Στα τέλη Απριλίου η Eurostat αναμένεται να επιβεβαιώσει την επίδοση των δημοσίων οικονομικών στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 2022 και να πιστοποιήσει την ακρίβεια των προβλέψεων του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, που προ εικοσαημέρου προανήγγειλε τον μηδενισμό του πρωτογενούς ελλείμματος την περασμένη χρονιά.
Ο ισοσκελισμός δαπανών και εσόδων είναι εξαιρετικά σημαντικό γεγονός για την ελληνική οικονομία , συνιστά όντως επίτευγμα σε τούτες τις ιδιαίτερα ασταθείς διεθνώς συνθήκες και κατά κοινή ομολογία αφαιρεί κάθε επιχείρημα από τους οίκους αξιολόγησης να διατηρούν υποβαθμισμένη την χώρα μας και να μην της απονέμουν την διεκδικούμενη εδώ και καιρό επενδυτική βαθμίδα.
Ο μηδενισμός του πρωτογενούς ελλείμματος αφαιρεί και αυτό ακόμη το φύλλο συκής της επαπειλούμενης πολιτικής αστάθειας, ενόψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Και αυτό γιατί ήλθε ως αποτέλεσμα της μακράς, υπερδεκαετούς , δημοσιονομικής σύσφιξης ,των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και της πληθωριστικής έξαρσης βεβαίως.
Τα φορολογικά έσοδα ευνοήθηκαν σκανδαλωδώς από την ενίσχυση της ανάπτυξης, από την μεταπανδημική καταναλωτική έκρηξη και την εκτίναξη του τζίρου των επιχειρήσεων υπό την επίδραση του πληθωριστικού κύματος και του γεγονότος βεβαίως, ότι οι συντελεστές του ΦΠΑ, των λοιπών έμμεσων φόρων και του φόρου εισοδήματος παρέμειναν αμετάβλητοι. Και ταυτόχρονα οι δαπάνες δεν αυξήθηκαν όπως αναμενόταν, επειδή από το φθινόπωρο άρχισαν να υποχωρούν ταχύτατα οι τιμές των ενεργειακών αγαθών.
Όπως και να έχει το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2022 , διατηρούμενο και στο 2023 , όπως δείχνουν και τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του πρώτου τριμήνου, αποτελεί μεγάλη προίκα και για τις μετεκλογικές συνθήκες, καθώς διευκολύνει, όπως είπαμε ,τη διαπραγμάτευση της χώρας με τους οίκους αξιολόγησης.
Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν οι δαπάνες εξυπηρέτησης του Δημοσίου χρέους παραμένουν ελεγχόμενες, καθώς το 85% αυτού κατέχεται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και βαρύνεται με σταθερό επιτόκιο περίπου 1,5% , μη επηρεαζόμενο από την τρέχουσα άνοδο του κόστους του χρήματος.
Με άλλα λόγια οι οίκοι αξιολόγησης δεν μπορούν να αρνηθούν την απόδοση της επενδυτικής βαθμίδας στη χώρα μας, τα δημοσιονομικά αποτελέσματα επιβάλλουν την επανένταξη της ελληνικής οικονομίας στο διεθνές οικονομικό σύστημα, εντός του τρέχοντος έτους .
Όσο για την υπερευαισθησία τους απέναντι στον υποτιθέμενο πολιτικό κίνδυνο, αρκεί να σημειώσει κανείς ότι και τα τρία μεγαλύτερα κόμματα της χώρας έχουν ξεχωριστή συμμετοχή στην εξασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας στη χώρα την τελευταία δεκαετία..