Προς τη «γκρίζα ζώνη», η οποία παραμένει σε επίπεδα υψηλότερα από κάθε άλλη προεκλογική περίοδο, στρέφουν το βλέμμα τους τα κόμματα στην τελική ευθεία προς τις κάλπες. Η κοινή εκτίμηση όσων ασχολούνται με την αριθμητική των εκλογών είναι ότι αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος που εξακολουθεί να αμφιταλαντεύεται για το αν και τι θα ψηφίσει στις κάλπες, αποτελεί τον αστάθμητο αλλά και τον καθοριστικό παράγοντα της πρώτης κάλπης. Τι θα κάνουν; Θα επιστρέψουν στην εκλογική τους κοίτη; Θα κάνουν άλλη επιλογή; Θα επιλέξουν την αποχή από τις κάλπες;
Στην καλούμενη «γκρίζα ζώνη» βρίσκουν συνήθως καταφύγιο οι πολίτες που είναι απογοητευμένοι από τα πολιτικά κόμματα, που δεν καλύπτονται από τα σχήματα που παίρνουν μέρος στην εκλογική κούρσα, που αμφισβητούν τη θέληση και τη δυνατότητα του πολιτικού συστήματος να καλυτερεύσει τη ζωή τους.
Μετά τα Τέμπη μετακινήθηκαν προς τη σφαίρα αυτή, πολίτες, που στις προηγούμενες μετρήσεις έδειχναν να κινούνται προς τη ΝΔ. Είναι άγνωστο ποια στάση θα κρατήσουν όσοι τοποθετούνται στη «γκρίζα ζώνη» αλλά έχουν αντισυστημικά χαρακτηριστικά. Υπάρχει όμως ένα μεγάλο ποσοστό, αυτής της γκρίζας ζώνης που δείχνει να κινείται μεταξύ ΝΔ και ΠαΣοΚ αλλά και μεταξύ ΠαΣοΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το «κρίσιμο μέγεθος» θα επιχειρήσουν να προσθέσουν στα ποσοστά τους, τα κομματικά επιτελεία.
Καθώς έχουμε εισέλθει στην τελική ευθεία προς τις κάλπες θα κόμματα επιχειρούν να εντείνουν τα διλήμματα που θέτουν στο εκλογικό σώμα με το βλέμμα στραμμένο προς τη γκρίζα ζώνη. Στο Μέγαρο Μαξίμου, σύμφωνα με πληροφορίες, διαθέτουν στοιχεία που δείχνουν μια τάση επιστροφής των ψηφοφόρων που είχαν απομακρυνθεί από τη ΝΔ, μετά το δυστύχημα στα Τέμπη. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η επιστροφή αφορά κυρίως τη «δεξιά» βάση της παράταξης, ενώ οι αναποφάσιστοι με πιο κεντρώα χαρακτηριστικά, φαίνεται να κρατούν στάση αναμονής.
Τα διλήμματα που θα τεθούν στους αναποφάσιστους
Ο Πρωθυπουργός, όπως μεταδίδουν οι επιτελείς του, θα εντείνει τα διλήμματα που θέτει στο εκλογικό σώμα και ειδικά αυτά που αφορούν το ενδεχόμενο οι κάλπες να οδηγήσουν τη χώρα στην περιπέτειας της ακυβερνησίας. Δύο είναι τα βασικά ερωτήματα που θα τεθούν. Ποιος θα κυβερνήσει και πως θα κυβερνηθεί η χώρα. Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι το αφήγημα Μητσοτάκη για την επόμενη μέρα της χώρας είναι το πλέον στέρεο. Η «προοδευτική κυβέρνηση» την οποία προτείνει ο κ. Τσίπρας αντιμετωπίζει, εκτός των άλλων, και προβλήματα αριθμητικής, καθώς «τα κουκιά δεν βγαίνουν», ενώ ο κ. Ανδρουλάκης, όπως λέγεται, δεν εκπέμπει στο εκλογικό σώμα ένα καθαρό στίγμα για τις προθέσεις του. Ο κ. Ανδρουλάκης, επιμένει, στη γραμμή του «ούτε Τσίπρας, ούτε Μητσοτάκης για Πρωθυπουργός». Η στρατηγική αυτή ακολουθείται και με το βλέμμα στραμμένο στη γκρίζα ζώνη. Στη Χαριλάου Τρικούπη, όπως λέγεται, επιχειρούν να αντλήσουν από τη δεξαμενή του «Κανένα». Από τους πολίτες που είναι απογοητευμένοι από τους Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα.
Η οικονομία επιστρέφει στην προεκλογική αντιπαράθεση
Από τις μετρήσεις πάντως προκύπτει και μια ακόμη παράμετρος. Τα ζητήματα οικονομίας και τα ζητήματα της κοινωνικής ατζέντας θα αποτελέσουν βασικό κριτήριο για την ψήφο των πολιτών και φυσικά των αναποφάσιστων. Είναι ένα πεδίο στο οποίο η κυβέρνηση θα δώσει ιδιαίτερο βάρος κατά την προεκλογική περίοδο εκτιμώντας ότι διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Στην κοινωνική ατζέντα επενδύει και ο Αλέξης Τσίπρας που παρουσίασε ένα πακέτο θέσεων του κόμματος του, προσδοκώντας να ρίξει γέφυρες στη μεσαία τάξη αλλά τους οικονομικά ασθενέστερους. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο κ. Ανδρουλάκης που επιχειρεί να αναθερμάνει τις σχέσεις του ΠαΣοΚ με τους μη προνομιούχους.