Οι διερευνητικές εντολές έχουν την δική τους ιστορία –και σημασία- στην εκλογική πορεία του τόπου, καθώς αποτυπώνουν μια σύνθετη πολιτική συγκυρία της στιγμής, ως απόρροια της αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Στην περίπτωση αυτή το Σύνταγμα προβλέπει τον «μηχανισμό» των διερευνητικών εντολών, μια ουσιαστική αρμοδιότητα του/της Προέδρου της Δημοκρατίας προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής (με πλειοψηφία 151) ή έστω την ανοχή της (με 120 ψήφους επί των παρόντων που προϋποθέτει ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός βουλευτών θα απέχει από την ψηφοφορία).
Αυτό θα βιώσουμε και μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου καθώς δεν αναμένεται ούτε αυτοδυναμία, όποιο και να είναι το πρώτο κόμμα, ούτε κυβέρνηση συνεργασίας με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, εκτός εξαιρετικού απροόπτου που θα σημαίνει πλήρη ανατροπή των δημοσκοπικών εκτιμήσεων.
Υπενθυμίζεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δηλώσει σαφώς ότι δεν ενδιαφέρεται να αναζητήσει κυβερνητικό εταίρο και άρα θα επιστρέψει την διερευνητική εντολή όπως θα την λάβει, εφόσον είναι πρώτο κόμμα, ενώ και ο Αλέξης Τσίπρας έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι δεν τον ενδιαφέρει μια «κυβέρνηση ηττημένων», εκτός αν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει πρώτος στις εκλογές, οπότε θα αλλάξει εκ των πραγμάτων το αφήγημα.
Το δε ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ως τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη, έχει δηλώσει ότι δεν θα καταθέσει την διερευνητική εντολή «όπως κάνει η ΝΔ», ούτε θα «κάψει» ολόκληρο εκλογικό σύστημα «όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ». Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι θα εξαντλήσει το προβλεπόμενο τριήμερο προκειμένου να αξιοποιήσει την συνταγματική εντολή και να καταθέσει την δική του πολιτική πρόταση (για κυβέρνηση συνεργασίας με πρωθυπουργό τον «άγνωστο χ»).
Αν μη τι άλλο οι διερευνητικές εντολές θα καταδείξουν εν πολλοίς, πάντα σε συνάρτηση με τον συσχετισμό των δυνάμεων που θα καταγραφεί στις κάλπες, ποια είναι τα περιθώρια και αν υπάρχουν τέτοια, για κυβερνητικές συγκλίσεις, στην επόμενη φάση, εφόσον δεν προκύψει αυτοδυναμία και στις δεύτερες εκλογές.
Είναι, κατά μια έννοια, ένα πρόκριμα και μια άσκηση ισορροπιών με πολλαπλή σημασία, αλλά και ένα δύσκολο στοίχημα για τις πολιτικές δυνάμεις, οι χειρισμοί και οι αποφάσεις των οποίων θα έχουν καταλυτική επίδραση στο επόμενο στάδιο, εφόσον οδηγηθούμε, όπως όλα δείχνουν, προς δεύτερη εκλογική αναμέτρηση.
Το παρελθόν των διερευνητικών εντολών είναι αρκετά διδακτικό:
• Το βράδυ της Τρίτης 28 Ιουνίου 1989 ο Χαρίλαος Φλωράκης παραλαμβάνει από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη την τρίτη διερευνητική εντολή. Είχαν προηγηθεί οι εκλογές της 18ης Ιουνίου. Για πρώτη φορά η Αριστερά, ως Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, εμφανιζόταν σε ρόλο ρυθμιστή. Η εντολή δεν ευδοκίμησε, καθώς δεν κατέστη εφικτή η συμφωνία για κυβέρνηση ευρείας αποδοχής με την συμμετοχή και του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, το οποίο βάραινε το σκάνδαλο Κοσκωτά. Στην φάση των διαβουλεύσεων υπό τον Σαρτζετάκη «κλείδωσε» η κυβέρνηση «ειδικού σκοπού» υπό τον Τζανή Τζαννετάκη – γνωστότερη ως συγκυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΝ, η οποία άντεξε μόλις λίγους μήνες.
