Η πρόληψη της εγκληματικότητας αφορά στην υιοθέτηση πολιτικών για τον περιορισμό της εμπλοκής ατόμων σε εγκληματικές δράσεις και στη μείωση της θυματοποίησης των πολιτών. Απαιτείται σχεδιασμός, οργάνωση και στρατηγική.
Δυστυχώς και αναφερόμενος στην ελληνική πραγματικότητα, η θεωρία απέχει πολύ από την πράξη. Γίνεται λόγος για αντεγκληματική πολιτική σε μία χώρα όπου, έχει διατυπωθεί εδώ και δεκαετίες το αίτημα για τη σύσταση ενός κεντρικού φορέα έρευνας, μελέτης, χάραξης, πρότασης και ελέγχου υλοποίησης μιας τέτοιας πολιτικής. Η σχετική πρωτοβουλία αφορά στη σύσταση Ινστιτούτου Αντεγκληματικής Πολιτικής, ως ανεξάρτητη αρχή σε στενή συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, με το υπουργείο Δικαιοσύνης, άλλα συναρμόδια υπουργεία και γραμματείες, επιστημονικούς φορείς όπως οι δικηγορικοί σύλλογοι και φυσικά τα πανεπιστήμια. Στο Home Office, στην αντίστοιχη υπηρεσία υπηρετούν 1800 επιστήμονες. Στην Ελλάδα δεν υφίσταται κάτι αντίστοιχο παρότι έχει διατυπωθεί επανειλημμένα ως αίτημα.
Η διαχείριση του εγκλήματος και της ασφάλειας στο πλαίσιο της κοινωνίας της διακινδύνευσης αποτελεί πλέον το ουσιαστικό κριτήριο και άμεσο στόχο στην χάραξη και στην άσκηση αντεγκληματικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό δεν καταρτίζεται ένα μακροπρόθεσμο ολοκληρωμένο και πολύπλευρο σχέδιο για την καταπολέμηση του εγκλήματος, αλλά κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζει στην εκάστοτε βραχυπρόθεσμη επιλογή η αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του συγκεκριμένου μέτρου που θεμελιώνεται κατά κύριο λόγο σε μετρήσεις και υπολογισμούς στη βάση οικονομικών μεγεθών. 1
Ενδεικτικά αναφέρονται ακροθιγώς μερικές σκέψεις που αφορούν στην πρόληψη της υποτροπής.
Δεδομένου ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της εγκληματικότητας (περίπου 70%) οφείλεται σε υπότροπους, με ορθή εφαρμογή των μέσων και θεσμών που ήδη προβλέπονται, η μείωση της υποτροπής μπορεί να περιορισθεί σε μεγάλο ποσοστό, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις φτάνει στο 20% και δύναται να ελαττωθεί έτι περαιτέρω, το οποίο συνεπάγεται με τη σειρά του κατακόρυφη μείωση της εγκληματικότητας.
Η κοινωνική επανένταξη πρέπει να αποτελέσει μείζονα και αυτοτελή σκοπό λειτουργίας του σωφρονιστικού συστήματος και ένα ουσιαστικό εργαλείο προληπτικής αντεγκληματικής πολιτικής.
