Το 1995 ο Άντονι Άιερς, ένας Αμερικανός φιλότεχνος, ανακάλυψε, όπως πίστευε, έναν αυθεντικό πίνακα του αναγεννησιακού ζωγράφου Ραφαήλ σε κατάστημα με αντίκες στην Αγγλία και τον αγόρασε με τη συνδρομή φίλων για 30.000 δολάρια. Επί δεκαετίες αγωνιζόταν να αποδείξει τη γνησιότητα της «Flaget Madonna», όπως ονομάζεται ο πίνακας από το όνομα του αρχικού ιδιοκτήτη, αλλά οι ειδικοί δεν συμφωνούσαν. Τελικά ανέθεσε στη νεοφυή επιχείρηση της Ζυρίχης «Art Recognition» να αποφανθεί με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης. Το συμπέρασμά της; Τα απεικονιζόμενα πρόσωπα του Ιησού και της Παναγίας κατά 97% ζωγραφίστηκαν από τον Ραφαήλ, ενώ ο υπόλοιπος πίνακας πιθανότατα φιλοτεχνήθηκε από έναν βοηθό του.
Διαφωνούν όμως οι περισσότεροι εμπειρογνώμονες. Οι ειδικοί των οίκων δημοπρασιών του Λονδίνου Sotheby’s και Christie’s θεωρούν ότι είναι πίνακας κάποιου σύγχρονου μιμητή του Ραφαήλ. Ο Λάρι Σίλβερ, ειδικός της Αναγέννησης στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, φρονεί ότι φιλοτεχνήθηκε μεν από κάποιον άλλο ζωγράφο, του στενού όμως κύκλου του Ραφαήλ στη Φλωρεντία. Κατά την Αμερικανίδα συντηρήτρια τέχνης Κάριν Τόμας, η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει διάφορα προβλήματα όπως λχ με το φθαρμένο χρώμα και τη γήρανση των υλικών κατασκευής. Οι ειδικοί της «Art Analysis & Research» βλέπουν πολλές μεν ομοιότητες με τον Ραφαήλ, δεν αποκλείουν όμως ο πίνακας να έγινε από άλλους ζωγράφους. Πάντως, προέρχεται από το ατελιέ του, επειδή η χρωστική ουσία σανδαράχη, ήταν γνωστή μόνο σε λίγους ζωγράφους της Αναγέννησης, μεταξύ των οποίων και ο Ραφαήλ. Μόνο η Πατρίσια Τράτι Κούχιλ, ιστορικός τέχνης της Αναγέννησης του Κολλεγίου Σιένα της Νέας Υόρκης, αποδίδει τον πίνακα στον αναγεννησιακό ζωγράφο. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι ακόμα ο τελικός κριτής για τα έργα τέχνης, κάτι το οποίο ενδεχομένως να αλλάξει λόγω της ραγδαίας εξέλιξής της. Μέχρι τότε πρέπει να συμπίπτουν οι ψηφιακοί και οι παραδοσιακοί έλεγχοι.
Πάντως, ο αγοραστής του πίνακα δεν θα μάθει όμως ποτέ την οριστική απάντηση διότι πέθανε στις αρχές του έτους. Το δε έργο θα παραμείνει σε ένα τραπεζικό θησαυροφυλάκιο του Σικάγο, μακριά από τα βλέμματα του κοινού.
Η ιδέα για ένα σύστημα αναγνώρισης της γνησιότητας έργων τέχνης με τη βοήθεια της τεχνολογίας γεννήθηκε τυχαία. «Μα γιατί δεν υπάρχει ένα πρόγραμμα τεχνητής Νοημοσύνης ώστε να διαπιστωθεί εάν κάποια έργα τέχνης είναι πλαστά;», αναρωτήθηκε προ τριετίας η Καρίνα Ποπόβιτσι όταν μια φίλη της, ιστορικός τέχνης, της επισήμανε ότι υπάρχουν πολλά πλαστά έργα διάσπαρτα στην αγορά τέχνης. Έτσι, το 2019 η Ρουμάνα φυσικός αποφάσισε να ιδρύσει στη Zυρίχη τη νεοφυή επιχείρηση «Art Recognition» σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Tilburg της Ολλανδίας στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος «Horizon 2020». Ήδη έχουν γίνει πάνω από 400 γνωματεύσεις γνησιότητας για ιδιώτες, γκαλερί, πινακοθήκες και οίκους δημοπρασιών. Οι πολύ απλές κοστίζουν μόλις 500 ελβετικά φράγκα (περίπου 498 ευρώ), ενώ οι σύνθετες από 1.000 έως 5.000 φράγκα και σε απαιτητικές περιπτώσεις έως 10.000 φράγκα.
H φιλότεχνη φυσικός εξήγησε στην εφημερίδα της Ζυρίχης Tagesanzeiger τη μέθοδο απόδειξης της γνησιότητας ενός έργου: «Τροφοδοτούμε εδώ και τρία χρόνια το πρόγραμμα του υπολογιστή με όσο το δυνατόν περισσότερες φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης πρωτότυπων έργων ενός καλλιτέχνη τα οποία θεωρούνται γνήσια. Στη συνέχεια «εκπαιδεύουμε» το σύστημα Τεχνητής Νοημοσύνης για 300 ζωγράφους που υπάρχουν ήδη στο αρχείο μας, ιδίως ιμπρεσιονιστές και εξπρεσιονιστές, δηλαδή έργα των οποίων είναι δυνατόν να αναλυθούν η τεχνική, οι ανατομικές λεπτομέρειες, οι πολύ σημαντικότερες από αυτές πινελιές, το ύφος ζωγραφικής και ούτω καθεξής. Η μέθοδος ονομάζεται «τεχνητό νευρωνικό δίκτυο». Μόλις τα μάθει, παράγεται ένα σύνολο δεδομένων με το οποίο μπορούν να γίνουν οι συγκρίσεις με αμφισβητούμενης γνησιότητας έργα. Η «εκπαίδευση» του συστήματος διαρκεί περίπου τρεις ημέρες, αλλά ο έλεγχος ενός μεμονωμένου έργου διαρκεί μόλις πέντε λεπτά».
