Έτοιμη να καταργήσει τους δρακόντειους δημοσιονομικούς κανόνες του παρελθόντος, οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί ότι προκάλεσαν «ασφυξία» στις οικονομίες μετά την οικονομική κρίση φαίνεται να είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg.
Αυτό θα συμβεί παρά την έκκληση της Γερμανίας να επανέλθουν τα αυστηρά όρια με στόχο την μείωση των δημοσίων δαπανών.
Σε αυτό το πλαίσιο, την Παρασκευή ο επίτροπος Βάλντις Ντομπρόβσκις στο περιθώριο των εαρινών συνεδριάσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον, δήλωνε στο Bloomberg: «Είναι σαφές ότι δεν επιστρέφουμε στον κανόνα του 1/20», που υποχρέωσε τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν σοβαρές προσαρμογές στα επίπεδα του δημόσιου χρέους τους.
Πρόσθεσε ότι η Κομισιόν είναι στην τελική φάση διαμόρφωσης κοινών ποσοτικών σημείων αναφοράς προκειμένου να διασφαλίσει την ισότιμη μεταχείριση των κρατών-μελών στο πλαίσιο του νέου συστήματος.
Εν τω μεταξύ, η Κομισιόν αναμένεται να προτείνει πιθανόν στα τέλη Απριλίου νομοθετικές προτάσεις για την μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Ο Ντομπρόβσκις εξήγησε ότι οι τροποποιήσεις θα δώσουν περισσότερα περιθώρια στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να καθορίσουν τη δημοσιονομική πορεία τους αλλά και χώρο για επενδύσεις προσανατολισμένες στην ανάπτυξη. Οι προτάσεις της Κομισιόν, είπε ακόμη, θα περιέχουν μια κοινή μεθοδολογία, που θα διασφαλίζει την ισότιμη μεταχείριση των κρατών-μελών με σαφήνεια αναφορικά με τη δημοσιονομική πορεία που θα εισηγείται για κάθε ένα εξ αυτών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παρά ταύτα, οι αντιρρήσεις από την πλευρά της Γερμανίας επιμένουν.
Το Βερολίνο είχε διατυπώσει ανησυχίες για το ενδεχόμενο να δώσει η Κομισιόν μέσω αδιαφανών διμερών συμφωνιών πολύ μεγάλο περιθώριο σε κάποιες κυβερνήσεις να ισοσκελίσουν τα δημοσιονομικά τους και άσκησε πιέσεις για περισσότερη διαφάνεια. Επιπλέον το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών υπό τον Κρίστιαν Λίντνερ του FDP ήθελε να μειώνουν τα κράτη-μέλη κατά 1% τον χρόνο το δημόσιο χρέος στις πιο ανησυχητικές περιπτώσεις και κατά 0,5% εφόσον είναι πιο συγκρατημένη η υπέρβαση του χρέους.
Η Κομισιόν επέκρινε κάποιες από τις γερμανικές προτάσεις, σύμφωνα με αξιωματούχο της γερμανικής κυβέρνησης . Μεταξύ τους ήταν και η πρόταση για τη λεγόμενη «κοινή διασφάλιση», δηλαδή την απαίτηση να μειώνουν τα υπερχρεωμένα κράτη-μέλη κατά ένα ορισμένο ποσό ετησίως τα επίπεδα του χρέους τους, πρόταση που δεν λαμβάνει υπόψη της την οικονομική κατάσταση αυτών των κρατών-μελών.
Το Βερολίνο θεωρεί ότι ο πήχης δεν έχει μπει πολύ ψηλά.
Παράλληλα και η Ολλανδία (μια χώρα που στα ζητήματα δημοσιονομικής πολιτικής κινείται στη γραμμή του Βερολίνου) τάσσεται υπέρ της πρότασης να αποφασίζει κάθε κράτος-μέλος πώς θα μειώνει το χρέος του και υπέρ του να δίνεται περισσότερος χώρος για επενδύσεις, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η πράσινη μετάβαση.
Από την άλλη πλευρά, το ΔΝΤ ζήτησε την Παρασκευή από τα κράτη-μέλη της ΕΕ να επιδιώξουν μια πιο φιλόδοξη δημοσιονομική εξυγίανση.
Ο διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του Ταμείου, Άλφρεντ Κάμερ, είπε ότι «θα είναι καλύτερα τώρα να υπάρξει μεγαλύτερη εξυγίανση», ώστε να συνδράμει στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, επιτρέποντας έτσι στην ΕΚΤ να είναι λιγότερο επιθετική με τις αυξήσεις των επιτοκίων και συμβάλλοντας πιθανώς στον περιορισμό των αναταράξεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Το ΔΝΤ υποστήριξε τις ιδέες της Κομισιόν για μια προσέγγιση βασισμένη στον κίνδυνο και διαφοροποιημένη όσον αφορά τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, επειδή η οικονομική κατάσταση των χωρών διαφέρει. Ωστόσο, ο Κάμερ τόνισε ότι οι συζητήσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες θα πρέπει να τερματιστούν σύντομα.
Η Κομισιόν ξεκίνησε τη διαδικασία στις αρχές του 2020, πριν από τη πανδημία, και τα κράτη-μέλη συμφώνησαν τον Μάρτιο να ολοκληρώσουν όλες τις νομοθετικές εργασίες μέχρι το τέλος του 2023.