Την πρώτη ημέρα εισαγωγής του κρατουμένου θα μπορούσε να καταρτιστεί ένα σχέδιο έκτισης της ποινής που να περιλαμβάνει ψυχολογική υποστήριξη, επαγγελματικό προσανατολισμό, παρακολούθηση στο κατάστημα προγραμμάτων κατάρτισης και εκπαίδευσης το οποίο θα τηρείται κατά την διάρκεια της κράτησής του. Κατά διαστήματα θα γίνεται εκτίμηση και αναπροσδιορισμός του σχεδίου. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να υλοποιηθεί και σε συνεργασία με το ΝΠΙΔ ΕΠΑΝΟΔΟΣ το οποίο εποπτεύεται από το Υπ.Προ.Πο.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να ενεργοποιηθεί ο θεσμός των κέντρων ημιελεύθερης διαβίωσης (αρχικά σε κάποια καταστήματα) και να θεσμοθετηθούν και λειτουργήσουν τα κέντρα αυτά σε συνδυασμό με τη θεσμοθέτηση γραφείων
διασύνδεσης στα καταστήματα κράτησης με συμμετοχή ειδικών συμβούλων (σύμβουλοι επανένταξης) για να αξιολογηθούν οι ανάγκες και δεξιότητες του κρατούμενου ώστε να προετοιμαστεί για το διάστημα μετά την απόλυσή του. Να υπάρξει ένα σύστημα έτοιμο να τον υποδεχτεί και να τον απορροφήσει ουσιαστικά. Οι φυλακές πρέπει να ανοίξουν και να μην αποτελούν κλειστά συστήματα, αποφεύγοντας όσο είναι δυνατόν την εξοικείωση του κρατούμενου με τον ιδρυματικό υποπολιτισμό της φυλακής και τις εν γένει αποδομητικές επιπτώσεις της φυλακής στην προσωπικότητά του.2
Στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Χάλντεκ στη Νορβηγία, όπου εφαρμόζεται το καθεστώς ημιελευθερίας (και άλλα μέτρα πχ αξιωματικοί αναφοράς, ήτοι σωφρονιστικοί υπάλληλοι που έχουν στην ευθύνη τους 2 με 3 κρατουμένους, συνθήκη η οποία φαντάζει εξωπραγματική για τις ελληνικές φυλακές), το ποσοστό υποτροπής έχει πέσει τα τελευταία χρόνια από το 60-70% στο 20% !
Οι σύμβουλοι επανένταξης πρέπει να έχουν ουσιαστικό ρόλο και να μπορούν να προτείνουν τον αποφυλακιζόμενο σε επιχειρήσεις, τις οποίες και θα δύνανται να επισκέπτονται (μπορούν να απορροφηθούν έτσι και πολλοί άνεργοι κοινωνιολόγοι και εγκληματολόγοι). Βεβαίως πρέπει να υπάρχει σχετικό κίνητρο στους εργοδότες. Η ΕΠΑΝΟΔΟΣ έχει υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με τον ΟΑΕΔ για πρόσληψη αποφυλακισμένων σε επιχειρήσεις.
Θα ήταν σημαντικό επίσης να ενισχυθεί και ο θεσμός των κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων από ομάδες κρατουμένων και αποφυλακισμένων αξιοποιώντας τις αγροτικές φυλακές της χώρας. Στην Ευρώπη εδώ και 30 χρόνια λειτουργούν κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις από ομάδες κρατουμένων και αποφυλακισμένων με θετικά αποτελέσματα στην επανένταξη και στη μείωση της υποτροπής.3
Είναι εξαιρετικά σημαντική η ουσιαστική λειτουργία εκπαιδευτικών δομών στις φυλακές. Από όσους κρατουμένους έχουν περάσει από κάποιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα μόνο ένα μικρό ποσοστό επιστρέφει στις φυλακές, όταν η υποτροπή στις άλλες περιπτώσεις κυμαίνεται στο 70%. Πολυάριθμες έρευνες αποδεικνύουν κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι η κατοχύρωση του εργασιακού δικαιώματος και η απασχόληση και επιμόρφωση στις φυλακές οδηγούν στη μείωση των ποσοστών υποτροπής, εφόσον οι αποφυλακιζόμενοι έχοντας λάβει τα κατάλληλα εφόδια επανεντάσσονται ευκολότερα στην κοινωνία, 25% όσων ολοκλήρωσαν κάποιο πρόγραμμα επαγγελματικής εκπαίδευσης εντός φυλακής επέστρεψαν σε αυτή έναντι 77% του γενικού πληθυσμού.4
Σε σχετική έρευνα τονίστηκε η ευεργετική επίδραση που ασκεί στη μείωση του κινδύνου της υποτροπής όχι τόσο η συμμετοχή σε εκπαιδευτικές διαδικασίες, όσο κυρίως η ολοκλήρωση μιας εκπαιδευτικής προσπάθειας, ο δείκτης υποτροπής στην περίπτωση αυτή βρέθηκε να μειώνεται κατά 72%.5
Η εξασφάλιση του δικαιώματος για εργασία και η ομαλή κοινωνική ενσωμάτωση του ατόμου στην κοινωνία αποδεδειγμένα συνεισφέρει σημαντικά -σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες- στην επίτευξη του στόχου κάθε σωφρονιστικού συστήματος που δεν είναι άλλος από τη μείωση της υποτροπής.6
Θα μπορούσε επίσης να γίνει και μια παρέμβαση στο ζήτημα του ποινικού μητρώου. Υπάρχουν κωλύματα που ξεπερνούν τις 150 επαγγελματικές ειδικότητες, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να βρει εύκολα εργασία ένας αποφυλακισθείς.