Η Art Recognition διεισδύει σε έναν τομέα ο οποίος μέχρι στιγμής κυριαρχείται από ειδικούς και ιδιωτικά ή κρατικά ιδρύματα, τα δε επίμαχα έργα εξετάζονται αφενός από καλλιτεχνικο-ιστορική και υφολογική σκοπιά, αφετέρου με τεχνικά μέσα όπως η μέθοδος του ραδιοάνθρακα, με ακτίνες Χ και χημικές χρωματικές αναλύσεις. «Συνήθως ο έλεγχος γνησιότητας ενός πίνακα διαρκεί αρκετό καιρό, όμως η μέθοδος της Art Recognition εξασφαλίζει ταχύτητα και αξιοπιστία έως πάνω από 90%», τόνισε η Ποπόβιτσι στην εφημερίδα Neue Züricher Zeitung (ΝΖΖ). Παραδέχθηκε, βέβαια, ότι «δεν υπάρχει 100% εγγύηση», αλλά συμπλήρωσε ότι «το πρόγραμμα είναι το πρώτο φίλτρο για τον οίκο δημοπρασιών».
Η συγκεκριμένη τεχνολογία Τεχνητής Νοημοσύνης έχει πάντως ήδη θεαματικά αποτελέσματα:
Η Art Recognition κατέληξε στο συμπέρασμα ότι o πίνακας «Σαμψών και Δαλιδά» του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, τον οποίo αγόρασε η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου σε τιμή ρεκόρ το 1980, κατά 91% δεν είναι γνήσιος. Η Ποπόβιτσι είχε πει σχετικά στην Tagesanzeiger τον περασμένο Νοέμβριο: «Τον εξετάσαμε και συμπεράναμε ότι ο πίνακας δεν είναι του Ρούμπενς. Λίγες ώρες αργότερα, μια δημοσιογράφος του Guardian, εντελώς συμπτωματικά, με ρώτησε για τον πίνακα αυτόν και της ανέφερα το πόρισμά μας. Το δημοσίευμα της αγγλικής εφημερίδας για το «εντυπωσιακό αποτέλεσμα» έκανε τη μικρή μας επιχείρηση γνωστή σε όλο τον κόσμο με μιας. Αυτό έφερε νέες παραγγελίες».
Την Άνοιξη του 2019 το Μουσείο Τέχνης (Kunsthaus) της Ζυρίχης απέκτησε το «Βραδινό τοπίο με ένα ζευγάρι» του Τισιανού (Tiziano), κάτι που έκανε αίσθηση αφού ήταν το μόνο ελβετικό μουσείο που κατείχε έργο του. Την ίδια κιόλας χρονιά, διατυπώθηκαν όμως αμφιβολίες για τη γνησιότητά του. Η «Art Recognition» κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «κατά 80% δεν είναι του Τισιανού» και το γνωστοποίησε στο Μουσείο, διότι «έχει ευθύνη για τη διαφάνεια απέναντι στο κοινό» όπως είπε η Ποπόβιτσι στην ΝΖΖ. Το ίδιο το Μουσείο απάντησε σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας της Ζυρίχης ότι «έλαβε υπόψη την εν λόγω αξιολόγηση και το έργο εκτίθεται πλέον με τη διευκρίνιση ότι «αποδίδεται στον Τισιανό».
Το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης της «Art Recognition» μπορεί να χειριστεί ακόμη και τα πιο αμφιλεγόμενα έργα τέχνης. Μια τέτοια περίπτωση είναι η «Αυτοπροσωπογραφία» του Βίνσεντ βαν Γκογκ στο Νορβηγικό Εθνικό Μουσείο του Όσλο. Το 2019, ένας κορυφαίος ειδικός του ζωγράφου τής ζήτησε μια ανάλυση έργων του, συμπεριλαμβανομένης της «Αυτοπροσωπογραφίας». Σύμφωνα, λοιπόν, με τη νεοφυή επιχείρηση, το έργο μπορεί να θεωρηθεί αυθεντικό σε ποσοστό 97%. Στις αρχές του 2020, το Μουσείο Βαν Γκογκ του Άμστερνταμ ανακοίνωσε πρώτο τη γνησιότητα της «Αυτοπροσωπογραφίας» με βάση δική του έρευνα. «Αγνοούσαμε την παράλληλη έρευνα. Αναλύσαμε αυτό τον πίνακα εβδομάδες πριν την ανακοίνωσή της. Μας είναι δυσάρεστο ότι δεν δημοσιεύσαμε τα αποτελέσματά μας νωρίτερα, αλλά αποτελεί και μια μεγάλη επιβεβαίωση της δύναμης του αλγορίθμου μας» ήταν η αντίδραση της «Art Recognition».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