Βαθμολογία
5: εξαιρετική
4: πολύ καλή
3: καλή
2: ενδιαφέρουσα
1: μέτρια
0: απαράδεκτη
«Air» (ΗΠΑ, 2023)
Aν και τα eighties είναι μια δεκαετία που δεν προσφέρει ακριβώς τις ομορφότερες αναμνήσεις – τουλάχιστον σε ότι αφορά την ποπ κουλτούρα καθώς κακά τα ψέματα, το κιτς τότε είχε πιάσει ταβάνι – είναι αδύνατον να τα κοιτάξεις χωρίς συμπάθεια, ίσως και με μια αίσθηση νοσταλγίας βλέποντας την τελευταία ταινία του Μπεν Αφλεκ. Κατ’ αρχάς η ίδια η ιστορία της ταινίας (που τοποθετείται στο 1984), το πως η εταιρία αθλητικών προϊόντων NIKE έπεισε την οικογένεια του μπασκετμπολίστα Μάικλ Τζόρνταν να την ακολουθήσει, να γίνει δικό της «παιδί», έχει από μόνη της ενδιαφέρον.
Την αποστολή ανέλαβε ο Σόνι Βακάρο (Ματ Ντέιμον) εργαζόμενος στη ΝΙΚΕ που υπήρξε δημιούργημα του Φιλ Νάιτ (Αφλεκ), ενός ευφυούς επιχειρηματία και συγχρόνως… βουδιστή ο οποίος έχτισε μια αυτοκρατορία ακολουθώντας τον δρόμο της καρδιάς του. Βέβαια, η καρδιά και το ένστικτο λειτουργούν πολύ δυσκολότερα όταν τα χρήματα και τα έξοδα είναι πια πολλά, όμως αυτό είναι το μόνο εργαλείο του Βακάρο, ο οποίος δεν αντέχει ανθρώπους χωρίς διορατικότητα.
Ο Αφλεκ χτίζει με αγάπη την εποχή της ιστορίας κάνοντας χρήση όλων των απαραίτητων λεπτομερειών που παραπέμπουν σε αυτήν. Η μωβ Πόρσε του Νάιτ, οι κακόγουστα πολύχρωμες αθλητικές φόρμες, οι γυναικείες κομμώσεις – «λάχανο», τα πρώτα κομπιούτερ, οι βιντεοκασέτες, το μουσικό μπακγκραουντ, από τους AHA μέχρι τον Μπρους Σπρίνγκστιν • όλα αυτά είναι προσεκτικά επιλεγμένες ψηφίδες για την δημιουργία του σωστού κλίματος στο «Air», που επίσης έχει πολύ υψηλό επίπεδο στο χιούμορ του (τα τσιτάτα που ο Νάιτ χρησιμοποιεί για να εμψυχώνει τους υπαλλήλους του είναι άλλοτε ξεκαρδιστικά άλλοτε πολύ σωστά).
Όμως αυτό που πραγματικά σε κερδίζει στην ταινία, είναι ότι δείχνει πόσο διαφορετικές ήταν τότε οι συμπεριφορές και σχέσεις των ανθρώπων • τότε που ο άνθρωπος «κοίταζε» μέσα στον άλλο άνθρωπο. Σε μια από τις πιο όμορφές σκηνές της ταινίας ο Σόνι, παραβαίνοντας τους κανόνες της δουλειάς του, συναντά πρόσωπο με πρόσωπο την μητέρα του Τζόρνταν (υπέροχη όπως πάντα η Βαϊόλα Ντέιβις) για να της εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι ο γιός της πρέπει να ακολουθήσει την ΝΙΚΕ.
Από την μια χαίρομαι που βλέπω ότι κάποια εποχή μια τέτοια συνάντηση με αυτό τον τρόπο μπορούσε να συμβεί. Από την άλλη λυπάμαι γνωρίζοντας ότι σήμερα θα συνέβαινε πολύ δύσκολα, αν όχι καθόλου.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: IDEAL – VILLAGE ΜΑΡΟΥΣΙ – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – ΦΟΙΒΟΣ – TOWN CINEMAS – GROUPER ΙΛΙΟΝ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – BAKOYPA κ.α
«Η γυναίκα του Τσαϊκόφσκι» (Zhena Chaikovskogo, Ρωσία/ Γαλλία/ Ελβετία)
Η τελευταία, θαυμαστή κινηματογραφική δημιουργία του πολυσχιδούς Ρώσου καλλιτέχνη Κίριλ Σερεμπρένικοφ – θεατρική δουλειά του οποίου θα δούμε το προσεχές καλοκαίρι στην Ελλάδα και η αλήθεια είναι ότι την περιμένουμε πως και πως – είναι μια ματιά σε έναν από τους διασημότερους Ρώσους όλων των εποχών, τον μουσικοσυνθέτη Πιότρ Τσαϊκόφσκι (1840- 1893), ίσως τον πιο «ευρωπαίου» Ρώσο καλλιτέχνη της εποχής του, ο οποίος μάλιστα ακρίβεια θεωρείται ως η πρώτη γέφυρα που συνέδεσε τον ρωσικό πολιτισμό με την Δύση.