Η σύσταση λοιπόν ενός Ινστιτούτου Αντεγκληματικής Πολιτικής στη χώρα, το οποίο θα προτείνει και χαράσσει μεσο-μακροπρόθεσμη αντεγκληματική πολιτική, εκμεταλλευόμενο το επιστημονικό και ερευνητικό προσωπικό της χώρας, θα ήταν η αιχμή του δόρατος στην αντιμετώπιση του εγκλήματος. Αναφέρθηκαν ακροθιγώς παραπάνω πρωτοβουλίες σε έναν τομέα και μόνο αντεγκληματικής πολιτικής και συγκεκριμένα τη σωφρονιστική και μετασωφρονιστική μέριμνα.
Ο Γεώργιος Χλούπης είναι Επίκουρος καθηγητής Ποινικού Δικαίου και Αντεγκληματικής Πολιτικής Νομικής Σχολής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
1. Κοσμάτος Κ. «Κρίση, φόβος και ποινική καταστολή», στον τιμητικό τόμο για τον ομότιμο καθηγητή Γιάννη Πανούση, «ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ: ΠΕΡΙΒΛΕΠΤΟΝ ΑΛΕΞΙΦΩΤΟΝ», εκδόσεις Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, Αθήνα, 2020, σελ. 215
2. Βλ. και Κουράκης Ν. – Μηλιώνη Φ. «Αναπλαισιώνοντας και εκτιμώντας ερευνητικά δεδομένα για την παραβατικότητα των νέων για το πρόβλημα της υποτροπής νεαρών αποφυλακισμένων στην Ελλάδα με βάση τα πορίσματα επαναληπτικής (follow – up) έρευνας του Εργαστηρίου Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών (Πανεπιστήμιο Αθηνών), παρουσιάστηκε στο EPANODOS WORSHOP ON RECIDIVISM στις 5-7-2019
3. Τσιλίκης Χ. – Γάκου Ε.Μ. «Κοινωνική επιχειρηματικότητα και σωφρονιστική. Προτεινόμενο μοντέλο εργασιακής επανένταξης έγκλειστων και αποφυλακισμένων στην Ελλάδα», Κοινωνική Πολιτική, 9, σελ.88 επ.
4. ο.π., σελ. 106.
5. Batiuk M. «The State of Post Secondary Correctional Education in Ohio», Journal of Correctional Education, 1997, 48(2), 70-72 και Allen J.P. «Administering Quality Education in an Adult Correctional Facility», Community Service Catalyst, 1988, 18(4), 28-29.
6 Τσιλίκης Χ. – Γάκου Ε.Μ. «Κοινωνική επιχειρηματικότητα και σωφρονιστική. Προτεινόμενο μοντέλο εργασιακής επανένταξης έγκλειστων και αποφυλακισμένων στην Ελλάδα», Κοινωνική Πολιτική, 9, σελ. 100.