Καθώς όλο και νεότερες πληροφορίες έρχονται στο φως της δημοσιότητας σχετικά με τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση που βαραίνουν τον Αλέξη Γεωργούλη, το σκάνδαλο με τον ηθοποιό – ευρωβουλευτή παίρνει πλέον τη μορφή χιονοστιβάδας που απειλεί να παρασύρει τη φήμη του και την καριέρα του.
Μπορεί ο ίδιος να αρνείται τα πάντα και να ισχυρίζεται ότι οι καταγγελίες εις βάρος του είναι «ψευδείς και συκοφαντικές», ωστόσο οι βελγικές αρχές που ερευνούν την υπόθεση έχουν υποβάλλει αίτημα άρσης της ασυλίας του, ενώ δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει αν οι καταγγελίες προέρχονται από μία ή περισσότερες γυναίκες. Σε κάθε περίπτωση η υπόθεση έχει πλέον πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης, ενώ ο κ Γεωργούλης έχει τεθεί εκτός ΣΥΡΙΖΑ.
Από το Πολυτεχνείο στην υποκριτική
Ο Α. Γεωργούλης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1974. Οσο φοιτούσε στο Γυμνάσιο αποφάσισε να γίνει αθλητής πάλης και γράφτηκε σε σχετική ομάδα. Ταυτόχρονα έκανε μαθήματα φωνητικής και από το 1988 έως το 1992 έκανε μαθήματα κλασσικής και μπλουζ κιθάρας στο Ωδείο Λάρισας.
Μετά το Λύκειο πέρασε στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης και ξεκίνησε τις σπουδές του ως πολιτικός μηχανικός. Ενάμισι χρόνο αργότερα πήρε μεταγραφή για το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο στην Αθήνα. Πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του αποφάσισε να ασχοληθεί με την υποκριτική και άφησε το Πολυτεχνείο για να παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή «Ιασμος», του Βασίλη Διαμαντόπουλου.
Τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα σαν ηθοποιός ήταν σε τηλεταινίες και μικρού μήκους ταινίες. Το 2001 πρωταγωνίστησε σε δύο ταινίες μεγάλου μήκους, το «Αύριο θα είναι αργά» της Λάγιας Γούργου και «Η Φούσκα» του Νίκου Περάκη. Επίσης έγινε γνωστός στο πλατύτερο κοινό μέσα από τη σειρά «Είσαι το ταίρι μου» που προβλήθηκε στο Mega.
Το 2003 συμμετείχε στην παράσταση «Το Σπίτι Φεύγει» σε σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή. Την ίδια περίοδο πρωταγωνίστησε στην σειρά της ΝΕΤ «Ονειρο ήταν», ενώ λίγο αργότερα είδε τη δημοφιλία του να αυξάνεται πρωταγωνιστώντας στη σειρά «Εραστής δυτικών προαστίων».
Η καριέρα του ως ηθοποιός θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν μέτρια χωρίς να θυμάται κάποιος συγκλονιστικές ερμηνείες του. Οι πιο σημαντικές εμφανίσεις του ήταν το 2009 στην ταινία «My life in ruins», με πρωταγωνίστρια τη Νία Βαρντάλος, τα γυρίσματα της οποίας έγιναν στην Ελλάδα και το 2016 η συμμετοχή του στην τηλεοπτική σειρά «Οικογένεια Ντάρελ».
Από την ηθοποιία στην πολιτική
Ο Α. Γεωργούλης εκλέχτηκε ευρωβουλευτής με το ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές του 2019, καταλαμβάνοντας την πέμπτη από τις έξι θέσεις του κόμματος. Η υποψηφιότητά του αντιμετωπίστηκε από τους έλληνες ψηφοφόρους ως ενδεικτική της ελαφρότητας με την οποία τα ελληνικά κόμματα αντιμετωπίζουν τις ευρωεκλογές, ενώ η εκλογική νίκη του ήρθε να επιβεβαιώσει την αίσθηση ότι ευρωβουλευτής θα μπορούσε να γίνει οποιοσδήποτε είναι αναγνωρίσιμος.
Η παρουσία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπόρεσε δυστυχώς να αλλάξει την εικόνα αυτή. Από την πρώτη στιγμή, από το πρώτο βίντεο που δημοσίευσε μετά την άφιξή του στις Βρυξέλες, όλοι κατάλαβαν ότι ο κ Γεωργούλης δεν θα ήταν παρά ακόμα ένας «τουρίστας» στην πολιτική, τον οποίο οι έλληνες φορολογούμενοι θα πλήρωναν αδρά.
«Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό όν, δεν πρέπει να εγκλωβίζεται στο εγώ του, πρέπει να έχει προσφορά στο εμείς», δήλωνε τότε. Δυστυχώς, παρά τις όποιες καλές του προθέσεις, η συμμετοχή του στο «εμείς» ήταν από ανύπαρκτη έως ελάχιστη.
Ακόμα και τις ελάχιστες φορές που προσπάθησε να παρέμβει το έκανε με τρόπο που προκάλεσε καταιγίδα από σκωπτικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Υπάρχει στο Youtube βίντεο με παρέμβασή του στο πλαίσιο εκδήλωσης για την εξόρυξη χρυσού, στο οποίο ο κ Γεωργούλης, ως μέλος της επιτροπής PETI, καταφέρνει να μιλάει για περισσότερο από 2 λεπτά χωρίς να καταλαβαίνει ουδείς τι ακριβώς λέει.
Όμως ούτε και στις υπόλοιπες πρωτοβουλίες του στο ευρωκοινοβούλιο κατάφερε να διακριθεί, ενώ παράλληλα εμφανιζόταν στην ελληνική τηλεόραση ως παρουσιαστής στο τηλεπαιχνίδι γνώσεων Joker.
Το σκάνδαλο με τις καταγγελίες εναντίον που έγινε γνωστό πριν λίγες ημέρες θα διερευνηθεί από τη δικαιοσύνη. Αυτό που έχει πολιτική σημασία είναι το κριτήριο με το οποίο τα κόμματα επιλέγουν τους υποψηφίους τους για την ευρωβουλή και αν τελικά είναι αρκετό το να είναι κανείς απλά και μόνο … αναγνωρίσιμος.