Παρακολουθώντας κανείς τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, θα έλεγε πως η συζήτηση δεν δικαίωσε τον τίτλο του οργάνου. Οι τοποθετήσεις των δυο πρώην υπουργών Μεταφορών και Υποδομών, των κκ Καραμανλή και Σπίρτζη, φώτισαν ελάχιστα την αλήθεια ως προς τα αίτια της τραγωδίας των Τεμπών.
Οι πολίτες έγιναν μάρτυρες όχι μόνο δυο παράλληλων μονολόγων, αλλά και αντιθετικών ως προς τα πραγματολογικά στοιχεία που σχετίζονται με την κατάσταση των σιδηροδρόμων. Αυτό όμως δεν ισχύει μόνο για την Επιτροπή. Από την Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων και τον ΟΣΕ έως τον σταθμάρχη της Λάρισας και τους συναδέλφους του, αποκτά κανείς την αίσθηση πως περισσότερο μπερδεύεται παρά ξεμπερδεύεται το κουβάρι των ευθυνών.
Είναι αυτή η ίδια αίσθηση που υπενθυμίζει πως ο επιμερισμός των ευθυνών δεν είναι μόνο μια μακρά διαδικασία. Είναι και άχαρη και – στις μεγάλες τραγωδίες – εξαιρετικά οδυνηρή. Στη δίκη για την πυρκαγιά το Μάτι δεν αναβιώνει μόνο ο παλιός εφιάλτης για τους εγκαυματίες και τους οικείους των θυμάτων μέσα από τις καταθέσεις. Γεννιέται και ένας νέος από το αδιαμφισβήτητο δικαίωμα του καθενός να υπερασπιστεί τον εαυτό του όπως νομίζει.
Ακόμη και σε αυτές τις σκληρές συνθήκες, ο επιμερισμός των ευθυνών είναι και απαραίτητος και αναγκαίος. Πολιτικά, θα αποδοθεί με τις διαδικασίες που προβλέπει η κοινοβουλευτική και η συνταγματική τάξη. Η ποινική απόδοση των ευθυνών είναι δουλειά της Δικαιοσύνης. Στο μεταξύ, και έως ότου ξεμπλέξει το κουβάρι των ευθυνών και φωτιστεί πλήρως η αλήθεια, δεν θα πρέπει να χαθεί ένας άλλος μείζων στόχος. Και αυτός δεν είναι άλλος από τη λήψη όλων εκείνων των μέτρων που θα εξασφαλίσουν πως αυτός ο τόπος δεν θα ζήσει ξανά τέτοιες τραγωδίες.
Η διαδικασία αυτή δεν είναι ούτε αργή ούτε άχαρη ή οδυνηρή. Επιτρέπει τις μεγάλες ταχύτητες. Και το μόνο που απαιτεί είναι πολιτική βούληση μακριά από αγκυλώσεις και ανούσιους καβγάδες που κρατούν τη χώρα κολλημένη στο παρελθόν.