Βέβαια, ο Σερεμπρένικοφ, που ως γνωστόν εγκατέλειψε την Ρωσία εξαιτίας του καθεστώτος Πούτιν, χωρίς να ξεχνά τις παραδόσεις της πατρίδας του, δεν έχει στο μυαλό του μια κλασική βιογραφία, πόσο μάλλον μια αγιογραφία του Τσαϊκόφσκι • αυτό θα ήταν πολύ λίγο για έναν καλλιτέχνη του μεγέθους ενός τόσο εμπνευσμένου σκηνοθέτη.
Αντιθέτως, μέσα από μια πανέμορφη στην όψη, πέρα για πέρα κινηματογραφική ταινία, γυρισμένη κατά κάποιο τρόπο σαν να θυμίζει όνειρο (γεγονός στο οποίο βοηθά μια ανεπαίσθητη απόχρωση του κίτρινου στην φωτογραφία του Βλάντισλαβ Οπελιαντς), ο σκηνοθέτης κεντά ένα πραγματικά ασυνήθιστο ψυχόδραμα μέσα από το οποίο η εικόνα του Τσαϊκόφσκι που αναδύεται στην οθόνη (τον υποδύεται ο ηθοποιός Οντιν Λουντ Μπίρον) είναι μάλλον αρνητική.
Παρακολουθούμε την πορεία ενός ανθρώπου πολύ ευφυούς, πολύ ταλαντούχου αλλά και πολύ σνομπ, πολύ κυκλοθυμικού, πολύ ανασφαλούς και κυρίως, πάρα πολύ ερωτευμένου με τον εαυτό του. Εδώ όμως βρίσκεται και το ενδιαφέρον διότι η γυναίκα του, η Αντονίνα (Αλιόνα Μιχαίλοβα) δεν είναι, όπως θα περίμενες (δίπλα σε έναν άνθρωπο σαν τον Τσαϊκόφσκι), το αδικημένο πρόσωπο αυτής της σχέσης.
Ο Σερεμπρένικοφ την παρουσιάζει ως άτομο εξίσου προβληματικό, εξίσου ανασφαλές, που μπορεί να γίνει ασφυκτικά καταπιεστικό απειλώντας ότι θα αυτοκτονήσει αν δεν τον έχει δικό της. Την ώρα λοιπόν που δεν μπορείς να χωνέψεις την μισανθρωπιστική συμπεριφορά του μουσικοσυνθέτη, μπορείς να καταλάβεις γιατί αποφεύγει την γυναίκα του όπως ο διάολος το λιβάνι.
Οπότε το αποτέλεσμα αυτής της συγκρουσιακής σχέσης δεν μπορεί παρά να έχει ενδιαφέρον, κυρίως στο επίπεδο της μελέτης δύο πραγματικά δύσκολων, ασυνήθιστων χαρακτήρων.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: AΣTOΡ – ΤΑΙΝΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΑΝΔΟΡΑ – ΤΡΙΑΝΟΝ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE VOSMOS – BAKOYPA κ.α
«Ο άντρας στο υπόγειο» (L’ homme de la cave, Γαλλία, 2021)
Να μια ταινία που με πονηρό τρόπο από αλλού ξεκινά και αλλιώς πορεύεται. Στην αρχή νομίζεις ότι θέμα της είναι το επίμαχο της στέγασης, όμως αργότερα αντιλαμβάνεσαι ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα έξυπνα φτιαγμένο σχόλιο πάνω στις επιπτώσεις της εποχής της αμφισβήτησης που τα τελευταία χρόνια ζούμε.
Ο άμοιρος γεράκος που θέλει ένα υπόγειο για να ζήσει (και που υποδύεται σε κόντρα ρόλο ο πάντα θαυμάσιος Φρανσουά Κλουζέ), είναι στην πραγματικότητα ένας αμφισβητίας του Ολοκαυτώματος των Εβραίων, ο οποίος δε πειράζει κανέναν αλλά ενοχλεί όλους με τα ακραία πιστεύω του.
