Αν και η εξαίρετη πρόσφατη αναδρομή του συναδέλφου Γιάννη Διαμαντή στον ηθοποιό Διονύση Παπαγιαννόπουλο μέσω των αρχείων του Βήματος είναι ίσως αρκετή, ένα ακόμα κείμενο για αυτόν τον σπουδαίο ηθοποιό και άνθρωπο (γιατί σε αυτή την περίπτωση ο πολυχρησιμοποιημένος χαρακτηρισμός «σπουδαίος» ταιριάζει πέρα για πέρα) δεν βλάπτει, αφορμής δοθείσης πάντα της έκδοσης «Διονύσης Παπαγιαννόπουλος» που προσφέρει το ΒΗΜΑ στους αναγνώστες του την Κυριακή που μας έρχεται • ένα ακόμα στην σειρά «Μεγάλοι Έλληνες Κωμικοί» του Μάκη Δελαπόρτα.
Η εικόνα που οι περισσότεροι έχουν στο μυαλό τους για τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, αναπόφευκτα μάλλον (και όπως συνέβη με πολλούς ηθοποιούς), περιορίζεται στην δεκαετία του 1960, ίσως και λίγο στην δεκαετία του 1970, καθώς οι ταινίες στις οποίες είχε παίξει σε εκείνη την περίοδο δεν παύουν να μεταδίδονται επί χρόνια κάθε εβδομάδα από την τηλεόραση.
Και πραγματικά τι απόλαυση να τον βλέπεις ξανά και ξανά και ξανά είτε ως Γκρούεζα, ο κομματικός παράγοντας – λαμόγιο στο «Υπάρχει και φιλότιμο», είτε ως Στέλιο, ο σύζυγος της Μαίρης Αρώνη στην «Τρελή τρελή οικογένεια», είτε ως «τρελαμένο» αστυνομικό στην προσωπική αδυναμία μου την «Βίλα των οργίων» («τι το κάναμε ‘δω; Αμέρικαν μπαρ;»). Μα και σε τόσες άλλες κλασικές, αξέχαστες, αθάνατες κωμωδίες εκείνης της περιόδου, της δεκαετίας του 1960. Την «Τζένη Τζένη», το «Χτυποκάρδια στο θρανίο», το «Εξω οι κλέφτες» και πόσες ακόμα.
Όμως ο άνθρωπος αυτός υπήρξε ένα τεράστιο κεφάλαιο του ελληνικού θεάματος γενικότερα, όχι μόνο του κινηματογράφου αλλά και του θεάτρου, όπως και της τηλεόρασης • και όλα τα υπηρέτησε πιστά, χωρίς διακρίσεις, με επαγγελματικό ήθος και απέραντη αξιοπρέπεια. Μέχρι τον θάνατό του, στις 13 Απριλίου 1984, λίγο μετά το κύκνειο άσμα του, το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Αμέτρητες οι θεατρικές παραστάσεις του με αφετηρία το 1938 με τον «Βασιλιά Λιρ» (στα 26 του καθώς γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 1912 στο Διακοφτό), ιστορική όμως και η τηλεοπτική σειρά «Λούνα Παρκ» που δεν σταμάτησε να καθηλώνει στο σπίτι του το ελληνικό κοινό από το 1974 ως το 1981.
Με τα διαρκώς γουρλωμένα, σαν αυγά μάτια του και τις δυο κατάμαυρες λωρίδες φρυδιών που πρόσθεταν πάντα μια «πινελιά» αυστηρότητας στο πρόσωπό του, ο Παπαγιαννόπουλος μπορούσε να σε παρασύρει κάνοντας με μια λέξη τα πάντα. Ακόμα και σήμερα ανατριχιάζω ενθυμούμενος πόσο πειστικός ήταν παίζοντας την ίδια ακριβώς περίοδο τον στοργικό, αγαθό πατέρα της Τζένης Καρέζη στην «Δεσποινίδα διευθυντή» και τον αδίστακτο ιδιοκτήτη του καμπαρέ που ταλαιπωρεί και κακομεταχειρίζεται την ηρωίδα που παίζει η ίδια ηθοποιός στην «Λόλα» (που γυρίστηκαν την ίδια χρονιά από τον ίδιο σκηνοθέτη, τον Ντίνο Δημόπουλο, και παίχτηκαν την ίδια χρονιά στις αίθουσες, το 1964).
Θα μου πείτε γιατί απορείς, η δουλειά του ηθοποιού είναι να υποδύεται ρόλους και όχι απαραιτήτως όμοιους μεταξύ τους (η τυποποίηση ανέκαθεν ήταν ο εφιάλτης κάθε καλλιτέχνη). Σύμφωνοι, όμως στην παραπάνω περίπτωση η διαφορά είναι τόσο μεγάλη και τόσο κραυγαλέα, που χαράσσεται μέσα σου για πάντα και σε ακολουθεί ως παράδειγμα του απίστευτου επαγγελματισμού από τον οποίο και οι δύο ηθοποιοί διακρίνονταν. Αυτός ο επαγγελματισμός οφείλει να είναι το καλύτερο μάθημα για κάθε νέο ηθοποιό και αυτό το βιβλίο που το ΒΗΜΑ προσφέρει, είναι ένα εξίσου χρησιμότατο εργαλείο που αξίζει μια θέση στην βιβλιοθήκη επαγγελματιών και μη του χώρου του θεάματος.