικηγόρους και τους ιατροδικαστες μου εξήγησαν τις δικές τους εκδοχές. Είμαι σίγουρος και πεπεισμένος όμως ότι έγινε από εμένα. Το κατάλαβα από τη φωτογραφία, από το πώς ήταν το τραύμα. Είμαι σίγουρος».
Ψάχναμε οπαδούς του Άρη
Στις απολογίες προκύπτει ότι η θανάσιμη επίθεση είχε ως εξής: «Υπήρχε η συζήτηση ότι κάτι έγινε στο Ωραιόκαστρο και ότι κάποιοι κυνήγησαν κάποιους δικούς μας. Συζητήσαμε να πάμε προς τη Χαριλάου να κάνουμε οπαδικό επεισόδιο. Να κυνηγήσουμε, να χτυπήσουμε κάποιον, αλλά όχι να γίνει αυτό που έγινε. Έτσι μας ήρθε εκείνη τη στιγμή. Ήταν απόφαση όλων» είπε ο και προσέθεσε: Πηγαίναμε αργά, ψάχνοντας παρέες οπαδών του Άρη» Ερωτηθείς για το τι όπλα είχαν μαζί τους, ο 24χρονος απάντησε πως «καθένας πήρε μαζί του ό,τι ήθελε» κι ότι ο ίδιος ήταν άοπλος.
Πώς έγινε η επίθεση
«Περνώντας από κατάστημα take-away καφέ, είδαμε δυστυχώς την παρέα του Άλκη. Σταμάτησα, άναψα αλάρμ, σταμάτησε και το όχημα που ήταν από πίσω, το τρίτο έστριψε. Κατέβηκαν τρία άτομα από το αμάξι μου και πήγανε προς το σημείο. Εγώ δεν κατέβηκα, περίμενα να δω τι θα γίνει. Από το πίσω αμάξι δεν κατέβηκε κανένας. Μετά ήρθαν άλλοι τρεις από το τρίτο αυτοκίνητο» υποστηρίχθηκε στο ερώτημα πως ξεκίνησε η επίθεση.
«Έγινε μία συνομιλία, ρωτήθηκαν (τα θύματα) τι ομάδα είστε και απάντησαν: «Αρειανάρα ρε…». Ξεκίνησε η μανούρα. Έβλεπα κλωτσιές και μπουνιές. Ένα άτομο από την παρέα του Άλκη έτρεξε προς την Πλαστήρα, τον κυνήγησε ο 4ος κατηγορούμενος. Πήγα να βγω από το αυτοκίνητο, αλλά γύρισα και μπήκα μέσα διότι δεν είχα βάλει χειρόφρενο. Τη δεύτερη φορά που πήγα να βγω, είδα να περνάει ένας φίλος του Άλκη. Έφτασα μέχρι τη μέση του δρόμου αλλά έφυγα προς τα κάτω» ανέφερε.
Τη στιγμή εκείνη, όπως απολογήθηκε, είδε κάποια άτομα να ανεβαίνουν από την οδό Παπαναστασίου και σε συνδυασμό με το όλο σκηνικό που διαμορφώθηκε («άκουγα φωνές, βρισιές, βογγητά) «κοκάλωσε». «Φώναξα πάμε-πάμε, να φύγουμε».