Οπότε ο ιδιοκτήτης του υπογείου (Ζερεμί Ρενιέ), που έπεσε στην παγίδα πουλώντας το στον γέρο (πράγμα που σημαίνει ότι ζουν πια στο ίδιο κτίριο), θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση όταν μαθαίνει την αλήθεια και ακόμη δυσκολότερη από το γεγονός ότι είναι ο ίδιος Εβραίος και πρόγονοί του υπήρξαν θύματα ναζιστών.
Συνεπώς, ο σκηνοθέτης Φιλίπ Λε Γκε μπαίνει στην διαδικασία μιας ταινίας που δεν ενδιαφέρεται τόσο για το στοιχείο του θρίλερ, όσο στο «να βγάλει τα άπλυτα όλων στην φόρα». Το «λάθος» του ιδιοκτήτη για το οποίο παιδεύεται με δικηγόρους, με συγγενείς, με γείτονες και την γυναίκα του (Μπερενίς Μπεζό) φέρνει στην επιφάνεια και τα δικά του ελαττώματα, μια παρανοϊκή συμπεριφορά που μπορεί να αγγίξει τα όρια του φασισμού.
Περίπλοκη, συναισθηματικά ταινία, με ανατροπές, αβεβαιότητα στο τι θα γίνει και με μια αρκετά απαισιόδοξη (μα ειλικρινή) ματιά πάνω στον κόσμο μας σήμερα.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: ΑΕΛΛΩ – ΔΑΝΑΟΣ – ΑΣΤΟΡ ΚΗΦΙΣΙΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΟΛΥΜΠΙΟΝ
«O εξορκιστής του Βατικανού» (The Pope’s exorcist, 2023)
Μια …ακόμα ταινία εξορκισμού και μια …ακόμα ταινία που σε κάνει να νιώθεις ότι ο «Εξορκιστής» του Γουίλιαμ Φρίντκιν, εν έτη 1973, είπε τα πάντα επί του θέματος μια χαρά (και το μεγάλο χάρισμα εκείνης της ταινίας είναι ότι δεν έχει παλιώσει στο ελάχιστο). Στην πραγματικότητα μάλιστα, ο «Εξορκιστής του Βατικανού», παρότι εμπνευσμένος από αληθινά πρόσωπα και γεγονότα, ως κινηματογράφος «πατά» τόσο πολύ πάνω στον «Εξορκιστή» που και να θες να μην θυμηθείς την παλιά ταινία (και βεβαίως να την συγκρίνεις), δεν γίνεται.
Ο Ράσελ Κρόου, σκυθρωπός, παχουλός και δυσκίνητος όπως σε όλες τις τελευταίες ταινίες του, είναι ο ήρωας του τίτλου, ο (πραγματικός) ιερέας Γκαμπριέλε Αμόρτ αρχιεξορκιστής του Βατικανού. Καθότι ταλέντο στον τομέα του, ο Αμόρτ μισητός από την κληρική εξουσία πλην του Πάπα (Φράνκο Νέρο), αναλαμβάνει από τον τελευταίο να εξορκίσει τον δαίμονα μέσα σε ένα αγοράκι που βρίσκεται με την μητέρα και την αδελφή του σε μια εκκλησία της Καστίλης.
Το μυστικό ίσως να βρίσκεται στον ίδιο τον εξορκιστή, ίσως όμως να βρίσκεται σε κάποια σκοτεινή σελίδα της ιστορίας του Βατικανού (και από σκοτεινές σελίδες το Βατικανό άλλο τίποτα). Σε κάθε περίπτωση, η ταινία του Τζούλιους Είβερι είναι τόσο εγκλωβισμένη στα γνώριμα κλισέ του είδους της που αν δεν είχε κάπως πιο έντονο το στοιχείο του χιούμορ (και μάλιστα προερχόμενο από τον ίδιο τον Εξορκιστή που κυκλοφορεί με… βέσπα), αμφιβάλλω για το αν θα μπορούσα να την αντέξω ως το τέλος χωρίς να νιώσω ότι πραγματικά βαριέμαι.
Βαθμολογία: 1 ½
ΑΘΗΝΑ: ΡΕΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ – ΑΝΟΙΞΙΣ – ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – TOWN CINEMAS κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ κ.α.