• Μετά τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου 1989 ενεργοποιήθηκε και πάλι η διαδικασία των διερευνητικών εντολών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης στο πλαίσιο της πρώτης εντολής που έλαβε ενεργοποίησε την ιδέα της οικουμενικής κυβέρνησης, η οποία και επιτεύχθηκε αυτή την φορά και με την συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ, με βραχύ χρονικό ορίζοντα. Επικεφαλής της τέθηκε ο ακαδημαϊκός Ξενοφών Ζολώτας. Κατέρρευσε λόγω αδυναμίας εκλογές Προέδρου της Δημοκρατίας και η χώρα οδηγήθηκε τον Απρίλιο του 1990 σε εκλογές, από τις οποίες νικητής βγήκε οριακά ο Μητσοτάκης -χρειάστηκε την στήριξη του βουλευτή της ΔΗΑΝΑ Θεόδωρου Κατσίκη για να σχηματίσει κυβέρνηση πλειοψηφίας 151 βουλευτών.
• Για κάποιους αυτό που μέλλει να ζήσουμε στις προσεχείς διπλές εκλογές, προσομοιάζει με την εκλογική «περιπέτεια» του 2012. Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας εκκινούσε την διαδικασία των διερευνητικών εντολών μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 καθώς κανένα κόμμα δεν είχε κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία. Για πρώτη φορά ο Αλέξης Τσίπρας λαμβάνει διερευνητική εντολή καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έλθει δεύτερο κόμμα. Και οι τρεις διερευνητικές ήταν ατελέσφορες και η χώρα οδηγήθηκε σε νέες εκλογές τον επόμενο μήνα.
• Μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012 ο Αντώνης Σαμαράς παίρνει την πρώτη διερευνητική εντολή από τον Παπούλια. Η συμφωνία με το ΠΑΣΟΚ υπό τον Ευάγγελο Βενιζέλο και την ΔΗΜΑΡ υπό τον Φώτη Κουβέλη αποδίδουν και συγκροτείται η τρικομματική κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ.
• Οι κάλπες της 25ης Ιανουαρίου 2015 αναδεικνύουν νικητή χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία εδρών, τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Η άμεση δήλωση στήριξης από τον Πάνο Καμμένο των ΑΝΕΛ θα του δώσει την δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας χωρίς να ενεργοποιηθεί η διαδικασία των διερευνητικών εντολών. Την ίδια «συνταγή» θα ακολουθήσει και μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου. Είχε προηγηθεί ένα μήνα πριν η παραίτηση της κυβέρνησής του λόγω απώλειας της δεδηλωμένης –είχαν αποχωρήσει 25 βουλευτές από την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, συγκροτώντας την ΛΑΕ- και οι άκαρπες διερευνητικές εντολές που είχε ενεργοποιήσει ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος μάλιστα είχε στείλει την διερευνητική εντολή στον τότε αρχηγό της ΝΔ Ευάγγελο Μεϊμαράκη μέσω …e-mail (!), προκαλώντας την αντίδρασή του ότι δεν προβλέπεται να ανατίθεται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου η διερευνητική εντολή, αλλά θα έπρεπε να τον επισκεφθεί στο Προεδρικό Μέγαρο για να την παραλάβει, όπως και έγινε. Μάλιστα ο Μεϊμαράκης είχε εξαντλήσει το τριήμερο περιθώριο που δίνει το Σύνταγμα «τρενάροντας» τον χρόνο, κόντρα στην επιδίωξη του Τσίπρα να πάει σε fast track κάλπες.
Το ίδιο έπραξε και το τρίτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα που μόλις είχαν συγκροτήσει οι 25 αποσχισθέντες πρώην βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Παναγιώτη Λαφαζάνη («Λαϊκή Ενότητα»). Έτσι αποτράπηκε το πιο ειδεχθές σενάριο: να λάβει διερευνητική εντολή η Χρυσή Αυγή…