«Flux gourmet» (Αγγλία/ Ουγγαρία/ ΗΠΑ, 2022)
Το τι ακριβώς είναι που συνδέει το στομάχι, με την ψυχή και τον εγκέφαλο παραμένει ακόμα άλυτο μυστήριο, πάντως σκηνοθέτες όπως ο Μάρκο Φερέρι και ο Λουίς Μπουνιουέλ έχουν διαπρέψει πάνω στο θέμα σε ταινίες όπως το «Μεγάλο φαγοπότι» και το «Φάντασμα της ελευθερίας» αντιστοίχως. Σκιές από αυτά τα έργα θα βρούμε στην ταινία του ελληνικής καταγωγής Πίτερ Στρίκλαντ, η οποία αν μη τι άλλο μπορεί να συμπεριληφθεί στην ελίτ των art house παραδοξοτήτων της χρονιάς.
Ο Μάκης Παπαδημητρίου υποδύεται έναν ανθρωπάκο με σοβαρά θέματα στο στομάχι του, μέλος ενός γκρουπ αλλόκοτων τύπων που εγκλωβισμένοι σε ένα «ινστιτούτο μαγειρικών και διατροφικών επιδόσεων» ανταλλάσσουν μεταξύ τους ασυναρτησίες καθώς, όπως είναι φυσικό, προκύπτουν εντάσεις, αντιζηλίες, ανταγωνισμοί, μικρομονομαχίες με στόχο την εξουσία κ.λπ. Βέβαια, χωρίς ακριβώς να εξηγούνται πολλά, ένα μεγάλο τμήμα της ταινίας, κάπως προκλητικότερα από όσο θα περίμενες, περιστρέφεται γύρω από τον πρωκτικό χώρο, κάπου ανάμεσα στα αέρια και την αφόδευση, την δυσλειτουργία του παχέος εντέρου και τους καμπινέδες.
Σκηνές όπως εκείνη του χορογραφημένου πασαλείματος με κόπρανα ή της φαγοποσίας μιας αφράτης μερίδας κοπράνων που θυμίζει σοκολατίνα, δεν προκαλούν τόσο την απώθηση όσο πραγματικά την απορία. Με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, την «Καταλίνα Βάργκα», ο Στρίκλαντ είχε δικαίως κερδίσει μια θέση ανάμεσα στους πολύ ενδιαφέροντες νέους Ευρωπαίους κινηματογραφικούς δημιουργούς του νέου μιλένιουμ. Εδώ σε αφήνει απλώς αμήχανο και με την σκέψη ότι κάποια στιγμή στο μέλλον, ίσως να ξαναδείς αυτήν την ταινία και να καταλάβεις τι ήταν αυτό που έχασες. Η’ να νιώσεις και πάλι αμήχανος.
Βαθμολογία: 1 ½
ΠΡΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ
Αποκλειστικά στην ΑΝΔΟΡΑ η «Εθελόντρια» (La voluntaria, Ισπανία, 2022) της Νέλι Ρεγκέρα με την Κάρμεν Μάτσι στον ρόλο του τίτλου, μιας συνταξιούχου γιατρού που έχοντας αποφασίσει να αφοσιωθεί στον εθελοντισμό, πηγαίνει στη Μυτιλήνη και έρχεται αντιμέτωπη με την τρομερή γραφειοκρατία των ΜΚΟ, παρότι είναι γεμάτη πάθος για προσφορά, ειλικρινή αγάπη απέναντι στα παιδιά χωρίς μοίρα και όρεξη για την δουλειά της. Εκεί βρίσκεται εξάλλου η ουσία της ταινίας, στο πως οι κανόνες του «συστήματος», ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, εμποδίζει την πραγματικά σωστή λειτουργία των πραγμάτων.
Βαθμολογία: 2 ½
Σε περισσότερες από 100 αίθουσες της Ελλάδας παίζονται τα κινούμενα σχέδια «Super Mario Bros – Η ταινία» (ΗΠΑ ,2023) των Άρον Χόρβαθ, Μάικλ Τζέλενικ. Δύο διαφορετικές εταιρίες, η Illumination και η Nintendo συνεργάστηκαν για την μεταφορά στον κινηματογράφο των περιπετειών δύο ιταλικής καταγωγής αδελφών υδραυλικών της Νέας Υόρκης που θα βρεθούν σε ένα μαγευτικό όσο και εφιαλτικό σύμπαν όπου θα γνωρίσουν την εμπειρία του να είσαι σούπερ ήρωας και τον έρωτα. Θαυμάσια γυρισμένη και με πολύ καλή μεταγλώτιση (Κωνσταντίνος Λάγκος, Βασίλης Παπαστάθης, Στεφανία Φιλιάδη, Βασίλης Αξιώτης, Θάνος Λέκκας, Δημήτρης Σάρλος).
Βαθμολογία: 3